ποιος μφισβητε τήν ειπαρθενία τς Θεοτόκου,

ατός μφισβητε τήν Θεότητα το Χριστο!

koimisis 

ΑΕΙ ΠΑΡΘΕΝΟΣ Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΑΣ

 

  διδασκαλία τς κκλησίας μας εναι δόγματα καί δόγμα σημαίνει: λήθεια, Πραγματικότητα. Ατό πού δέν εναι λλις.

Πολλοί σκοντάφτουν στήν λέξη «δόγμα» γιατί εναι προκατειλημμένοι καί ατή προκατάληψη, λλά καί προπαγάνδα πού τήν ποδαυλίζει, χρηστεύουν τή λογική καί θον τούς νθρώπους νά παραλογίζονται.

ν σκεφθομε ψύχραιμα θά διαπιστώσουμε πώς κάθε λήθεια, κάθε πραγματικότητα εναι δόγμα.

Δόγμα εναι πώς γ εναι σφαιρική καί περιστρέφεται. Δόγμα εναι πώς καρκνος εναι σθένεια. Δόγμα εναι πώς κάθε νθρωπος χει κεφάλι καί καρδιά. Δόγμα εναι πώς τό νερό ποτελεται πό τά συστατικά Η2Ο. Δόγμα εναι πώς λιος εναι μιά θερμή σφαίρα ερίων, πού κπέμπει κτινοβολία καί κλύει νέργεια. Καί πόσα λλα πιστημονικά δόγματα πάρχουν...

Κάθε νθρωπος, βεβαίως, μπορε νά μφισβητήση λα τά παραπάνω, πως καί κάθε ποδεδειγμένη πό τήν πιστήμη πραγματικότητα. μως ατός νθρωπος θά χαρα-κτηρισθ –καί δικαίως– μαθής, σχετος η και φρενοβλα-βής.

ντιθέτως, στόν χρο τς πίστεως, στόν χρο τν ποδεδειγμένων πνευματικν πραγματικοτήτων, οἱ νθρωποι τς προπαγάνδας δέν δέχονται τήν ἴδια λογική καί μάχονται τήν κκλησία μας γιατί... δογματίζει!

Σέ πεσμα τν παραλόγων Θεότητα εναι Τρία Πρόσωπα. Εναι, δέν λλάζει! Ὁ Χριστός χει δύο φύσεις: Θεία καί νθρώπινη. Ατό δέν συζητεται, Εναι. Ἡ πραγματικότητα δέν χει κδοχές, εναι μία! Ἔχει δικαίωμα ποιοσδήποτε νά τήν ρνηθ λλά γιά νά μᾶς πείση πρέπει νά μᾶς ποδείξη τι πάρχει, ντί γι’ ατήν, μιά λλη μοναδική πραγματικότητα, ὄχι πειρες κδοχές, πως χει καταντήσει νά δέχεται τάχα σοφός σύγχρονος παράλογος νθρωπος, ρκε νά ρνηθ καί νά μφισβητήση τή μία λήθεια καί Πραγματικότητα.

* * *

 Ἕνα πό τά Δόγματα-Πραγματικότητες τς κκλησίας μας εναι ειπαρθενία τς Παναγίας μας.

Ἡ Παναγία μας εναι πρό το Θείου Τοκετο της Παρθένος, κατά τόν Τοκετό της Παρθένος καί μετά τόν Τοκετό της Παρθένος. Ατό μνε κκλησία μας, ατό ζε στή Θεία Λατρεία, ατή εναι λήθεια, γιατί ειπαρθενία τς Παναγίας μας εναι ρρηκτα συνδεδεμένη μέ τόν Θεάνθρωπον Υόν της καί, ποιος μφισβητε τό ειπάρθενον τς Θεοτόκου, ατός μφισβητε τήν Θεότητα το Χριστο!

 Ἄς προσπαθήσουμε, τας πρεσβείαις καί τῷ φωτισμῷ τς Θεοτόκου, νά προσεγγίσουμε, κάπως, τό μυστήριο τς ειπαρθενίας της.

 Ἡ νθρωπίνη φύσις το Χριστο μς δωρήθηκε πό τόν Ορανό, διά τς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τελεία, ναμάρτητη καί φθαρτη. Τήν πρώτη πόδειξη ατς τς ληθείας λάβαμε πό τόν Θεό μέ τόν τρόπο πού τέχθη Χριστός. Κύριός μας ξλθε πό τήν κοιλία τς Παναγίας μας ν ἦταν κεκλεισμένη Παρθενική θύρα, τήν ποία καί φησε κεκλεισμένη καί θικτη, διότι Ἄφθαρτος δέν προκαλε φθορά.

