Η Εκκλησία ευλογεί όπλα άλλα όχι πολιτικούς;

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΥΛΟΓΕΙ ΟΠΛΑ

ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ;

Mέσα στόν Φεβρουάριο ἀρχίζει καί τό Τριώδιο, αὐτή ἡ κατανυκτική περίοδος τῆς Ἐκκλησίας μας πού κορυφώνεται τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα.

Θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά καταπιανόμαστε κατά τήν περίοδο αὐ­τή κατ’ ἐξοχήν μέ θέματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, μέ θέματα πού καλλιεργοῦν βαθειά τήν ψυχή καί τίς αἰσθήσεις της. Ὅμως, ἡ ποιμαντική μας εὐθύνη μᾶς ὑπαγορεύει νά μήν ἀκολουθοῦμε τυφλά τίς ἐπιταγές τοῦ Λειτουργικοῦ χρόνου ἀλλά νά ἐξετάζουμε συγχρόνως καί τήν ψυχολογική κατάσταση τῶν ἀνθρώπων καί ἀνα­λόγως αὐτῆς νά ἐνεργοῦμε, εἴτε γράφοντες εἴτε ὁμιλοῦντες πρός αὐτούς, ὥστε οἱ παρεμβάσεις μας νά μήν εἶναι ἐκτός τόπου καί χρόνου ἀλλά νά ἔχουν λόγο, σκοπό καί ὠφέλεια.

Ζῶντας τήν ρευστή κατάσταση πού ἐπικρατεῖ στήν Πατρίδα μας ἀπό τήν πολιτική ἀθλιότητα καί τήν προδοτική συμπεριφορά τῶν κυβερνώντων, πού ὁλοένα κορυφώνεται, δέν δυσκολεύεται κανείς νά διαπιστώση ὅτι ἡ ψυχολογία τῶν ἀνθρώπων κινεῖται σέ ρυθ­μούς «τεταραγμένης» ἕως «λίαν τρικυμιώδους» καταστάσεως. Ἀκόμη καί ἄνθρω­ποι πού προσπαθοῦν νά ζήσουν κατά Θεόν εἶναι ἀνή­συχοι καί δέν τούς ἀφή­νει ἡ ταραχή οὔτε κα­τά τήν ὥρα πού προσεύχονται.

Συνεπῶς, γιά νά μή νεφελοβατοῦμε, πρέπει νά σεβασθοῦμε τόν ὑπαρκτό ψυχισμό τῶν συμπολιτῶν μας καί, παράλληλα μέ τά Θεολογικά θέματα πού ἀποκαθαίρουν τήν ψυχή μας, νά προτάξουμε τόν ἀφυπνιστικό καί πνευματικά ἐπαναστατικό λόγο. Τόν λόγο πού εἰρη­νεύει τόν νοῦ καί βοηθάει τήν ψυχή νά γαληνέψη, μέ τό νά τήν πα­ρακινῆ νά ἀγωνισθῆ μέ εἰρηνικά, ἀποτελεσματικά καί ἀπόλυτα νό­μιμα μέ­σα, γιά τήν ἐπικράτηση καί πάλι τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ στήν κα­θη­μερινή ζωή τῆς Πατρίδος μας.

Αὐτή ἡ ψυχική ἀνάγκη τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἡ αἰτία πού μᾶς προτρέπει νά μή σταματήσουμε τόν ποιμαντικό πολιτικό μας λόγο καί κατά τήν κατανυκτική αὐτή περί­οδο, δεδομένου ὅτι ἐκτός ἀπό κατανυκτική εἶναι καί ἐξαιρετικά κρίσιμη γιά τήν Πατρίδα μας πε­ρίοδος, ἀφοῦ ἀπό τώρα μέχρι τό καλοκαίρι, ἀναμέ­νονται ἐξελίξεις πού ἀπειλοῦν, κατ’ ἄνθρωπον, νά ἀλλάξουν δραματικά τήν εἰκόνα τῆς Πατρίδος μας.

