Ἀμβρόσιος Μοναχός 1905-1999

EE176 AFissoun 1

μβρόσιος Μοναχός 1905 – 1999

πό “γγελος” …γγελος

ρκετά χρόνια πρίν, κούσαμε γιά πρώτη φορά γιά τόν π. μβρόσιο, πό μιά δελφή τς Μονς μας πού μς διηγήθηκε: «Τόν καιρό πού ρχισα νά σκέπτομαι σοβαρά τόν μοναχισμό, πατέρας μου, μο μίλησε γιά κάτι πού δέν εχα ξανακούσει. Μο επε: Εχα να θεο, δελφό τς μητέρας μου, πού ταν μοναχός, τόν π. μβρόσιο. ταν στήν .Μ. Τιμίου 

EE176 AFissoun 2Προδρόμου στή Στεμνίτσα Γορτυνίας. γιογράφος». Εναι καιρός πού πιθυμούσαμε νά μάθουμε περισσότερες πληροφορίες γιά τη ζωή του, μιά καί τυγχάνει συγγενής, κατά σάρκα, νός μέλους τς δελφότητός μας, λλά καί πνευματικός μας συγγενής μιά καί νκε στό τάγμα τν μοναχν.

μως ο προσπάθειές μας παρέμεναν χωρίς ποτέλεσμα. Καί, νά, πού πρίν πό μερικές μέρες (μετά τό Μνημόσυνο το Πέτρου Φυσσούν), κατά γαθή “σύμπτωση”, (πάρχουν ραγε συμπτώσεις σ’ ατά τά θέματα;) πέρασαν π’ τή Μονή μας δύο μοναχοί πού ζησαν μαζί του δεκατρία χρόνια καί ταν κοντά του καί στίς τελευταες του στιγμές, καί γνωρίζοντας τι δελφή μας ταν συγγενής του, ζήτησαν νά μς μιλήσουν.

σα κούσαμε π’ ατούς καί σα γνώριζε δελφή π’ τίς διηγήσεις το πατέρα της, καταθέτουμε, λίγα καί λλειπ, εναι μως μιά παρηγορία στίς μέρες μας, πού τό κακό κρατάει τά μικρόφωνα καί ρετή, πού εναι πάντα σιωπηλή, μοιάζει νά μήν πάρχει.

Γέροντας ωσήφ, συχαστής, λέει: « ρετή δέν χει κουδούνι νά κουδουνίζει, νά σο κινήσει τήν περιέργειαν, νά κυττάξεις νά δς. Εναι δρο».

ς πάρουμε μως τά πράγματα πό τήν ρχή.

πατήρ μβρόσιος, κατά κόσμον γγελος Γιατρς, ταν υός ε­πο­ρης οκογενείας τν Πατρν. δελφή του, Βασιλική, παντρεύτηκε τόν Ρσσο πρόσφυγα, ξιωματικό το τσαρικο στρατο, μέ τόν τίτλο το πρίγκηπα, Ντιμίτρι Φυσσούν. (Κατά λλη κδοχή τό πίθετο ταν Φιάζιτς πού μετετράπη γιά εκολία σέ “Φυσσούν”).

Ο γονες δέν δεχόντουσαν νά γίνει γάμος γιατί Δημήτριος (Ντι­μίτρι), πού φυγε ταν ξέσπασε πανάσταση, γιά νά σώσει τή ζωή του, (τήν μητέρα του, ρχόντισσα ννα, τήν εχαν δη σφάξει ο μπολσεβίκοι μπροστά στά μάτια του) ταν φτωχός καί χωρίς σίγουρο μέλλον.

