Ομιλία π.Βασιλείου για τα εγκαίνια της αιθούσης του Ορθοδόξου Τύπου

Στις 14 Νοεμβρίου ημέρα Κυριακή τελέσθηκαν τα εγκαίνια της αίθουσας της Πανελληνίου Ορθοδόξου Ενώσεως (ΠΟΕ) στην Ν. Ερυθραία, η οποία αφιερώθηκε στον πνευματικό προϊστάμενό της, μακαριστό Γέροντα Αρχιμανδρίτη π. Μάρκο Μανώλη. Για τον μακαριστό Γέροντα, ο οποίος ήταν και πνευματικός προϊστάμενος του «Ο.Τ.», ομίλησε ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Βασίλειος Βολουδάκης , προϊστάμενος του ιερού ναού μας , ο οποίος αναφέρθηκε στο δημοσιογραφικό και εκκλησιαστικό χάρισμα του μακαριστού Γέροντος, στους δημοσιογραφικούς αγώνες του και διερμήνευσε το πνεύμα της εφημερίδος "Ορθόδοξος Τύπος", που πηδαλιούχησε την Εκκλησία με το μοναδικό χάρισμα του π.Μάρκου. Τα εγκαίνια τέλεσε ο Μητροπολίτης Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού κ. Κύριλλος, ο οποίος μίλησε για την προσφορά του μακαριστού γέροντος στην Εκκλησία.

Ο π. ΜΑΡΚΟΣ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΩΣ ΕΡΓΟΝ ΘΕΟΥ

Δεν γνωρίζω πως επελέγη η ημερομηνία αυτή για να τελεσθούν τα εγκαίνια της Αιθούσης που αφιερώθηκε στον εκκλησιαστικό Πατέρα μας, μακαριστόν Αρχιμανδρίτην π. Μάρκον Μανώλην.

Εκείνο που διαπιστώνω, όμως, είναι ότι η Θεία Χάρις κατηύθυνε τα εγκαίνια στην 14η Νοεμβρίου για να επισημανθή από τον ουρανό με επίσημη εορτολογική έκφραση –μέσω των τριών μεγάλων αγίων που εορτάζουμε σήμερα– η ξεχωριστή, πολυώδυνη αλλά και πολύκαρπη επίγεια πορεία του π. Μάρκου. Πορεία αποστόλου, όπως ο άγιος Φίλιππος, αφού έδρασε σε όλους τους τομείς της Ποιμαντικής εντός και εκτός της Ελλάδος. Πορεία μεγάλου αντιαιρετικού θεολόγου, όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αλλά κρυμμένη στην αφάνεια ώστε ελάχιστοι να γνωρίζουν το εύρος της θεολογίας του. Και, τέλος, πορεία νεομάρτυρος, όπως ο άγιος Κωνσταντίνος ο Υδραίος, με την διαφορά ότι ο π. Μάρκος δεν άλλαξε ποτέ την πίστη του, αλλά οδηγήθηκε απειράκις στο μαρτύριο από εκείνους που αντάλλαξαν την Πίστη των Πατέρων μας με το κοσμικό και εμπαθές φρόνημά τους.

Αυτούς τους κατά καιρούς δημίους του ο π. Μάρκος τους συγχώρησε από τα βάθη της άμεμπτης καρδιάς του. Ακόμη και μέσα στη φρικτά επώδυνη κατάσταση της ασθενείας του των τελευταίων ημερών, με μεγάλη ένταση της ψυχής του ανεφέρετο με στοργή και αγάπη περισσότερο στα πρόσωπα εκείνων που τον πολέμησαν και τον αδίκησαν και λιγώτερο στα πρόσωπα των συνεργατών του και των πνευματικών παιδιών του.

Ο π. Μάρκος συγχώρησε τους δημίους του. Εμείς, όμως, δεν είναι δυνατόν να αμνηστεύουμε ούτε να συνεργαζόμεθα με τους δημίους του χωρίς αυτοί να εκφράσουν δημόσια τη συγνώμη τους προς το πρόσωπό του, όπως δημόσια τον πολέμησαν. Αυτό είναι το ήθος της Εκκλησίας. Αυτή είναι η πράξη της Εκκλησίας μας, να μη συγχωρή και να μη συνεργάζεται με τους αμετανόητους σταυρωτάς του Κυρίου μας. Αυτό απαιτεί η κατά Θεόν φιλία, η δικαιοσύνη, η γνήσια αγιογραφική αγάπη. Νά συγχωρούμε και να αγαπούμε τους προσωπικούς εχθρούς μας αλλά όχι τους εχθρούς του Χριστού και των ανθρώπων του!

Στον χώρο που βρισκόμαστε είναι αισθητή η παρουσία του π. Μάρκου. Η ζωντανή του παρουσία. Αδυνατούμε να τον θεωρήσουμε νεκρόν, γιατί η μορφή του είναι Πρόσωπο, καθαρή εικόνα του Χριστού, εικόνα της Εικόνος του Θεού του Αοράτου.