* * *

Μετά τά τόσα πού ἔχουμε γράψει γιά τό θέμα «Ἡ Πολιτική εἶ­ναι Ποι­μαντική» καί τά ἐκδώσαμε σέ ἕνα τόμο μέ τόν ἴδιο τίτλο, ὑπάρ­χουν ἀκόμη, δυστυχῶς, ἀρκετοί –κληρικοί καί λαϊκοί– πού δέν θέλουν νά καταλάβουν ὅτι σέ ἕνα Ὀρθόδοξο κράτος, στό ὁποῖο δι­­εξά­γονται Βουλευτικές ἐκλογές, οἱ Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας ὑπο­­χρε­οῦνται νά φροντίζουν ὥστε στίς ἐκλογές αὐτές νά θέτουν ὑ­­πο­ψηφιότητα καί ἐκπρόσωποι τῶν ἐκκλησιαζομένων καί μετεχόντων στή μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας πιστῶν. Αὐτό, ὅ­σο καί ἄν δέν τό καταλαβαίνουν κάποιοι, ἀποτελεῖ πνευματικό κα­θῆκον τῶν χριστιανῶν. Τό νά μή ἀδιαφοροῦν, δηλαδή, γιά τό ποιός τούς κυβερνᾶ. Γιατί, ἀπό τίς πεποιθήσεις τῶν κυβερνώντων, ἐξαρτᾶται καί τό ἦθος καί ἡ ἀγωγή τῶν πολιτῶν, ἀφοῦ οἱ κυβερνῶντες ἐλέγχουν ὅλα τά Μέσα Ἐνημερώσεως τοῦ λαοῦ καί, εἶναι φυσικό, τά Μέσα αὐτά νά ἔχουν συντριπτική ὑπεροχή ἔναντι τῆς ποιμαντι­κῆς, πού ἀσκεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία, δεδομένων τῶν πολλῶν ἑβδομαδιαίων ὡρῶν πού οἱ ἄνθρωποι διαβάζουν ἐφημερίδες καί περιοδικά, βλέπουν καί ἀκοῦνε τηλεόραση καί ραδιόφωνο, ἐν ἀντιθέσει μέ τήν ὀλιγόωρη ἑβδομαδιαία ἐπαφή τους μέ τήν Ἐκκλησία.

Σέ κατά τόπους συζητήσεις τοῦ θέματος αὐτοῦ, ὅπως μέ πληροφοροῦν γνωστά μου πρόσωπα, ὑψώνεται ἀπό κάποιους σάν ἀντεπιχείρημα ὅτι κανείς ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας μέχρι σήμερα δέν ἔχει καλλιεργήσει στούς πιστούς τήν Κοινοβουλευτική αὐτή ἐνασχόληση καί, συνεπῶς, εἶναι διστακτικοί στό ἐάν καί κατά πόσον πρέπει νά πεισθοῦν στά λόγια μου.

Ὅμως, ὅπως, ὅλοι γνωρίζουμε, κατά τό 1821 πού ἐξεγέρθηκε τό Γένος μας κατά τῶν τυράννων, τόν ἔνοπλο ἀγῶνα συντόνιζαν Ἐπίσκοποι καί Ἱερεῖς καί ἔκρυβαν ὅπλα καί μπαροῦτι στίς Ἐκκλη­σίες καί στά Μοναστήρια χωρίς νά θεωροῦν ὅτι διαπράττουν ἁμαρτία καί ἡ συνείδηση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώμα­τος τούς δι­καίωσε ἀπολύτως, καί τότε καί ἐκ τῶν ὑστέρων, καί ὑψώνει εἰς τόν αἰῶνα τό ἡρωϊκό τους παράδειγμα ὡς αὐθεντική ἔκφραση Ὀρθοδόξου φρονήματος καί πρακτικῆς. Οἱ Πατέρες μας, οὔτε τότε εἶχαν κά­ποιο προηγούμενο ἁγίων καί ἡ ἀπόφασή τους πράγματι εἶχε μεγάλη δυσκολία, γιά τόν πρόσθετο λόγο ὅτι τά ὅπλα καί τό μπαροῦτι σκο­τώνουν, καί ὁ φόνος –ἔστω καί ἐχθρῶν– εἶναι ἁμαρτία. Παρά ταῦτα δέν ἐδίστασαν νά ἀπο­φασίσουν καί νά “πάρουν ἐπάνω τους” τήν εὐθύνη, προτιμῶντες ἀκόμη καί νά ἁμαρτή­σουν αὐτοί, παρά νά ἀφήσουν ἀπροστάτευτη τήν νέα γενεά στά χέρια τῶν ἀλλοθρήσκων νά τήν ἀλλαξοπι­στήσουν!