ταν φυγε πό τήν Πετρούπολη, προνόησε νά πάρει μαζί του δύο μπαολα γεμτα ρούβλια (χρήματα), λίγες εκόνες καί κάποια λεπτεπίλεπτα ργανα φυσικς. Τά χρήματα θά το ξασφάλιζαν μιά νετη ζωή, μως τά ρούβλια τς ποχς το Τσάρου χασαν τήν ξία τους μέ τή νέα κυβέρνηση κι τσι χρησίμευσαν μόνο σάν προσανάμματα γιά τό τζάκι …

Τέλος, ο γονες τς Βασιλικς δέχτηκαν τό γάμο γιατί ποψήφιος γαμπρός τούς πείλησε: «ν δέν μο τή δώσετε, θά τήν σκοτώσω καί θά σκοτωθ!». τσι τήν δωσαν …

γγελος πέκτησε λοιπόν συγγεν πρίγκηπα, γιά τόν αυτό του μως προτίμησε να ξίωμα πολύ νώτερο καί κοπιαστικό, κατά τόν λόγο τν πατέρων: «ρχων στίν κενος αυτο ρξας, καί ψυχήν καί σμα τ λόγ ποτάξας». Γιά τό σκοπό ατό πγε στήν .Μ. Λογγοβάρδας, που κάρη μοναχός πό τόν π. Φιλόθεο Ζερβκο καί λαβε τό νομα μβρόσιος μετά τήν καθορισμένη δοκιμαστική περίοδο.

στερα πό κάποιο διάστημα, δέν γνωρίζουμε πόσο, προσεβλήθη πό φυματίωση καί Γέροντάς του, τόν στειλε στήν .Μ. Τιμίου Προδρόμου Γορτυνίας γιατί βρισκόντουσαν κε, δη λλοι τρες πατέρες πό τή Λογγοβάρδα.

Ο μοναχοί πού ζησαν μαζί του, μς επαν πώς τό κελλί πού το δωσαν ρχικά, ταν σέ μιά πτέρυγα πού βρισκόταν κριβς πάνω π’ τούς σταύλους καί τι ατό γινε πίτηδες γιατί θεωροσαν κείνη τήν ποχή (1940-1950) πώς ο ναθυμιάσεις π’ τή κοπριά τν βοοειδν ταν φάρμακο γιά τή φυματίωση. Πάντως π. μβρόσιος γινε καλά.

δελφή του, Βασιλική, πέκτησε μέ τόν Δημήτριο ξι παιδιά, τρία γόρια καί τρία κορίτσια. Τέταρτος στή σειρά ταν Πέτρος, ( πατέρας τς δελφς). μως σύντομα σύζυγός της σκοτώθηκε σέ ργατικό τύχημα, (ταν πικεφαλς στά ργα λεκτροδότησης τς Δ.Ε.Η., γι’ ατό καί κάθε παιδί γεννήθηκε σέ λλη πόλη). Πέτρος θά ταν τότε πτά χρόνων, ν παράλληλα ρθε Γερμανική κατοχή. π’ ατές τίς συνθκες νεαρά χήρα ναγκάστηκε νά στείλει προσωρινά τόν Πέτρο καί τόν μικρότερο δελφό του σέ ρφανοτροφεο τς ττικς, (μεναν τότε στήν θήνα) γιά να διάστημα στε νά καταφέρει νά μεγαλώσει τά πόλοιπα. Προτίμησε, ν καί πολύ μορφη, κατά γενική μολογία, νά ζήσει δουλεύοντας σάν καθαρίστρια, παρά νά πάρει λλο σύζυγο.

πατέρας τς δελφς, τς λεγε, πώς κείνη τήν περίοδο π. μβρόσιος στελνε συχνά πιστολές, (μέ μορφα Βυζαντινά γράμματα) στά δύο ρφανά, μιλντας τους γιά τό Χριστό καί τήν πίστη.

Στήν .Μ. Τ. Προδρόμου ο Πατέρες γνώριζαν γιογραφία, λλά κολουθοσαν τή δυτική τεχνοτροπία πού πικρατοσε κείνη τήν ποχή. ργότερα κάλεσαν τόν Φώτη Κόντογλου γιά νά τούς διδάξει τήν τέχνη κατά τά βυζαντινά πρότυπα. π. μβρόσιος νκε κι ατός στούς γιογράφους τς Μονς.

