«Ἐκ τοῦ στόματός σου κρινῶ σε»

«Ἐκ τοῦ στόματός σου κρινῶ σε»

                     (Κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιον Κεφ. 19, στίχ. 22)

Ὁ Μάϊος εἶναι ἄρρηκτα συνυφασμένος μὲ τὸ πιὸ δυσάρεστο γεγονὸς στὴν Ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν πτώση τῆς Βασιλεύουσας στοὺς Ὀθωμανούς.

Γιὰ τὴν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔχουν γραφτεῖ πολλὰ καὶ ἔχουν εἰπωθεῖ ἀκόμα περισσότερα, ὡστόσο, πάντοτε ἡ ἀνάμνησή της εἶναι μία πρώτης τάξεως εὐκαιρία γιὰ αὐτοκριτικὴ καὶ ἐσωτερικὴ ἐμβάθυνση στὰ λάθη μας, εἴτε τὰ προσωπικά, ἢ, σὲ ἐπίπεδο Ἔθνους.

Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ χαρακτηριστικὰ δημοτικὰ τραγούδια, ποὺ περιγράφει πολὺ ζωντανὰ τὴν ἀποφράδα ἐκείνη ἡμέρα εἶναι καὶ τὸ λεγόμενο, σύμφωνα μὲ τὴν καταγραφὴ τοῦ ἀειμνήστου Σίμωνος Καρᾶ, “Σταυρωτὸ τοῦ Πάσχα” ἀπὸ τὸ Νεοχώριο τῆς Χαλκιδικῆς.

Σημαίνει ὁ Θεός, σημαίνει ἡ γῆ, σημαίνουν τὰ ἐπουράνια

σημαίνει κι ἡ Ἁγιὰ Σοφιά, τὸ μέγα Μοναστήρι,

Μὲ τετρακόσια σήμαντρα κι ἑξηνταδυὸ καμπάνες.

Κάθε καμπάνα καὶ Παπᾶς, κάθε Παπᾶς καὶ Διᾶκος.

Ψάλλει ζερβὰ ὁ Βασιλιάς, δεξιὰ ὁ Πατριάρχης

κι ἀπ’ τὴν πολλὴ τὴν ψαλμουδιὰ ἐσειῶνταν οἱ κολῶνες

Νὰ μποῦνε στὸ Χερουβικὸ καὶ νά ’βγει ὁ Βασιλέας,

φωνὴ τοῦ ἦρθε ἐξ οὐρανοῦ κι ἀπ’ Ἀρχαγγέλου στόμα:

Πάψατε τὸ Χερουβικὸ κι ἂς χαμηλώσουν τὰ ἅγια,

Παπάδες πάρτε τὰ ἱερὰ κι ἐσεῖς κεριὰ σβηστεῖτε,

γιατί εἶναι θέλημα Θεοῦ ἡ Πόλη νὰ τουρκέψει.

Μον’ στεῖλτε λόγο στὴ Φραγκιὰ νὰ ‘ρθοῦν τρία καράβια

τὸ ‘νὰ νὰ πάρει τὸ Σταυρὸ καὶ τ’ ἄλλο τὸ Βαγγέλιο,

τὸ τρίτο τὸ καλύτερο τὴν ἅγια Τράπεζά μας,

μὴ μᾶς τὴν πάρουν τὰ σκυλιὰ καὶ μᾶς τὴ μαγαρίσουν.

Ἡ Δέσποινα ταράχτηκε καὶ δάκρυσαν οἱ εἰκόνες.

Σώπασε κυρὰ Δέσποινα καὶ μὴν πολυδακρύζεις

πάλι μὲ χρόνους μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θἆναι!...

Σίγουρα τὰ συναισθήματα, ποὺ προξενεῖ τὸ ἄκουσμά του, εἶναι ἀνάμεικτα, ἀφοῦ περιέχουν ἕνα μεῖγμα ἀναπόλησης, μελαγχολίας, λύπης, ἐλπίδος καί, ἐνδεχομένως, πολλῶν ἄλλων.

Ἔχει σημασία νὰ προσέξουμε δύο σημεῖα τοῦ τραγουδιοῦ καὶ πρωτίστως τὴν φράση: «Ψάλλει ζερβὰ ὁ Βασιλιάς, δεξιὰ ὁ Πατριάρχης». Σὲ μία ἐποχὴ ὅπου ὁ Αὐτοκράτορας λατρευόταν ὡς ἰσόθεος, στὴν Ἐκκλησία καὶ ἰδιαίτερα στὴν Θεία Λειτουργία ὁ βασιλεὺς ἔψαλλε στὸν ἀριστερὸ χορὸ καὶ ὄχι στὸν δεξιό, ἐκεῖ ὅπου πρωτοστατοῦσε ὁ Πατριάρχης! Τότε ὁ βασιληὰς καὶ ἔψαλλε καὶ ἦταν δεύτερος στὴν ψαλτικὴ τάξη, ἀκολουθῶντας τὸν Πατριάρχη, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν σημερινὴ ἐποχὴ ὅπου οἱ ἄρχοντες προσπαθοῦν νὰ περιορίσουν τὸν ρόλο τῆς Ἐκκλησίας στὸ ρόλο κάποιου “φιλανθρωπικοῦ φορέα”!