Τώρα τά πράγματα εἶναι πολύ πιό ἁπλᾶ ἀπό τό 1821. Δέν τίθεται κανένα δίλημμα, ἀφοῦ δέν προτείνουμε στούς πιστούς κάποια ἐφά­μαρτη πράξη. Τό ἀντίθετο, μάλιστα. Προτείνοντας στούς πιστούς μιά πολιτική Παράταξη Πιστῶν, τούς δίνουμε διέξο­δο καί τούς ἀπαλλάσσουμε ἀπό τό ἁμάρτημα νά ψηφίζουν ἀμορα­λιστές καί ἀθέους. Τώρα πλέον εἶναι ἀδιανόητο καί ἐντελῶς ἀφι­λάνθρωπο αὐτό πού ἀκούγεται ἀπό χριστιανικά καί, μάλιστα, ἀπό ἱερατικά χείλη, ὅτι «ἡ Ἐκκλησία δέν ἀσχολεῖται μέ τήν πολιτική», γιατί αὐθόρμητη ἔρχεται στό νοῦ μας, σάν νέο ἐρώτημα πρός αὐτούς ἡ ἀπάντηση: Ἡ Ἐκκλησία ἀσχολεῖται μέ τούς πολέμους καί ὄχι μέ τήν πολιτική; Τί εἴδους λο­γική καί Θεολογία εἶναι αὐτή πού, ἀπό τή μιά μεριά δέν θεωρεῖ ἁμαρτία τό νά ἀ­πο­θηκεύει ἡ Ἐκκλησία ὅπλα καί μπαροῦτι γιά νά τά κρύψη ἀπό τούς ἐχθρούς καί νά ἐνισχύση τόν ἔνοπλο ἀγῶνα, καί, ἀπό τήν ἄλλη, θεωρεῖ ἁμαρτία τό νά ἐκπαιδεύη ἡ Ἐκκλησία πολιτικούς γιά νά ποιμάνουν στήν καθημερινή ζωή τόν λαό Της καί νά τούς προβάλη δημόσια στούς πιστούς γιά νά τούς ψηφίσουν; Ὑπάρχει πιό κακουργηματική πνευματικά πράξη ἀπό τό νά ἀδιαφο­ροῦν οἱ Ποιμένες γιά τήν ἐκπαίδευση πιστῶν ὥστε νά γί­νουν αὐτοί οἱ σημερινοί καί οἱ αὐριανοί Κυβερνῆτες, ἀφοῦ εἶναι πασιφανής ἡ ἀλήθεια –πού ἐκταμιεύουμε ἀπό τόν Ἅγιο Ἰσίδωρο τόν Πηλουσιώτη– «τῷ γάρ ἄρχοντι ἐξομοιοῦσθαι πέφυκε τό ἀρχόμενον»; Ἤ, τό ἐξ ἴσου ἀπαίσιο, νά ἐμποδίζουν οἱ ἴδιοι οἱ Ποιμένες τήν προβολή πολιτικῶν προσώπων, πού γεννήθηκαν καί ἀνδρώθηκαν στήν Ἐκκλησία καί με­τέ­χουν στά Μυστήριά Της, ἀποκλείοντάς τα ἀπό τά Ἐκκλησιαστικά Μέσα Ἐνημερώσεως καί τά Πνευματικά Κέντρα, ἀντί νά θεωροῦν τά πρόσωπα αὐτά καύχημά τους, ὄργανα καί συνεργούς τῆς Θείας Χάριτος στήν ἐξάπλωση τοῦ Θελήματος τοῦ Θεοῦ σέ ὅλη τήν Ἑλληνική ἐπικράτεια;

Αὐτή ἡ πρακτική τῶν ὅποιων ὑψηλόβαθμων ἤ χαμηλόβαθμων Ποιμένων, πού ἰσοδυναμεῖ μέ πολεμική κατά τῶν πνευματικῶν ἀνθρώ­πων πού ἐπιχειροῦν τήν πολιτική ὡς ἱεραποστολή, θά μποροῦ­σε νά χαρακτηρισθῆ ὡς πνευματική ἐσχάτη προδοσία ἐκείνων πού τήν ἐνεργοῦν συνειδητά καί μέ ἐπίγνωση, γιατί ἐξυπηρετοῦν ἀλλοτρίους σκοπούς, δίδοντες ἐκκλησιαστική κάλυψη στούς ἐχθρούς τῆς Ἐκκλη­σίας. Ὡστόσο, καί ἐκεῖνοι πού συμπεριφέρονται ἔτσι, νομίζοντες ὅτι προσφέρουν «λατρείαν τῷ Θεῷ», δέν κάνουν μικρότερο κακό, ἀφοῦ τό τελικό ἀποτέλεσμα εἶναι νά κλείνονται οἱ ἐκκλησιαστικές πόρτες στούς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας πρός μεγάλη χαρά τῶν ἐχθρῶν τῆς Πίστεως, οἱ ὁποῖοι πλέον εἶναι ἐξασφαλισμένοι πώς οἱ ἀσχολούμενοι μέ τήν πολιτική πιστοί, εἶναι διπλᾶ ἀποκλεισμένοι, καί ἀπό τά κοσμικά καί ἀπό τά ἐκκλησιαστικά περιβάλλοντα!