πρώτη εκόνα πού στόρησε ταν το γίου Διονυσίου το ρεοπαγίτου καί τελευταία του, ταν το γίου μβροσίου πισκόπου Μεδιολάνων, στερα πό προτροπή τν δελφν: «Πάτερ δέν θά γιογραφήσεις τόν γιό σου;» Μετά τά μάτια του δέν τόν βοηθοσαν πιά. νδιάμεσα γιογράφησε πλθος φορητν εκόνων, ν κόσμησε καί πολλές κκλησίες τς περιοχς. να πό τά ργα του ταν κι νας ξύλινος σταυρός, πάνω πό 15 κατοστά, μφιπρόσωπος, πού π’ τή μιά πλευρά εχε στορήσει τή Σταύρωση κι π’ τήν λλη τήν νάσταση. Ατόν τόν φοροσε κατάσαρκα.

«ταν νθρωπος τς προσευχς», λένε ατοί πού τόν ζησαν πό κοντά. πισκεπτόταν τίς γύρω ρειπωμένες Μονές γιά νά προσκυνήσει καί νά προσευχηθ.

Ζοσε σάν σκητής καί εχε ζητήσει νά το παραχωρηθε να κελλάκι-σκητήριο ξω π’ τή Μονή που ζοσε συχαστικά. Εχε μάλιστα καί μιά κάρα (νθρώπινο κρανίο) πάνω στό τραπέζι το κελλιο του γιά νά καλλιεργε τή μνήμη το θανάτου.

Γι’ αὐτή τήν κάρα ὑπάρχει μιά θαυμαστή ἱστορία. Κάποια φορά πού εἶχε πάει σ’ ἕνα μοναστήρι τῆς περιοχῆς γιά προσκύνημα, (τό μοναστήρι ἦταν ἔρημο ἐκείνη τήν ἐποχή, ἀλλά ὅταν βρισκόταν σέ λειτουργία, οἱ ἐκεῖ Μοναχοί εἶχαν φήμη γιά τήν ἡσυχαστική τους βιοτή) πῆρε ἀπό τό ὀστεοφυλάκιο μιά κάρα, πού τά ὀστᾶ τοῦ κρανίου σχημάτιζαν σταυρό. Ζωγράφησε μάλιστα ἐπάνω τά ἀρχικά ΙC ΧΡ ΝΙ ΚΑ, καί τήν εἶχε στό κελλί του. Κάποια μέρα ἡ κάρα χάθηκε καί, ἐνῶ ρώτησε ὅλους τούς συμμοναστές του, κανείς δέν ἤξερε τί ἔγινε. Ὁ π. Ἀμβρόσιος τό θεώρησε σάν ἕνα ἀθῶο ἀστεῖο τῶν Ἀδελφῶν καί ὅταν ξαναπῆγε σ’ ἐκεῖνο τό μοναστήρι ἐπισκέφθηκε τό ὀστεοφυλάκιο μέ σκοπό νά βρεῖ κάποιο ἄλλο κρανίο σάν τό προηγούμενο. Ἔμεινε ὅμως ἄναυδος ὅταν ἀνάμεσα στά ἄλλα ὀστᾶ βρῆκε τήν κάρα πού εἶχε ἐξαφανισθεῖ ἀπό τό κελλί του, μέ τό ΙC ΧΡΝΙ ΚΑ ζωγραφισμένο ἐπάνω. Πῶς ἐπέστρεψε ἡ κάρα στόν τόπο της; Δέν ἔχει ἐξήγηση, καί φυσικά ὁ π. Ἀμβρόσιος δέν τόλμησε νά ξαναμετακινήσει τά ὀστᾶ τῶν Πατέρων …