Ο π. Μάρκος δεν είναι νεκρός, γιατί δεν είναι δυνατόν να κρατηθή από τον θάνατο αυτός που είναι ενωμένος με <τον αρχηγόν της ζωής>. Ο π. Μάρκος είναι παρών, μας βλέπει, μας ακούει και παρακαλεί ακόμη και τώρα τον Χριστό μας να μη τον τιμήση μπροστά στους ανθρώπους, να μη τον φανερώση, αλλά να τον αφήση στην κατά κόσμον αδοξία, αυτήν που τόσο πολύ αγάπησε και επεδίωξε σε ολόκληρη τη ζωή του! Εμείς, όμως, <ου δυνάμεθα α είδομεν και ηκούσαμεν μη λαλείν> (Πραξ. 4,20).

Χρέος μας είναι να προβάλλουμε την προσωπικότητά του γιατί έχει ανάγκη ο λαός μας το “στίγμα” της ξεχωριστής πορείας του και της προσφοράς του. Μιας προσφοράς, της οποίας η έλλειψη έχει αρχίσει, δυστυχώς, να γίνεται κατάδηλη, ιδίως στον χώρο της κατά Θεόν δημοσιογραφίας, όπου σήμερα καλούμεθα να στρέψουμε κυρίως τον λόγο μας.

¬ ¬ ¬

Ο π. Μάρκος είχε το χάρισμα της κατά Θεόν δημοσιογραφίας, που ήταν και η ειδοποιός του διαφορά από τους άλλους ανθρώπους του Θεού. Είχε την ειδικότητα του δημοσιογράφου της Εκκλησιαστικής Αληθείας, που είναι η Αλήθεια των αληθειών. Ένα χάρισμα που σε άλλες εποχές δεν προϋπήρξε, γιατί οι συνθήκες των τότε καιρών δεν το απαιτούσαν.

Αυτό, γιατί ποτέ στο παρελθόν –μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα– δεν είχε παρουσιασθεί το φαινόμενο να προτιμά η Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Διοίκηση τους αιρετικούς και όχι τα πνευματικά της παιδιά! Ποτέ άλλοτε δεν είχε δείξει τόση ομοψυχία με τους ετεροδόξους, τόση στοργή προς τους διαδόχους της Ιεράς Εξετάσεως αλλά και ισόμετρη ασπλαχνία και αποστροφή προς τους πιστούς της Πατρώας ευσεβείας!

Ήταν, λοιπόν, οριακή η στιγμή της ιδρύσεως της Π.Ο.Ε., στις 21 Νοεμβρίου του 1958, και ακόμη πιο κοντά στο όριο η έκδοση του 1ου τεύχους του <Ορθοδόξου Τύπου> (τότε με τίτλο “ΤύποςΕλληνικός Ορθόδοξος”, τον Ιανουάριο του 1961.

Τότε ακριβώς, που ήταν η ανάγκη, τότε άρχισε να ενεργή το χάρισμα της κατά Θεόν δημοσιογραφίας, αφού μετά από λίγο, το 1963, έπεσαν και τα τελευταία προσχήματα των εκκλησιαστικώς διοικούντων και ο Πατριάρχης Αθηναγόρας, κηρύσσοντας <γυμνή τη κεφαλή> αίρεση, αφαίρεσε την Αλήθεια της Θεολογίας από την Αγάπη, μετατρέποντας την Θεία Αγάπη σε υπόθεση σκοπιμοτήτων, και εμπλέκοντας ολόκληρη τήν Ορθόδοξη Εκκλησία σε δεινή περιπέτεια, από την οποία μόνο ο Θεός γνωρίζει πως, τελικά, θα διασωθή πνευματικά ο λαός του Θεού.

Ιδρυτής της Π.Ο.Ε. και του Ο.Τ. ο φλογερός μαχητής μακαριστός
Αρχιμανδρίτης π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος, ψυχή, όμως, του Ορθοδόξου Τύπου από την πρώτη στιγμή ο π. Μάρκος, ως πρώτος και εποπτεύων ουσιαστικά την έκδοση δημοσιογράφος, λαϊκός ακόμη, με το βαπτιστικό του όνομα, Χαράλαμπος.

Όραμα και πόθος του ιδρυτού της π. Χαραλάμπους ήταν η έκδοση καθημερινής εκκλησιαστικής εφημερίδος, όμως κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό, οπότε αποφασίσθηκε σάν ένα πρώτο βήμα η μηνιαία έκδοση εφημερίδος με τίτλο <ΤΥΠΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ>. Με τον τιτάνιο και πολυετή χαρισματικό αγώνα του π. Μάρκου η έκδοση έγινε εβδομαδιαία και 8σέλιδη!

Έργο της νέας δημοσιογραφίας, της κατά Θεόν και όχι της κατά κόσμον –έργο, που ανεδείχθη Χάρισμα Θεού κατά την ενάσκησή του από τον π. Μάρκον– ήταν να καλέση, με ξεκάθαρη λογική και θεολογία, <εις ενότητα όλα τα διεσκορπισμένα τέκνα του Θεού>, όλους τους ανθρώπους του Θεού, Κληρικούς και Λαϊκούς, που δεν ανεπαύοντο με τη συμπεριφορά της πανορθοδόξου Εκκλησιαστικής Διοικήσεως. Μια συμπεριφορά ακατανόητα μειοδοτική, αντιπνευματική, άδικη εν πολλοίς, προσωποληπτική, χωρίς γνησιότητα, χωρίς δύναμη Θεού, χωρίς Πνεύμα Άγιο.