Ἡ πνευματική σύγχυση στό θέμα τῆς Πολιτικῆς εἶναι τόσο με­γάλη, ὥστε ὅταν μιλήσης γιά πολιτική Παράταξη πού ἀπαρτίζεται ἀπό πιστούς πνευματικούς ἀνθρώπους σοῦ ἀπαντοῦν: «Δέν μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νά κάνει κόμμα»! Δηλαδή, ἡ δραστηριότητα πιστῶν ἀνθρώπων εἶναι δραστηριότητα τῆς Ἐκκλησίας; Εἶναι δραστηριότητα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἤ τῆς Ἱεραρχίας; Εἶναι δραστηριότητα πού, τά τυχόν λάθη τῶν ἐμπλεκομένων σ’ αὐτήν, θά χρεωθοῦν στήν Ἐκκλησία; Ἀπό ποῦ συμπεραίνεται αὐτό;

Τί εἴδους λογική εἶναι αὐτή; Καί, ἐπί τέλους! Ντρέπεται ἡ Ἐκκλησία γιά τά παιδιά Της; Τά θεωρεῖ τόσο χαμηλοῦ ἐπιπέδου πού δέν μποροῦν νά συναγωνισθοῦν τίς τραγουδίστριες, τούς ἠθοποιούς, τούς μπασκεμπωλῖστες, τούς ποδοσφαιριστές καί τούς σύν αὐτοῖς πού ἀπαρτίζουν σήμερα τό Ἑλληνικό Κοινοβούλιο;

Γιατί ὅσοι ἔχουν τό ἴδιο «πιστεύω» ἔχουν συμπράξει καί δημιούργησαν δικές τους παρατάξεις καί αὐτό τό ἀπαγορεύουμε στούς πνευματικούς ἀνθρώπους, συκοφαντῶντας τους ὅτι μετατρέπουν τήν Ἐκκλησία σέ κόμμα; Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ μιά Πολιτική Παράταξη «βαπτίζεται» Ἐκκλησία, μόνο καί μόνο ἐπειδή δέν δέχεται νά συμπράξη μέ τούς ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας; Γιατί αὐτός ὁ ἰδι­ότυπος «δαιμονισμός» ὅταν γίνεται λόγος νά ὑποστηριχθοῦν πνευ­ματικά πρόσωπα στήν πολιτική; Τυχαῖο; Δέν νομίζω! Ὁ Διά­βολος ξέρει νά κάνη καλά τήν δουλειά του. Θέλει τούς πιστούς νά διαμαρτύρονται μέχρι τό μνημεῖο τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτου, ποτέ ὅμως μέσα στή Βουλή σάν Βουλευτές!

Γιατί θεωροῦμε ὡς ἀπολύτως φυσιολογικό τό νά κυβερνᾶται ἡ Πατρίδα μας, ἐπί 200 χρόνια ἀπό κυβερνήσεις ἀνθρώπων –ἀπό μιά ἀσήμαντη μειο­ψηφία 300 ἀνθρώπων– μέ χαλαρή ἕως ἐχθρική σχέση μέ τήν Ἐκκλη­σία, μέ συνέπεια τόν ἐκτεταμένο πλέον ἀποχριστιανισμό τοῦ λαοῦ μας καί δέν ἐπαναστατεῖ οὔτε κατ’ ἐλάχιστον ἡ συνείδησή μας –ἔστω καί τήν ὕστατη αὐτή ὥρα– νά μᾶς ἐλέγξη γιά τήν ἐπί δύο αἰῶνες ἀσυγχώρητη ἀμέλεια καί ἀδιαφορία μας καί νά μᾶς παρα­κι­νήση νά ἐπανορθώσουμε καί νά ἐπανορθωθοῦμε;

Εἶναι τόσο βαθειά ἡ ἀλλοίωση τῶν φρονημάτων μας ὥστε ἀδυνατοῦμε νά συλλάβουμε τά μηνύματα τοῦ Θεοῦ μέσω συγχρόνων μας ἁγίων ἀνθρώπων Του, πού μᾶς σαλπίζουν ὅτι ἡ διακυβέρνηση τοῦ λαοῦ δέν εἶναι ἔργο ἀμοραλιστῶν καί «κομπιναδόρων» ἀλλά ἔργο Ἱεραποστόλων!

Στίς 28 Σεπτεμβρίου 2008, στό Στάδιο «Εἰρήνης καί Φιλίας» στήν εἰσήγησή μου μέ θέμα «Ἐκκλησία καί Πολιτική στήν Ἑλλάδα· Ἕνα θέμα πνευματικό», γιά νά μή θεωρηθοῦν οἱ ἐπί τοῦ θέ­ματος ἀπόψεις μου αὐθαίρετες, ἀνέφερα, ἐκτός τῶν πολλῶν ἐπιχειρημάτων καί τά ὅσα ἔγραψε ὁ ἁγιασμένος π. Παΐσιος γιά τό χρέος μας ὡς χριστιανῶν νά ἐνδιαφερόμεθα γιά τά πολιτικά πράγματα ἄλλως θά εἴμαστε «γιά κλείσιμο στόν Πύργο», δηλαδή γιά τό τρελοκομεῖο(!), ὅπως, ἐπίσης, ὅτι τό νά ἐνδιαφερόμεθα γιά τά πολιτικά πράγματα καί νά ἀνησυχοῦμε εἶναι ὁμολογία. Τό ἐκτενές ἀπόσπασμα αὐτό ἀπό τό βιβλίο τοῦ π. Παϊσίου «Πνευματική ἀφύπνιση» (Λόγοι Β΄) ἤμουν ὁ πρῶτος –ὅσο γνωρίζω– πού τό ἐπεσήμανα, ἐντάσσοντάς το στήν εἰσήγησή μου, ἡ ὁποία δημοσιεύθηκε στό περιοδικό μας (Ὀκτώβριος 2008) καί στόν «Ὀρθόδοξον Τύπον», τήν ἴδια περίοδο.