EE176 AFissoun 3σο γιά τήν τροφή του … πατέρας τς δελφς λεγε πώς τρεφόταν μέ κάτι παξιμάδια, πού πρεπε νά τά μουσκέψει γιά νά τά φάει, γιατί λλις ταν δύνατο. Ο πατέρες μως πού ζησαν μαζί του χουν νά διηγηθον κόμη πιό ντυπωσιακά πράγματα. «παιρνε να σκεος μέ γιαούρτι καί τό φηνε. ταν πιανε μούχλα φαιροσε τό πράσινο μέρος καί τρωγε τό πόλοιπο. ταν πήγαινε στό μοναστήρι νά πάρει τά τρόφιμα τς μέρας τς βδομάδος, (πό λεπτότητα δέν θελε νά κουράζει τούς πατέρες καί πήγαινε, μέχρι τό γρας, σο ντεχαν τά πόδια του, νά πάρει μόνος του τά τρόφιμα) το τοίμαζαν σέ ξεχωριστά σκεύη τό κάθε εδος π.χ. τυρί, φροτο, φαγητό, ψωμί κ.τ.λ. κενος θά παιρνε λάχιστο π’ τό κάθε εδος θά τά νακάτευε λα μαζί γιά νά φάει …»

ταν ρθε καιρός γιά νά λάβει τό Μέγα γγελικό Σχμα, μετέβη γιά τή κουρά στό γιον ρος, γιατί πό ελάβεια θελε νά λάβει τό Μέγα Σχμα σέ γιορείτικο δαφος καί κουρά του γινε στήν .Μ. Κουτλουμουσίου, στερα πό συννενόηση μέ τόν κε γούμενο.

ταν κτήμων, κατά τό πατερικό «κτήμων μοναχός, δεσπότης κόσμου». Κάποτε νηψιός του, Πέτρος, λαβε κληρονομία τό πατρικό σπίτι τς μητέρας του καί θέλησε νά τό μεταβιβάσει στόν π. μβρόσιο. Διηγήθηκε πώς νημέρωσε τότε σχετικά τή Μονή, λλά στερα πό λίγες μέρες, λαβε μιά πιστολή πό τό θεο του, πού μέ πόνο, το γραφε: «Γιατί, παιδί μου, μο τό κάνεις ατό; Τί σο φταιξα;» Καί φυσικά μεταβίβαση δέν γινε.

ταν λικία ρχισε νά δυσκολεύει τίς κινήσεις του, ο πατέρες τόν πραν κοντά τους, μέσα στό μοναστήρι, γιά νά τόν φροντίζουν.

Στίς τελευταες του στιγμές κάτι εδε, κάποιους, ο πατέρες τόν ρώτησαν: «Τί βλέπεις;» λλά μιλία του δέν ταν πιά ξεκάθαρη κι τσι δέν μπόρεσαν νά ξεχωρίσουν τί τούς επε. στερα πό λίγα λεπτά παρέδωσε ερηνικός τό πνεμα.

Κατά παράδοξη “σύμπτωση”, (πάρχουν ραγε συμπτώσεις σ’ ατά τά θέματα;) δεκαεφτά χρόνια ργότερα, κηδεία το Πέτρου γινε στίς 7 Δεκεμβρίου, μέρα τς μνήμης το γίου μβροσίου, (ν τέσσερα χρόνια μετά τήν κοίμηση το π. μβροσίου δελφή λαβε τήν κλήση γιά τό μοναχισμό καί χωρίς νά τόν χει γνωρίσει, τς “κληροδότησε” τό διακόνημά του, τήν γιογραφία).

Ατά εναι, μόνο λίγα, σα γνωρίζουμε π’ τόν πατέρα τς δελφς κι π’ τούς μοναχούς πού ζησαν μαζί του. Μπορε μως κανείς, π’ ατά, νά καταλάβει πολλά κόμη γιά τήν σωτερική του ζωή, τό φρόνημα, τίς ρετές καί τόν γώνα του.

ς χουμε τήν εχή του καί ς πρεσβεύει γιά μς κενος πού φήρ­μοσε στή ζωή του τό: «που Θεός ποθούμενος, κόσμος λος καταπεφρόνηται» καί πού πέτυχε τήν κατά Θεόν νέκρωση. ς το δωρήσει Κύριος, βλέπων ν τ κρυπτ καί γινόσκων τά κρύφια τς καρδίας, μιά θέση στό χορό τν γγέλων! μήν.

. Μονή γ. Χαραλάμπους  Λευκν

Εβοια 2017