Η εφημερίδα της Π.Ο.Ε. έγινε <η όρνις που συνήγαγε υπό τάς πτέρυγάς της> και εθέρμανε τον λαό του Θεού, τον συγκράτησε από την προσφυγή σε Σχισματικές Παρατάξεις και του έδωσε ελπίδα και βεβαιότητα ότι Ζει Κύριος ο Θεός! Έδειξε και απέδειξε ότι δεν <ητόνησεν ο Νόμος ούτε αργεί το Ευαγγέλιον>, αρκεί ο άνθρωπος να είναι πρόθυμος να γίνη μαθητής του Χριστού. Έδειξε και απέδειξε πως <ου θαυμάζει πρόσωπον ουδέ λαμβάνει δώρον> αλλ’ ότι <ποιεί κρίμα τοις αδικουμένοις και δίδει τροφήν τοις πεινώσι>.

Μέσω της Εφημερίδος της η Π.Ο.Ε. έδειξε το αληθινό Πρόσωπο της Εκκλησίας γι’ αυτό και την αγκάλιασαν από την πρώτη κιόλας στιγμή, την πλαισίωσαν και την επλούτισαν οι εγκυρότεροι Πνευματικοί Πατέρες της Ορθοδοξίας.

Έτσι, ο <Ο.Τ>, δεν έμεινε μιά απλή εφημερίδα αλλά έγινε η Συνείδηση και η Φωνή της Ορθοδοξίας, ώστε να μπορούμε να ειπούμε, χωρίς να είναι αυτό υπερβολή, ότι σε πολλές δύσκολες στιγμές ανέλαβε την πηδαλιουχία της Εκκλησίας! Επηρέασε και θέλουμε να εξακολουθήση να επηρεάζη επ’ αγαθώ την πορεία της Στρατευομένης Εκκλησίας, γι’ αυτό και η ευθύνη του είναι μεγάλη αλλά και ο Έπαινος των συνεργών του θα είναι <ο της Δικαιοσύνης Στέφανος>.

¬ ¬ ¬

Οι προϋποθέσεις της εντελώς νέας δημοσιογραφικής αντιλήψεως, που εισήγαγε ο π. Μάρκος μέσω του <Ο.Τ.>, όπως, επίσης, το <πιστεύω> και ο σκοπός εκδόσεως της εφημερίδος αποτυπώνονται στο κύριο άρθρο του 1ου φύλλου, που είχε τίτλο <Απευθυνόμεθα προς τους Έλληνας>, και ήταν κείμενο γνωριμίας με τους αναγνώστες και εκφραστικό του πνεύματος του εντύπου και των συνεργατών του.

Διαβάζουμε κάποια ενδεικτικά σημεία του άρθρου αυτου:

<...Η εφημερίς μας είναι απαύγασμα, είναι βλάστημα αγνής και ατρέπτου Ορθοδόξου Χριστιανικής Πίστεως. Είναι κατοπτρισμός, γλυκεία φεγγοβολή αγάπης προς την Ελληνικήν Πατρίδα, σεβασμού προς την σεπτήν μας Εκκλησίαν...

...Οι γράφοντες είναι άνθρωποι ποικίλης καταρτίσεως, θέσεως και διαμορφώσεως...

...Μας συνενώνει όλους ένα κοινόν γνώρισμα: η ανιδιοτέλεια των αναζητήσεών μας^ η προσευχή, η θερμή επίκλησις του Παναγίου και Τελεταρχικού Πνεύματος^ η συναίσθησις ότι η Ορθοδοξία κινδυνεύει και η Πατρίς κλυδωνίζεται εν μέσω θυέλλης...

...Αρρήκτως μας ενώνει, αδιακρίτως βαθμού μορφώσεως και κοινωνικής θέσεως, η ομόρροπος νοοτροπία, η ομότροπος ιδεολογία υπέρ του γλυκυτάτου μας Ιησού, της Εκκλησίας Του και της θείας Οικονομίας Του, η οποία τοσαύτα επεδαψίλευσε και χορηγεί εις το περιούσιον και ένδοξον Γένος των Ελλήνων...

... Συντάσσομεν τον <ΤΥΠΟΝ> δίδοντες αντί μελάνης, σταγόνας αίματος από την ιδίαν καρδίαν μας, αντί σχημάτων ρητορικών λέγομεν την αλήθειαν, υπογραμμίζοντες αυτήν με τους στεναγμούς μας και με τα πύρινα δάκρυά μας>.