Μετά χαρᾶς διάβασα τό 2011 νά μνημονεύουν καί ἄλλοι τό ἴδιο ἀσπόσπασμα μέ τά λόγια αὐτά τοῦ π. Παϊσίου, ὅμως οἱ σχολιασταί του δέν ὁδηγοῦνται στό συμπέρασμα ὅτι πρέπει νά ἀναλάβουν καί οἱ χριστιανοί τά πολιτικά πράγματα ἀλλά φθάνουν μόνο μέχρι τοῦ σημείου νά προτρέπουν τούς χριστιανούς σέ διαμαρτυρίες καί ἀγῶνες κατά τῶν παρανόμων ἤ ἀντιχριστιανικῶν κυβερνητικῶν ἀπο­φάσεων.

Ἀλλά οἱ διαμαρτυρίες καί οἱ ἀγῶνες τῶν χριστιανῶν, γίνονται ἐδῶ καί 200 χρόνια καί, μάλιστα, κατά καιρούς ἔγιναν μέ ἰδιαίτερη δριμύ­τητα ἀπό φλογερούς ἱεροκήρυκες –κληρικούς καί λαϊκούς– οἱ ὁποῖ­οι σήμερα σπανίζουν. Ποιό τό ἀποτέλεσμα; Ἀνεπαίσθητη ἐ­πι­­βρά­δυνση τοῦ κακοῦ, τίποτε περισσότερο! Τά λόγια, ὅμως, τοῦ π. Παϊσίου δέν μιλοῦν μόνο γιά ἐπιβράδυνση τοῦ κακοῦ ἀλλά μᾶς παραπέμπουν στόν Ἅγ. Κωνσταντῖνο καί μᾶς προτρέπουν νά διαφυλάξουμε τόν πολιτισμό πού δημιούργησε ἡ μακραίωνη χριστιανι­κή ζωή καί διακυβέρνηση τῆς Αὐτοκρατορίας μας. Καί αὐτό δέν γίνε­ται ἔξω ἀπό τήν διακυβέρνηση τῆς Πατρίδος μας ἀλλά μόνο μέσα ἀπ’ αὐτήν.

Ἀντί νά σκύψουμε, λοιπόν, ὅλοι τό κεφάλι καί νά ἀναλάβουμε τόν ἀγῶνα γιά νά πολεμήσουμε τό κακό, μέσα στήν καρδιά του, στό Κοινοβούλιο, ἐκδαπανώμεθα σέ ἀλληλοεξοντώσεις καί ἀποδοκι­μα­σίες ἀλλήλων, σάν νά μή ἔχουν ἠχήσει ποτέ μέσα μας τά λόγια τοῦ Χριστοῦ «πᾶσα βασιλεία μερισθεῖσα καθ’ ἑαυτήν ἐρημοῦται» (Ματθ. 12, 25). Ἰδίως κατά τοῦ προσώπου μου καλλιεργεῖται συστηματικά ἀπό ὡρισμένους ἕνα ἀπίστευτο πάθος, τό ὁποῖο ἐπεκτείνεται καί σέ ἐκείνους πού ἔχουν τήν ὅποια σχέση μαζί μου, ἰδιαίτερα δέ σέ ὅσους ἐξ αὐτῶν ἐπιχειροῦν νά πολιτευθοῦν κατά Θεόν, μέ δικαιολογία μιά θεολογική διαφοροποίησή μου ἀπό τήν γνωστή ἐπιστολή τοῦ π. Παϊσίου περί τοῦ 666 καί τοῦ χαράγματος τοῦ Ἀντιχρίστου!

Εἶναι αὐτός λόγος διαιρέσεως τῶν Χριστιανῶν; Δέν ὑπάρχει Ἐκκλησία γιά νά ἀντιμετωπίση τά πάντα, ἤ μήπως θά ἐπηρεασθῆ ἡ Ἐκκλησία ἀπό τίς ἀπόψεις μου καί κινδυνεύει νά πλανηθῆ; Μήπως κινδυνεύει ἡ ἁγιότητα τοῦ π. Παϊσίου, ἀπό τή δική μου Θεολογική διαφοροποίηση ἤ μήπως ἡ ἁγιότητα ἤ ἡ ἀθλιότητα κάποιου ἐξαρτᾶται μόνο ἀπό κάποια γνώμη του; Πρός Θεοῦ! Ἄς παύσουμε νά γινώμεθα γαυρίαμα τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ. Ἔχουμε τήν Ἐκκλησία. Αὐτήν θά ἀκολουθήσουμε.