Ατό περισσς τό μολογε κκλησία μας: «Φυλάξας τά σήμαντρα σα Χριστέ, ξηγέρθης το τάφου, τάς κλες τς Παρθένου μή λημηνάμενος ν τ τόκῳ σου» (στ΄. δή Κανόνος το Πάσχα).

Χαρακτηριστικά εναι κόμη, τό Ἰδιόμελον τν Ανων τς ἑορτς τν Χριστουγέννων˙ «Δετε νυμνήσωμεν τήν Μητέρα το Σωτρος, τήν μετά τόκον πάλιν ὀφθεσαν Παρθένον», καθώς πίσης καί Οκος τς 26ης Δεκεμβρίου: «Σύ ε καρπός μου (μολογε ειπάρθενος), σύ ε ζωή μου. φ’ οὖ γνων, τι καί ὃ ἤμην εἰμί, σύ μου Θεός˙ τήν γάρ σφραγδα τς Παρθενίας μου ρσα κατάλυτον, κηρύττω σε τρεπτον Λόγον, σάρκα γενόμενον. Οκ οδα σποράν, οδα σε λύτην τς φθορς˙ ἁγνή γάρ εἰμι, σο προελθόντος ξ μο˙ ὡς γάρ εὗρες, λιπες μήτραν μήν».

Χριστός δέν φθειρε τήν Παρθενία τς Θεοτόκου κατά τήν Γέννησή Του, διότι ταν φθαρτος. λλ’ οὔτε μποδίσθηκε ξοδος το βρέφους Ἰησο πό τόν φυσικό φραγμό τς παρθενίας, πως δέν μποδίσθηκε μετά πό τριάντα τρία χρόνια ξοδός Του πό τό σφραγισμένο μνμα κατά τήν νάστασή Του καί ν συνεχεία εσοδός Του πρός τούς Μαθητάς Του «τν θυρν κεκλεισμένων».

δια νθρωπίνη φύσις το Χριστο, πού τέχθη πό τήν Παναγία μας, παρέμεινε καί μετά τήν νάσταση καί νάληψή Του. Μέ τίς διες Ἰδιότητες: Τελεία, ναμάρτητη, «μόθεος». Ατό φρονε κκλησία μας ταν ψάλλη: «Κύριε, σφραγισμένου το τάφου πό τν παρανόμων, προλθες κ το μνήματος, καθώς τέχθης κ τς Θεοτόκου» (ναστάσιμοι Ανοι, χος πλ. Α΄ ).

Συνεπς, ειπαρθενία τς Παναγίας μας δέν ὀφείλεται στό τι κείνη εναι θεά, πως τήν θεωρον σφαλμένα ο Ρωμαιοκαθολικοί, λλά στό τι εναι Θεοτόκος καί χι μόνο νθρωποτόκος. γέννησε Θεάνθρωπο καί χι «ψιλόν (δηλαδή ἁπλόν) νθρωπον».

ν Παναγία μας τεκε ἁπλόν νθρωπο, βεβαίως καί θά εχε ποστε φθορά παρθενία της. πειδή, μως, δέν γέννησε «νθρωπον ποθεωθέντα (=νθρωπο πού μετά γινε Θεός) λλά Θεόν νανθρωπήσαντα» (ἅγ. Ἰω. Δαμασκηνός), δηλαδή «ἅμα σάρξ, ἅμα Θεο Λόγου σάρξ» (=συγχρόνως σάρκα καί συγχρόνως Θεο Λόγου σάρκα), γι’ ατό εναι βλασφημία νά δεχθομε τι προκάλεσε παρθενική φθορά στήν Παναγία μας ναμάρτητος, σπορος, φθαρτος Κύριος καί Θεός μας.

Ο αρετικοί Προτεστντες –πό τούς ποίους καί χει διαδοθε ρνηση τς ειπαρθενίας τς Θεοτόκου– ποβιβάζοντας καί ποτιμντας τήν Παναγία μας (φο ρνονται νά δεχθον τά νεξίτηλα “σημεα” τς Θείας νανθρωπήσεως, πού φησε στό Πάντιμο Σμα της Υός της καί Θεός μας), οσιαστικά βλασφημον καί ρνονται τήν Θεότητα το Χριστο.

τσι ξηγεται ετελισμός το ερο Εαγγελίου πό τούς Προτεστντες καί ποβιβασμός το Χριστο χι πλς σέ κοινόν νθρωπο λλά καί σέ διεστραμμένο μοφυλόφιλο νθρωπο (!), κατ’ εἰκόνα το ποίου “χειροτονον” καί τούς ποιμένες τους καί καθοδηγον τούς “πιστούς” τους...

 

Πρωτοπρ. Βασίλειος Ἐ. Βολουδάκης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ »

Τεῦχος 36-38 ΙΟΥΛΙΟΣ- ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2005