Μόνο με αυτές τις πνευματικές προϋποθέσεις εξηγείται το γιατί στην αμέσως επομένη παράγραφο του ίδιου άρθρου χαρακτηρίζεται η δημοσιογραφία ως <θείον λειτούργημα>. Και ο χαρακτηρισμός αυτός –που για πρώτη φορά αποδίδεται στη δημοσιογραφία– αφ’ ενός μεν τίθεται ως γνώμονας γι’ αυτούς που δημοσιογραφούν στον <Ο.Τ.>, αφ’ ετέρου δε, εξηγεί στους αναγνώστες του το “πως” και το “γιατί” ασκεί η εφημερίδα αυτου του είδους τη δημοσιογραφία:

<Την δημοσιογραφίαν –το θείον αυτό και τόσον κακοποιημένον λειτούργημα!– ασκούμεν από σήμερον με ένα γνώμονα: τον φωτισμόν εκ του Πατρός των Φώτων, εξ ου πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον. Η πέννα μας θα συμβουλεύη, θα δέχεται συμβουλάς, θα εξαίρη τα καλά. Αλλά θα στηλιτεύη και θα καυτηριάζη τα κακά, όταν, μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν και υπόμνησιν, το κακόν δεν θα εννοή να παραχωρή την θέσιν του εις το καλόν...

...ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΟΥΜΕΝ πάντας ότι αι διόπτραι, τα περισκόπια, τα ραντάρ και τα καλειδοσκόπια των συνεργατών της εφημερίδος μας θα είναι άγρυπνα ημέρας τε και νυκτός και εν λειτουργία. Το φραγγέλιον δεν πρόκειται να εκφύγη των χειρών μας, αλλά και η χριστιανική συγκατάβασις, καλωσύνη και επιείκεια δεν θα εγκαταλείπη ουδ’ επί στιγμήν την καρδίαν και τα χείλη μας κατά την επί του χάρτου αποτύπωσιν των στοχασμών μας.

Προβλέπομεν, ότι αναποφεύκτως θα δημιουργήσωμεν και εχθρούς. Ίσως θα στενοχωρήσωμεν και ωρισμένους εκ των φίλων και αδελφών συνεργατών μας. Τί ποιητέον;

Ο Χριστός μας είναι αιμόφυρτος ακόμη επί του Τιμίου και ζωοποιού Του Σταυρού. Η Εκκλησία Του βάλλεται και ριπτάζεται υπό κυμάτων λυσσωμανών. Η ποίμνη Του χειμάζεται αξιοθρηνήτως. Λύκοι βαρείς, προβατόσχημοι και ακόρεστοι επέπεσαν και κατακόπτουν αυτήν μοχθηρώς. Η παντοία Ηγεσία φωράται καταφώρως και ανυποφόρως χωλαίνουσα τον οδηγητικόν ρόλον της και ανίκανος να συλλάβη εις την αγχώδη αυτήν στιγμήν του εθνικού, θρησκευτικού και κοινωνικού μας βίου...

Ο <ΤΥΠΟΣ Ελληνικός Ορθόδοξος> θα είναι το εγερτήριον σάλπισμα, που θα ζητήση να αφυπνίση εκ της αδρανείας και του ληθάργου τα πυκνά νοήματα και ενεργήματα των χριστιανικών ορθοδόξων καρδιών μας.

Εμπνευστής μας; Ο αιμάσσων επί του Σταυρού Χριστός. Δυναμισμός μας; Η μετά συντριβής και ταπεινώσεως επίκλησις της βοηθείας του Μεγαλοδυνάμου και Παναγάθου Θεού, ου η δόξα και το Κράτος εις τους αιώνας των αιώνων>.

Και, το άρθρο κλείνει με εκφράσεις που δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία ότι το έργο της εφημερίδος άρχισε εν πλήρει γνώσει των κατ’ άνθρωπον ανυπερβλήτων δυσκολιών, των μαχών αλλά και των προσωπικών θυσιών που απαιτούντο:

<....Με αυτάς τάς αρχάς, με αυτάς τάς ιδέας, με αυτάς τας πεποιθήσεις. Με αυτήν την βαθείαν συναίσθησιν των ευθυνών μας και την ολόψυχον ετοιμότητα δια πάσαν θυσίαν, ξεκινούμεν σήμερον εις το έργον μας, που το εννοούμεν ως Γολγοθάν και ως υπερτάτην αποστολήν μας>.

Ο συντάκτης του απολογητικού και οδηγητικού αυτου πρώτου άρθρου, το οποίο εχάραξε και την όλη πορεία του <Ο.Τ.> παρέμεινε άγνωστος, αφού το κείμενο φέρει την υπογραφή: <Η Π.Ο.Ε.>.

Επεχείρησα κάποια στιγμή (μετά την ομιλία μου για τα 50 χρόνια της Πανελληνίου Ορθοδόξου Ενώσεως, στις 21 Νοεμβρίου του 2009) να μάθω από τον π. Μάρκο το όνομα του συντάκτου αυτού, λέγοντάς του ότι πιστεύω πως είναι δικό του το κείμενο, αλλά εισέπραξα μόνο ένα παιδικό χαμόγελο αντί άλλης απαντήσεως. Δεν τον επίεσα τότε να μου ειπή και, τελικά, δεν πρόλαβα, γιατί, εν τω μεταξύ, έφυγε από τη ματαιότητα του κόσμου μας παίρνοντας το μυστικό μαζί του. Ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι είναι κείμενο του π. Μάρκου, στηριζόμενος σ’ εκείνο το χαμόγελο, με το οποίο συνήθιζε να κρύβη ό,τι θα τον τιμούσε.