Γιά τό θέμα πού κατηγοροῦμαι ἀλλά καί γιά ὅλα τά ἄλλα θέ­ματα πού ἔχω διαπραγματευθεῖ, πιστεύω μόνο αὐτά πού ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία πιστεύει καί εἶμαι πρόθυμος νά κονιορτοποιήσω ὁποιοδήποτε γραπτό μου θεωρήση ἡ Ἐκκλησία μας ἀντίθετο στήν Ἀλήθεια Της. Γιατί, ἀλλοίμονό μου νά χωρισθῶ ἀπό τήν Ἐκκλησία γιά νά κρατήσω τίς ἀπόψεις μου! Αὐτό μᾶς τό ἔχει καταστήσει σαφές ἡ Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος: «Εἰ τις τῷ ἰδίῳ λο­γισμῷ –ὡς γε νομίζει– ἐξακολουθῶν, ἄλλο τι φρονεῖ, παρ’ ὅ παρά τῶν προηγη­σαμένων παρειλήφαμεν, ἔστω τῆς Ἐκκλησίας ἀλλότριος»!

Ὁ κοινός ἐχθρός πάντων τῶν εἰς Χριστόν πιστευόντων εἶναι σήμερα ἡ ἀντίχριστη Πολιτεία τῆς Πατρίδος μας. Ὅλοι μαζί νά ἀντιμετωπίσουμε τόν ἐχθρό αὐτόν μέ ἀποτελεσματικότητα καί νά μή διαιρούμεθα τώρα πού ἡ Πατρίδα μᾶς χρειάζεται. Εἶναι μεγάλο κρῖμα νά διαιρούμεθα γιατί δέν κατανοοῦμε αὐτονόητα πράγματα, ὅπως φαίνεται ἀπό τό παρακάτω περιστατικό: Πρόσφατα, ὁ Πρόεδρος τῆς Παρατάξεως “ΚΟΙ­ΝΩΝΙΑ” (πού ἀπαρτίζεται ἐξ ὁλοκλήρου ἀπό ἀνθρώπους ἐντεταγμένους στήν Ἐκκλησία), κ. Μ. Ἠλιάδης, ἐπισκεπτόμενος τήν Θεσ­σα­λο­νίκη δέχθηκε ἕνα ἀπροσδόκητο ἐρώτημα:

«Τί πιστεύει ἡ “ΚΟΙΝΩΝΙΑ” γιά τίς ταυτότητες καί τήν “Κάρτα τοῦ πολίτη”;»

Καί ἡ ἀπάντηση τοῦ Προέδρου ἦταν ἁπλῆ καί ξεκάθαρη:

«Δέν ἔχετε διαβάσει ὅτι γιά νά γίνη κάποιος ἁπλῶς μέλος τῆς Παρατάξεώς μας πρέπει νά ἀποκηρύξη ἐγγράφως τή Μασωνία καί κάθε μορφῆς ἀπο­κρυφισμό; Εἶναι δυ­νατόν, λοιπόν, νά ὑποστηρίξουμε ἤ νά ἐκδώ­σουμε κρατικά ἔγγραφα μέ δαιμονικές ἀπεικονίσεις καί Ἀντίχριστα σύμβολα ἤ νά συνεργήσουμε στήν κά­θε μορφῆς δέσμευση τῶν προσωπικῶν ἐλευθεριῶν τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ ἡ χριστιανική μας Πίστη μᾶς ἐπιτάσσει τήν προάσπιση καί περιφρούρηση τοῖς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος; Εἶναι ποτέ δυνατόν νά ταράξη ἡ Πολιτική μας τίς συνειδήσεις τῶν πιστῶν, ἀφοῦ ἡ Πολιτική μας πηγάζει καί ἐμπνέεται ἀπό τό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας μας;»!