Βέβαια αὐτὰ συνέβαιναν ὅταν βασιλεῖς ἦσαν ἄνθρωποι τοῦ ἀναστήματος τῶν «Μιχαὴλ τοῦ Ὀρθοδόξου ἡμῶν βασιλέως, Ἀνδρονίκου τοῦ ἀοιδίμου καὶ μακαρίου βασιλέως ἡμῶν τοῦ Παλαιολόγου τοῦ τὴν προτέραν κατὰ Βαρλαὰμ συγκροτήσαντος σύνοδον γενναίως τε τῆς ἐκκλησίας Χριστοῦ καὶ τῆς ἱερᾶς ἐκείνης συνόδου προστάντος, καὶ πράγμασι καὶ λόγοις καὶ ταῖς διὰ στόματος ἰδίου θαυμασταῖς δημηγορίαις, τὰ μὲν εὐαγγελικὰ καὶ ἀποστολικὰ κρατύναντος δόγματα, τὸν δὲ προρρηθέντα Βαρλαάμ, αὐταῖς αἱρέσεσι καὶ συγγράμμασι καὶ ταῖς κατὰ τῆς ὀρθῆς ἡμῶν πίστεως κενοφωνίαις καθελόντος τε καὶ ἀποκηρύξαντος ὡς ἐν τοῖς ἱεροῖς τοῦτοις ἀγῶσι, καὶ τοῖς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας ἀριστεύμασι μακαρίως μεταλλάξαντος τὸν τῆδε βίον, καὶ πρὸς τὴν ἀμείνω καὶ μακαρίαν ἐκείνην διαβάντος λῆξιν» ὅπως ἀναφέρεται στὸ Συνοδικὸ τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἀντίστοιχα, στὸν θρόνο τοῦ Πατριάρχου βρισκόταν μεγάλα ἀναστήματα ὅπως εἶναι ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ Μέγας Φώτιος, ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Ε΄ καὶ πλῆθος ἄλλων.

Ἡ μετὰ τὴν Ἅλωση πραγματικότητα σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τόσο στοὺς Πατριάρχες, ὅσο καὶ στοὺς πολιτικοὺς ἄρχοντες εἶναι ἀπογοητευτική. Ἡ Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως σήμανε, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ τέλος τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, τὴν παρακμὴ τῆς ἀνθρωπότητος. Σήμερα ἡ Ἐκκλησία ἔχει τεθεῖ στὸ περιθώριο ἀπὸ τὴν πολιτικὴ ἐξουσία, ἐνῶ οἱ πολιτικὲς ἐπιδιώξεις καὶ σκοπιμότητες πολλῶν Πατριαρχῶν καὶ Ἱεραρχῶν ἔχουν ὁδηγήσει στὴν ἐκκοσμίκευσή της.

Τὸ δεύτερο σημεῖο, ποὺ ἀξίζει νὰ προσέξει κανεὶς στὸ τραγούδι αὐτὸ εἶναι ἡ προτελευταία στροφή: «Μον’ στεῖλτε λόγο στὴ Φραγκιὰ νὰ ‘ρθοῦν τρία καράβια, τό ‘να νὰ πάρει τὸ Σταυρὸ καὶ τὰ ἄλλο τὸ Βαγγέλιο, τὸ τρίτο τὸ καλύτερο τὴν ἅγια Τράπεζά μας, μὴ μᾶς τὴν πάρουν τὰ σκυλιὰ καὶ μᾶς τὴ μαγαρίσουν». Οἱ χριστιανοὶ τῆς Πόλης βλέποντας τὸν ἐχθρὸ πρὸ τῶν πυλῶν ξέχασαν τὴν ἐλπίδα τους, τὴν Παναγία μας, ποὺ εἶναι ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγὸς τοῦ Γένους μας καὶ στράφηκαν στὴν Δύση δίνοντας τὰ ἅγια τοῖς κυσὶ καὶ βάζοντας τοὺς μαργαρῖτες στοὺς χοίρους!1

Ὅ,τι πολυτιμότερο εἴχαμε οἱ Ὀρθόδοξοι, τὸ δώσαμε στοὺς Δυτικοὺς ἀπὸ τὸν φόβο μήπως τὸ μαγαρίσουν οἱ Ὀθωμανοί. Δυστυχῶς, ὅμως, οἱ Δυτικοὶ ἦσαν πάντοτε χειρότεροι ἀπὸ τοὺς ἄπιστους καὶ ἀπολίτιστους Μουσουλμάνους. Οἱ Δυτικοὶ διέφθειραν καὶ κατέστρεψαν ὅ,τι πολυτιμότερο εἴχαμε, δηλαδὴ τὴν Ὀρθόδοξο Πίστη καὶ τὶς Παραδόσεις μας! Σὲ ἐμᾶς ἔμεινε ὁ θρῆνος γιὰ αὐτά, ποὺ χάσαμε καὶ ἡ ἀβάσιμη ἐλπίδα πὼς κάποια μέρα θὰ τὰ πάρουμε πίσω. Τί τραγωδία! Τραγουδᾶμε τὸ λάθος μας, ἀλλὰ δὲν τὸ διορθώνουμε!

Ἐὰν δὲν συνειδητοποιήσουμε τὸ τί κάναμε λάθος καὶ κυρίως τὸ ὅτι μεταθέσαμε τὴν ἐλπίδα μας ἀπὸ τὸν Θεὸ στοὺς ἀνθρώπους, δὲν πρόκειται νὰ ἀλλάξει ποτὲ κάτι στὴν ζωή μας, ἀλλὰ οὔτε καὶ στὸ Ἔθνος. Ἁπλᾶ κάθε χρόνο θὰ δακρύζουμε στὴν ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος καὶ μετὰ θὰ ξεχνιόμαστε βυθισμένοι καὶ ἀγκιστρωμένοι στὶς στρεβλὲς ἐπιλογές μας μέχρι τὴν ἡμέρα, ποὺ θὰ ἀκούσουμε ὅλοι τὸ «ἐκ τοῦ στόματός σου κρινῶ σε, δοῦλε πονηρέ»!

Μανώλης Β. Βολουδάκης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 165

Μάϊος 2016