Όποιος, όμως, και να είναι ο συντάκτης του άρθρου, αναντίρρητο είναι ότι ο π. Μάρκος εξεφράζετο πλήρως με το περιεχόμενό του, αφού τηρούσε αταλάντευτα μέχρι κεραίας τις προβαλλόμενες από αυτό αρχές, τις προϋποθέσεις και τους στόχους του.

¬ ¬ ¬

Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να μιλήσω πολύ για το πως αντελαμβάνετο ο π. Μάρκος την κατά Θεόν δημοσιογραφία, αφού αυτό αναλύεται μέσα από τις γραμμές του σαλπίζοντος κειμένου, του οποίου μόλις διαβάσαμε τα κυριώτερα σημεία. Εξ άλλου, ο <Ο.Τ.>, ήταν ο π. Μάρκος, αφαιρουμένων, βεβαίως, των τρωτών σημείων που είναι αναπόφευκτα σε συλλογικά έργα και, μάλιστα, στη δημοσιογραφία, όπου οι συντάκτες των άρθρων διατηρούν ακεραία την προσωπι-κή τους ευθύνη.

Χρειάζεται, όμως να εξηγήσω λίγο περισσότερο τον “νουν” της κατά Θεόν “σχολής δημοσιογραφίας” που δημιούργησε ο π. Μάρκος με την εφημερίδα, γιατί δεν είναι λίγες οι φορές που ο <Ο.Τ.> απετέλεσε, λόγω της κριτικής και του ελέγχου του κατά της εκκλησιαστικής διοικήσεως, <λίθον προσκόμματος> όχι μόνο αδαών περί τα πνευματικά ανθρώπων αλλά και εναρέτων ανθρώπων, που, όμως, δεν είναι εις θέσιν να διακρίνουν πάντοτε, αλλά συγχέουν την αμαρτία με το χρέος και την ομολογία.

Είναι εκπληκτικό, ότι παρά την σαφή εντολή της Αγίας Γραφής –γραμμένη στο κατ’ εξοχήν εκκλησιολογικό της κείμενο– <μη συγκοινωνήτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους, μάλλον δε και ελέγχετε> (Εφ. 5,11), επεκράτησε η αντίληψη πως η εκκλησιαστική διοίκηση βρίσκεται στο απυρόβλητο και, συνεπώς, αποτελεί έγκλημα καθοσιώσεως η επισήμανση εκείνων των ενεργειών και των πράξεων των διοικούντων, που αλλοιώνουν το φρόνημα και το ήθος της Εκκλησίας.

Αυτή η αντίληψη, βεβαίως, ευνοεί τους απ’ αιώνων παραβάτες, εφ’ όσον μετατρέπει το λογικό ποίμνιο σε άλογα όντα, τα οποία έχουν ως μοναδική αποστολή να υπακούουν τυφλά και ανεξέταστα στους εκάστοτε εκκλησιαστικώς κρατούντες και να γεμίζουν με τα χρήματα του μόχθου τους τα εκκλησιαστικά ταμεία.

Αυτή την αντίληψη πολέμησε απ’ αρχής ο <Ο.Τ.> Διέκρινε ότι τα δεδομένα του κόσμου άλλαξαν. Ότι η πληροφορία κινείται πλέον με ταχύτητα αστραπής και γίνεται κτήμα και του πιο αδιάφορου για ειδήσεις πολίτη. Κατά συνέπεια και οι εκτροπές των εκκλησιαστικών προσώπων αλλά και των εκκλησιαστικών φορέων γνωστοποιούνται, και γι’ αυτό, κάθε άλλο παρά ποιμαντικώς ωφέλιμο είναι το να να μη στηλιτεύονται. Το να στηλιτεύονται, αποδεικνύει ότι δεν έχει σαπίσει όλος ο εκκλησιαστικός οργανισμός αλλά μόνο κάποια συγκεκριμένα μέλη του. Η συγκάλυψη, όμως, είναι ολέθρια γιατί, τους μεν <ασθενείς τη πίστει> ευσεβείς ανθρώπους εξωθεί σε σχισματικές ευσεβοφανείς Παρατάξεις, στους δε εκτός της Εκκλησίας εδραιώνει την πεποίθηση ότι η Εκκλησία είναι ένα θρησκευτικό Θέατρο επιτηδείων που εκμεταλλεύεται τους αφελείς.

Ο <Ο.Τ.>, λοιπόν, με το εκφραστικό του κύρος και την απήχησή του στις συνειδήσεις των πιστών, κληρικών και λαϊκών, θορύβησε από νωρίς τους καπήλους του εκκλησιαστικού χώρου. Έτσι άρχισε ο πόλεμος των νομικών διώξεων, ο οποίος άλλοτε γινόταν με υποκινούμενα πρόσωπα και άλλοτε απ’ ευθείας από την εκκλησιαστική διοίκηση.

Ο πόλεμος εναντίον του <Ο.Τ.> και του π. Μάρκου δεν ήταν πόλεμος εκκλησιαστικός εναντίον ενός καινοτόμου που θέλησε να εκκοσμικεύση την εκκλησιαστική ζωή, αλλά ήταν πόλεμος παρανομούντων που αγωνίζονταν να μη έλθουν στο φως τα έργα και οι μεθοδεύσεις τους που αλλοίωναν το ήθος της Εκκλησίας.