* * *

Ἐπιστρέφοντας στό κύριο θέμα τοῦ ἄρθρου μας, μετά τήν παρένθεση γιά τή Θεολογική διαφωνία πού ἔχει πάρει διχαστικές διαστάσεις, πρέπει νά τονίσουμε ὅτι δέν εἶναι μόνο ὁ π. Παΐσιος πού συνιστᾶ σέ ὅλους μας νά ἐργασθοῦμε σοβαρά καί ὑπεύθυνα γιά τά πολιτικά πράγματα τῆς Πατρίδος μας. Εἶναι καί πολλοί ἄλλοι, παλαιότεροι καί νεώτεροι ἅγιοι τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, τῶν ὁποίων τά κείμενα θά παραθέτουμε σταδιακά γιά νά καταδειχθῆ ὅτι ἡ Πολιτική γιά τόν Ὀρθόδοξο χριστιανό εἶναι ἡ ἴδια ἡ καθημερινή του ζωή. Νά καταδειχθῆ ὅτι τό χάσμα μεταξύ Πολιτικῶν καί Ἐκκλησίας τό δημιούργησαν οἱ πολιτικοί. Καί ὄχι μόνο τό δημιούργησαν, ἀλλά καί τό διεύρυναν καί μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, ἐπεκράτησε νά θεωρεῖται –ἡμῶν τῶν πιστῶν, κληρικῶν καί λαϊκῶν, κοιμωμένων– ὡς ἀσφαλιστική δικλεῖδα γιά νά μή νοθευθῆ ἡ Ἐκκλησία! Θεωρήθηκε ὡς φύλακας τῆς ἱερότητος τῆς Ἐκκλησίας ὁ χωρισμός τῶν κληρικῶν ἀπό τήν καθημερινή ζωή τῶν πνευματικῶν παιδιῶν τους, ἐνῶ πρόκειται γιά πονηρό πολιτικό κατασκεύασμα, ἀπότοκο ἀρχικά τῆς Προτεσταντικῆς καί κατόπιν τῆς ἀθεϊστικῆς ἀντιλήψεως, περί τοῦ ὅτι ὁ Θεός δέν ἔχει καμμιά... ἐξουσιοδότηση(!) ἀπό τό Κοινοβούλιο νά ἀναμιγνύεται στά ἐσωτερικά ζητήματα τοῦ Κράτους!

Ἐπειδή ἤδη ἐπιμηκύνθηκε πολύ τό ἄρθρο μας θά ἀρκεσθοῦμε νά παραθέσουμε ἕνα χαρακτηριστικό ἀπόσπασμα ἀπό τά πολλά κείμενα τοῦ ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ἀνδρονίκου, Ἀρχιεπισκόπου Πέρμ, πού ἐκοιμήθη ἕνα χρόνο μετά τή Ρωσική Ἐπανάσταση, τό 1918. Τά λόγια του μᾶς ἀφοροῦν ἄμεσα. Γράφει, περιγράφει καί συμβουλεύει σάν νά ζῆ σήμερα τήν Ἑλληνική πραγματικότητα. Μιλάει γιά τήν κατάπτωση τῶν ἠθῶν, τήν ἐξασθένιση τῆς Πίστεως, τίς δυναμικές μειοψηφίες πού ἐλέγχουν τή δημόσια ζωή, πρίν τό ὁλοκληρωτικό καθεστώς ἐπιβληθεῖ. Περιγράφει ἀκριβῶς αὐτό πού συμβαίνει σήμερα στήν Πατρίδα μας. Μᾶς προειδοποιεῖ, γιά νά μήν ἔχουμε τά ἐπακόλουθα τῆς Ρωσίας τοῦ 1917. Ἤδη συνασπισμοί στρατευμένων σέ ὅλες τίς πλάνες τοῦ κόσμου ἀλλά καί ἀποστράτων –ὅλοι ἀπό τόν ἴδιο ἀθεϊστικό θίασο– διεκδικοῦν τήν ψῆφο τῶν χριστιανῶν, παρα­πλανῶντας τους ὅτι θά διώξουν τούς φαύλους γιά νά... σωθῆ ἡ Ἑλλάδα! Ὑπόσχονται, ὅ,τι καί ὁ Ναπολέων τότε. Ὅτι θά διώξη τούς φαύλους βασιλεῖς καί ἔγινε Αὐτοκράτωρ!

Γιατί «ὅταν δέν ὑπάρχει Θεός, ὅλα ἐπιτρέπονται»!

Νά ἀκούσουμε, λοιπόν, τόν Ἅγιο Ἀνδρόνικο. Καί νά τόν ὑπακούσουμε:

«...Κανείς ἄς μήν ἀκούει τούς λαοπλάνους, πού ὑποστηρίζουν ὅτι γιά τόν χριστιανό εἶναι ἐντελῶς ἀδιάφορο τό πολιτικό σύ­στημα. Ὄχι! Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ζοῦμε σ’ αὐτόν τόν κόσμο, ἀπό τόν ὁποῖο δέν μποροῦμε νά φύγουμε παρά μόνο ὅταν τό θελήσει ὁ Πλάστης μας. Δέν πρέπει, λοιπόν, ν’ ἀδιαφοροῦμε γιά τήν πολιτική κατάσταση, κα­θώς ἕνα καθεστώς ἤ ἕνα πολίτευμα ἤ μιά κρατική ἐξουσία μπορεῖ εἴτε νά διευκολύνει τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας εἴτε νά τό δυσχεραίνει εἴτε ἀκόμα καί νά τό ἐμποδίζει μέ θανάσιμους διωγμούς...