Ο πόλεμος, όμως, αυτός, όχι μόνο δεν έβλαψε τον <Ο.Τ.> αλλά τον κατέστησε πηδαλιούχο του εκκλησιαστικού Σώματος σε πολλές και δύσκολες περιόδους.

Αυτό, γιατί ο π. Μάρκος δεν άσκησε τη δημοσιογραφία κοσμικά αλλά πνευματικά, με τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις , που προείπαμε.

Εγκαινίασε μια δημοσιογραφία που ταυτίζεται με την πνευματική ζωή, έστρεψε την εφημερίδα σε όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής των πιστών και όχι μόνο στα λειτουργικά και εκκλησιαστικά θέματα και έδωσε βήμα και σε αντιφρονούντες για τη διεξαγωγή γόνιμου διαλόγου στα κρίσιμα, κυρίως, θεολογικά και ποιμαντικά θέματα, όπως ο Οικουμενισμός, οι σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας και πολλά άλλα.

Ποτέ δεν υπέταξε τη δημοσιογραφία του στους κανόνες και στις πολυποίκιλες σκοπιμότητες, γι’ αυτό ήταν πάντοτε στο πλευρό εκείνων που είχαν το δίκαιο και την αλήθεια, είτε ήσαν κήρυκες της αληθείας είτε διωκόμενοι υπέρ της αληθείας. Και αυτό το επετύγχανε, θυσιάζοντας παντελώς τον εαυτό του.

Η δημοσιογραφία του π. Μάρκου δεν έχει προηγούμενο. Είναι κάτι εντελώς νέο, σφραγισμένη με την καθαρότητα, την αρετή του, τη βαθύτατη και ευρεία θεολογική του κατάρτιση και την σπάνια πνευματική του όραση και διόραση.

Από την αρχή που ξεκίνησε, όλα τα έκαμε διαφορετικά από αυτά που έχουμε συνηθίσει.

Δεν άρχισε τη δημοσιογραφία όπως οι πολλοί και, μάλιστα, οι σύγχρονοι. Δεν σπούδασε απλώς τον τρόπο επεξεργασίας και συγγραφής των θεμάτων και τη δημοσιογραφική τους προβολή. Θέλησε να γνωρίση πρόσωπα και πράγματα από κοντά, από τότε που ήταν ακόμη λαϊκός. Θέλησε να τους γνωρίση όλους, να μήν εικάζη, αλλά να γνωρίζη, για να μη αδικήση κανένα.

Γι’ αυτό πήγε και γνώρισε από κοντά όλα τα εκκλησιαστικά περιβάλλοντα της εποχής της νεότητός του, κάνοντας αρχή από τη συντροφιά του Χρ. Γιανναρά, που της παρέδιδε τότε μαθήματα ο δάσκαλός τους, ο μακαρίτης Δημήτρης Κουτρουμπής. Παρακολούθησε πάμπολλες θεολογικές συνάξεις όλων των εκκλησιαστικών τάσεων και απόψεων, επεσκέπτετο τις Ι. Μονές και τους Ι. Ναούς, μέχρι του ακροτάτου σπηλαίου του Αγίου Όρους. Τα τελευταία, μάλιστα, χρόνια γνώρισε από κοντά σχεδόν όλη την παγκόσμια Ορθοδοξία.

Αυτή η ενημέρωσή του, όχι μόνο για το τι λέει και διδάσκει ο καθένας, αλλά, κυρίως, για το ποιός είναι ο καθένας, ήταν αδιάκοπη. Ποτέ δεν επέτρεψε να γραφή κάτι στον <Ο.Τ.> αν δεν ήταν απόλυτη αλήθεια, γι’ αυτό και δεν χρειάσθηκε ποτέ να ζητήση συγγνώμη η εφημερίδα για τα γραπτά της, παρά τις δικαστικές θύελλες που αντιμετώπισε.

Πάντοτε δημοσίευε πολύ λιγότερα από όσα γνώριζε. Και ποτέ, μα ποτέ δεν δημοσίευσε σκάνδαλα ηθικά, εκτός αν είχαν δει προηγουμένως το φως της δημοσιότητος, οπότε η στηλίτευσή τους ήταν απαραίτητη για να υποχρεωθή η εκκλησιαστική διοίκηση να τα αντιμετωπίση και να παύση ο σκανδαλισμός των πιστών.

Πάμπολλες φορές τον άκουσα να αποτρέπη συνεργάτες του από δημοσιεύματα που σχεδίαζαν να ετοιμάσουν με εμπάθεια χωρίς να γνωρίζουν σε βάθος την αλήθεια και δεν δημοσίευε όσα παρόμοια είχαν ήδη έτοιμα. Πολλές φορές περιήρχοντο στα χέρια του στοιχεία, που για τις κοσμικές εφημερίδες θα ήταν “χρυσάφι”. Και όμως! Τα έπαιρνε και τα εξαφάνιζε(!) γιατί η δημοσίευσή τους θα έβλαπτε πνευματικά.

Πόσες φορές μου έστειλε υλικό με την ένδειξη “για τον π. Βασίλειο”, και με την ανάγνωση καταλάβαινα ότι δεν θέλει αυτά τα συγκεκριμένα να δημοσιευθούν. Αυτά δεν του τα επέστρεφα με παρατηρήσεις ή σκέψεις μου και εκείνος δεν μου τα ζητούσε και έμεναν αδημοσίευτα. Σε μετέπειτα συνάντησή μας, μου έκανε λόγο γι’ αυτά, τα θυμόταν πολύ καλά –γιατί διέθετε πρωτοφανή μνήμη– και μου επεβεβαίωνε ότι δεν έπρεπε να δημοσιευθούν. Ποτέ δεν δημοσίευσε παραπλανητικό πηχιαίο τίτλο για “κράχτη”, όπως γίνεται συχνά στον κοσμικό τύπο. Ποτέ δεν προέταξε την πώληση πολλών φύλλων εις βάρος της αληθείας, του χριστιανικού ήθους και της αγάπης. Πάντοτε επαινούσε το καλό, φίλων και εχθρών.

Και όμως ο π. Μάρκος, με αυτά τα σπάνια χαρίσματα και την πεντακάθαρη και αγνή δημοσιογραφία χλευάσθηκε όσο κανείς σύγχρονος ή και παλαιότερος κληρικός. Χλευάσθηκε από κληρικούς και λαϊκούς, από εκκλησιαστικά και καθηγητικά περιβάλλοντα και έμεινε πάντοτε στο περιθώριο της διαφημιζόμενης και πάντοτε προβαλλόμενης θεολογικής κάστας, που θεωρείται από τους αδαείς ως η “ελίτ” της Ορθοδοξίας .

Δεν χλευάσθηκε μόνο. Παρέμεινε διάκονος 19 ολόκληρα χρόνια, τιμωρημένος για την καθημερινή ομολογία της Πίστεως και την προσήλωσή του στο Ορθόδοξο χριστιανικό ήθος! Έζησα από πολύ κοντά όλη αυτή τη χλεύη και το εναντίον του πάθος της εκκλησιαστικής διοικήσεως. Ούτε στη χειροτονία μου δεν τον άφησε να λάβη μέρος ο χειροτονήσας με αρχιεπίσκοπος. Τέτοιο πάθος!

Δεν ήταν, όμως μόνο η διοίκηση εναντίον του. Αυτή μας έχει συνηθίσει από τα χρόνια του Χριστού. Ήσαν και εκείνοι που τον χρησιμοποιούσαν, όταν συμφωνούσαν με κάποια τοποθέτηση της εφημερίδος, γιατί τους ευνοούσε, και όταν εθίγοντο άλλα θέματα που τους ήλεγχαν ή δεν υπηρετουσαν τις επιδιώξεις τους, έκαναν πως δεν τον γνωρίζουν, άλλοι δε και εστρέφοντο εναντίον του και τον πολεμούσαν.

Ήσαν και αγιορείτες Πατέρες, που κατά καιρούς διεμήνυαν με προσκυνητάς τη γνώμη τους για τον π. Μάρκο με αφορμή τις θέσεις του <Ο.Τ.>, χωρίς να έχουν την πνευματική ορατότητα που είχε εκείνος. Ακόμη και ο π. Παΐσιος του είχε διαμηνύσει κάποτε ότι <θα πάη στην κόλαση χωρίς να το καταλάβη>, αλλά ο π. Παΐσιος, παρά την αναμφισβήτητη αγιότητά του –την οποία ευλαβούμαι με ευγνωμοσύνη– είχε τότε κάνει λάθος, όπως έχει κάνει λάθος και στα όσα έγραψε για το χάραγμα του αντιχρίστου και από την αναπαραγωγή του λάθους αυτού ταλαιπωρείται μέχρι σήμερα το Ορθόδοξο πλήρωμα.

Το αποκορύφωμα της αποδοκιμασίας του προσώπου του π. Μάρκου ήταν η αχαρακτήριστη συμπεριφορά ενός λογίου και πολύπροβαλλομένου Ηγουμένου Αγιορειτικής Μονής –πάντοτε σφόδρα αντίθετου με τον <Ο.Τ.> και ιδιαιτέρως με τον π. Μάρκο– ο οποίος, πρίν λίγα μόλις χρόνια, σε αγρυπνία του Αγ. Όρους, με σκαιότητα τον ανάγκασε να ξεφορέση τα άμφιά του, και του απαγόρευσε να λειτουργήση!

Αυτό το πληροφορήθηκα από αυτόπτη μάρτυρα και όταν ρώτησα τον π. Μάρκο να μου επιβεβαιώση την απίστευτη αυτή πληροφορία, εκείνος απλώς μου ένευσε καταφατικά με το γνωστό παιδικό του χαμόγελο, χωρίς να προσθέση ούτε μία λέξη!