...Ἔτσι, ἔχουμε τήν ὑποχρέωση νά ἐξετάσουμε τό παλαιό πολι­τικό σύστημα, πού ὑπάρχει ὡς τώρα, καί τό νέο, πού μᾶς προτείνουν, γιά νά διαπιστώσουμε ποιό ἀπό τά δύο συμβάλλει περισσότερο στήν ἐπίτευξη τοῦ προορισμοῦ τῆς ζωῆς μας. Κάτω ἀπ’ αὐτό τό πρῖσμα πρέπει νά ἐξετάζει ὁ χριστιανός ὅλα τά ἐγκόσμια πράγματα, ἕνα ἀπό τά ὁποῖα εἶναι καί τό πολιτικό σύστημα...

Σ’ ὅλους εἶναι γνωστό, τόσο ἀπό ἄλλες χῶρες παλαιότερα ὅσο καί ἀπό τή δική μας τώρα, τί γίνεται κατά τίς περιόδους τῶν ἐκλογῶν: Θυσιάζονται τά πάντα –ἡ πίστη, ἡ πατρίδα, ἡ οἰκογένεια– στόν βωμό τῆς νίκης ἑνός κόμματος, ὁποιουδήποτε κόμματος. Τρία μόνο χρόνια ἔχουν περάσει ἀπό τίς συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, καί ἡ χώρα μας ἔχει γίνει ἀγνώριστη, ὄχι, βέβαια, καλύτερη, ἀλλά χειρότερη. Ἡ πίστη ἀδυνάτισε καί τά ἤθη κατέπεσαν. Ἡ ἀ­θεΐ­α, ἡ ἀπροκάλυπτη διαφθορά, οἱ λεηλασίες καί οἱ ληστεῖες δέν ἀποτελοῦν πιά σπάνια φαινόμενα. Ἡ προεκλογική κομματική προπαγάνδα καταντᾶ πλήρης παραφορά, στήν ὁποία παραδίνονται ὁλοκληρωτικά οἱ ἄνθρωποι, ξε­χνῶντας ὅλα τά ἄλλα. Καί μετά τίς ἐκλογές, ὅποιο κόμμα καταλάβει τήν ἐξουσία μέ μιά εὐκαιριακή πλειοψηφία, αὐτό κυβερνᾶ ἀνεξέλεγκτα τό κράτος καί διοικεῖ ὅλους τούς πολῖτες του, διακηρύσσοντας ὅτι εἶναι ὁ μοναδικός ἐκφραστής τῆς θελήσεως τοῦ λαοῦ. Ἀλλά ποιός μπορεῖ νά τό πιστέψει;... Μή­πως ὑπῆρχε καί ὑπάρχει πραγματικό ἐνδιαφέρον γιά τόν λαό καί τήν πατρίδα, ὅταν ὅλα συνδέονταν καί συνδέονται μέ τήν πάλη καί τή νίκη τοῦ κόμματος;

Καί ἡ Ὀρθόδοξη πίστη περιφρονεῖται σέ τέτοιο βαθμό, πού ἀκόμα καί στήν “Ἐπιτροπή Ὁμολογίας τῆς Πίστεως” ἐξελέγησαν ὄχι μόνο χλιαροί ἤ καί ἄπιστοι Ρῶσοι, ἀλλά καί Ἑβραῖοι καί Ρωμαιοκαθολικοί Πολωνοί καί Μου­σουλμᾶνοι. Κι αὐτό σέ μιά χώρα πού ὁ πληθυσμός της στή συντριπτική του πλειοψηφία εἶναι Ρωσικός, Ὀρθόδοξος καί πιστός!

Μιά μικρή ὁμάδα, λοιπόν, τολμᾶ νά παρουσιάζει τόν ἑαυτό της σάν λαό καί τά παραληρήματά της σάν φωνή τοῦ λαοῦ! Μά αὐτό εἶναι ξεκάθαρος ἐμπαιγμός τοῦ συντάγματος, στό ὁποῖο, ὅπως φαίνε­ται, οὔτε οἱ ἴδιοι πιστεύουν...»*.

π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Τεῦχος 116

Φεβρουάριος 2012

* Ὑποσημ.: Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο: Ἕνας ἀσυμβίβαστος Ἱεράρχης Ἱερο­μάρτυς Ἀνδρόνικος Ἀρχιεπίσκοπος Πέρμ (1870-1918), τοῦ Ἡγουμένου Δαμασκηνοῦ (Ὀρλόφσκι), Ἔκδοση Ἱ. Μ. Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς 2011, σελ. 45-47