Κάποιες, πολύ λίγες, αλλά με απήχηση στους εκκλησιαστικώς κρατούντες αγιορειτικές εξαιρέσεις (γιατί στην πλειοψηφία του το άγιον Όρος ευλαβείτο τον π. Μάρκον), είχαν δώσει κατά το παρελθόν το δικαίωμα στο περιβάλλον του αρχιεπισκόπου Σεραφείμ (με πρωτοστάτη τον μακαρίτη Ιωάννη Χατζηφώτη, πρώην συνεργάτη του <Ο.Τ.> και μετέπειτα σφοδρό πολέμιο), να συντάξη μιά επαίσχυντη εγκύκλιο 2564/25-10-1993, μετά τα θλιβερά επεισόδια της Κηφισιάς, την οποία υπέγραψε μόνο ο αρχιεπίσκοπος και ο τότε αρχιγραμματεύς Αρχιμ. Δαμασκηνός Καρπαθάκης, ερήμην της Ι. Συνόδου. Η εγκύκλιος αυτή καταγγέλλει στον Ορθόδοξο λαό μας τον Ορθ. Τύπον <ως αντιεκκλησιαστικόν και σχισματικόν, καταδεδικασμένον διορθοδόξως και υπ’ αυτών των αγιορειτών πατέρων και βρίθον κακοδοξιών και νοσηράς ιδεολογίας, συνιστώμεν δε εις τα πιστά της Εκκλησίας τέκνα, όπως εμμένοντες εις την υπακοήν της Εκκλησίας και των υπ’ Αυτής θεία κελεύσει πεπιστευμένων, να μην αποδέχωνται την υπό του ανωτέρω εντύπου παραπληροφόρησιν, αποφεύγοντες την ανάγνωσιν τούτου ως ψυχοφθόρου...>!

Αυτά έλεγαν και έγραψαν εκείνοι. Εμείς, όμως που γνωρίσαμε τον π. Μάρκον από κοντά θα επαναλάβουμε αυτά που εγράψαμε ευθύς μετά την κοίμησή του:

<Έχουμε χρέος να διακηρύξουμε ότι η εκδημία του π. Μάρκου δεν είναι απλώς εκδημία ενός αγίου κληρικού με τις αρετές στο έπακρο λελαμπρυσμένες, αλλά εκδημία αγίου, που είχε σφραγισθεί από τον Θεόν –αυτός μόνος— με το πρωτοφανές χάρισμα της εκκλησιαστικής δημοσιογραφίας, το οποίο ενεργούσε στο πλήρωμα της Εκκλησίας, μέσω του <Ορθοδόξου Τύπου>. Ένα χάρισμα, που τον είχε καταστήσει ειρηνάρχην πιστών, οιακοστρόφον της στρατευομένης Εκκλησίας, και ακοίμητον οφθαλμόν Της.

Ο π. Μάρκος ήταν ο ΒΛΕΠΩΝ. Δεν είχε απλώς πνευματική διάκριση για τα πρόσωπα και τις περιστάσεις της ποιμαντικής του διακονίας, ούτε ήταν απλώς επιφορτισμένος να παρακολουθή και να κατευθύνη την πνευματική ζωή των ανθρώπων, που κατέφευγαν σ’ αυτόν, αλλά, κατ’ εξοχήν, διέκρινε τους καιρούς και τις μέλλουσες εξελίξεις, πολύ πριν αυτές πραγματοποιηθούν.

Είχες την βεβαιότητα κοντά του ότι για κάθε του πράξη και ενέργεια ελάμβανε συνεχώς οδηγίες από Τον «βλέποντα τας των Aνθρώπων καρδίας», ιδιαιτέρως δε για την «γραμμή» και τα γραφόμενα στον «Ο.Τ.», αφού τα γεγονότα συνεχώς τον δικαίωναν και οι επιδιώξεις των ανθρώπων, που ελέγχοντο μέσω του «Ο.Τ.», εγίνοντο σε σύντομο διάστημα προφανείς και στους πλέον ανυποψίαστους.

Μέσω του «Ο.Τ.» δεν καθοδηγούσε μόνο την Εκκλησία της Ελλάδος, αλλά την Οικουμενική Ορθοδοξία. Και αυτό το έπραττε αφανώς, προκρίνοντας κάθε φορά τα κείμενα και τα άρθρα εκείνων που είχαν συλλάβει σωστά τα συγκεκριμένα γεγονότα και θέματα. Δεν οδηγούσε τον «Ο.Τ.» απλώς, αλλά ακριβώς. Αυτή η «ακρίβεια», δεν επιτυγχάνεται μόνο με θεολογικές γνώσεις και χάρισμα λόγου και γραφής αλλά με πνευματική ΟΡΑΣΗ, που εκτείνεται σε όλη την Οικουμένη.

Γι’ αυτό η εκδημία του π. Μάρκου δεν αφήνει μόνο ένα δυσαναπλήρωτο κενό αλλά αφήνει χωρίς ΒΛΕΠΟΝΤΑ πηδαλιούχο την στρατευομένη Ορθοδοξία και έκθετη σε πολλούς κινδύνους.

Αυτά, δεν είναι εκτιμήσεις συναισθηματικές και φανταστικές, ούτε αποτέλεσμα ψυχικής φορτίσεως λόγω της μεταστάσεώς του στα «υπερκόσμια σκηνώματα». Είναι καρπός 42 ετών γνωριμίας με τον π. Μάρκον, κατά τα οποία είδα, οίδα και επίστευσα...>.

Να έχουμε πάντοτε την αγία ευχή και προσευχή του!

 

Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

Πρωτοπρεσβύτερος