ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΣΤΕ ΟΜΟΡΦΑ ΟΝΕΙΡΑ

ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΣΤΕ ΟΜΟΡΦΑ ΟΝΕΙΡΑ

 

Εὐγένιος Τριβιζᾶς, κατά κοινή ὁμολογία, εἶναι ἕνας πολύ ἐπιτυ­χημένος παραμυθάς, ἄσχετα μέ τό ἄν προσφάτως σχολιάσθηκε γιά τήν ἔμπνευσή του νά ἐξοικοιώσει τά μικρά παιδιά, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν τό ἀναγνωστικό του κοινό, μέ τήν περιπέτεια πού ταλαιπωρεῖ τήν ἀνθρωπότητα τά τελευταῖα δύο χρόνια.

 Ἐπειδή τό ἰδιαίτερο χάρισμα πού πρέπει νά ἔχει ἕνας παραμυθάς, ὅπως καί ὅλοι οἱ μυθιστοριογράφοι εἶναι, κατά κανόνα, ἡ πλούσια φαντασία τους, αὐτή εἶναι πού κάποιες φορές συμβαίνει νά τούς ὁδηγεῖ στήν πρόβλεψη γεγονότων καί καταστάσεων, πού πραγματοποιοῦνται σέ χρόνο ἑπόμενο, γιατί μᾶλλον μποροῦν νά ἐντοπίζουν σημάδια πού δέν ἐπισημαίνουμε οἱ περισσότεροι. 

 Τέτοια ἔμπνευση, κατά τά φαινόμενα, πρέπει νά ὁδήγησε καί τόν συγγραφέα τῆς ἀναφορᾶς μας στήν περίπτωση τοῦ παραμυθιοῦ του μέ τίτλο «Τά μαγικά μαξιλάρια» πού κυκλοφορήθηκε τό 1992, ἡ ὑπόθεση τοῦ ὁποίου προσιδιάζει, κατά τή γνώμη μου, στήν περιπέτεια πού βιώνει ὅλος ὁ Πλανήτης αὐτή τήν περίοδο καί ἰδιαίτερα ἡ Χώρα μας.

 

Ὁ θάνατος τῆς χειραψίας!

Ὁ θάνατος τῆς χειραψίας!

 

Αὐτά τά δύο χρόνια ζήσαµε πολύ ἔντονα τό πόσο εὔκολα ἀλλοιώνονται τά ἤθη καί οἱ ἀξίες τῶν ἀνθρώπων, πῶς καθιερώνονται νέες πρακτικές καί νέες συνήθειες, ἀνάλογες µέ τό ἐπίπεδο τῶν κοινωνιῶν, πῶς χειραγωγεῖται ἡ κοινή γνώµη καί ἀκολουθοῦν ὅλοι «ἐν ἐνί στόµατι καί µιᾷ καρδίᾳ» τίς προσταγές τοῦ Κράτους καί τῶν “εἰδικῶν”, πού πλασάρονται ὡς εἰδικότεροι τῶν ὑπολοίπων εἰδικῶν! Αὐτήν τήν διετία τῆς λεγοµένης «πανδηµίας» πολλά Ἑλληνικά ἔθιµα καί πολλές συνήθειες “µπῆκαν στόν πάγο”, “ἀνέστειλαν τήν λειτουργία τους”, καί ἀναµένουν καρτερικά τήν λήξη τοῦ συναγερµοῦ γιά νά κριθεῖ ποιές τελικά θά µείνουν, ἔστω καί ξεθωριασµένες ἤ µεταλλαγµένες καί ποιές θά ἀποτελέσουν παρελθόν καί θά κλειστοῦν στά βιβλία τῆς Ἱστορίας.

ΒΡΟΝΤΟΧΙΟΝΟ;

ΒΡΟΝΤΟΧΙΟΝΟ;

 

Γνωρίζετε κάποιον πού νά τό ἔχει ξαναδεῖ;

 

Στίς τελευταῖες µέρες τοῦ Ἰανουαρίου, ἡ πόλη µας εἶδε τόσο χιόνι, ὅσο δέν θυµᾶµαι νά ἔχω δεῖ µέχρι σήµερα. Ἤ µήπως ἔχω ξαναδεῖ, ἀλλά ἁπλᾶ, µέχρι πρίν ὄχι πολλά χρόνια, οἱ ἄνθρωποι θεωροῦσαν φυσικό νά βλέπουν το χειµῶνα χιόνι; Ἡ µητέρα µου, µάλιστα, χαιρόταν γιατί σκοτώνει τή µελίγκρα καί, ἔλεγε, πώς ὅταν χιονίζει τό χειµῶνα, θά ἔχουµε ὄµορφα τριαντάφυλλα τήν ἄνοιξη.  Δέν χαιρόταν ὅµως καθόλου ὅταν, µαζί µέ τή µελίγκρα, τό χιόνι σκότωνε καί τίς γαρδένιες –γιά τίς ὁποῖες καµάρωνε τόσο, ὅσο καί γιά τά τριαντάφυλλά της– καί τή θυµᾶµαι γονατιστή, στό χιόνι, να τίς τυλίγει µέ κάτι χοντρά  ὑφάσµατα, σάν τσουβάλια, πού τά φύλαγε εἰδικά γι᾽ αὐτή τή δουλειά.

            Τότε, οἱ ἄνθρωποι δέν ἔδιναν ὀνόµατα στό χιόνι. Ἄν ἔλεγες σέ κάποιον ὅτι αὔριο θά ἔρθει ἡ Ἐλπίδα, ἤ ἡ Μήδεια, ἤ  ὁ Ἀριστοτέλης ἤ ὁ Χαράλαµπος(!) ἤ δέν ξέρω κι ἐγώ ποιός, θά νόµιζε ὅτι περίµενες ἐπισκέψεις. Κι ἄν τοῦ ἐξηγοῦσες ὅτι ἡ Ἐλπίδα εἶναι τό χιόνι πού περιµένεις, θά σέ θεωροῦσε ἁρµοδιότητα ψυχιάτρου καί, ἴσως, γιά νά σέ διευκολύνει, νά σοῦ ἔδινε καί τό ὄνοµα καί τό τηλέφωνο κάποιου γνωστοῦ του!    

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕῼ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕῼ

(Μιά πατερική - διαφορετική τῶν ἄλλων - ἐξήγηση

τοῦ Εὐαγγελικοῦ Ἀναγνώσματος τῆς Θείας Λειτουργίας)

Ματθ. 25, 31-46

 

«Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου … ἐδίψησέ σε ἡ ψυχή μου» (Ψαλμός 62)

 

Εἶναι ἕνας στίχος ἀπό τόν Ἑξάψαλμο, πού κάθε μέρα διαβάζουμε ἤ ἀκοῦμε, στήν ἀρχή τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου. Γίνεται λόγος γιά μιά δίψα, πού φαίνεται νά εἶναι «διπλῆς γραμμῆς καί κατευθύνσεως» καί ὄχι «μονόδρομος», διότι καί ὁ ἴδιος «ὁ Θεός, ὁ Θεός μας», διψᾶ τήν σωτηρία μας· τό λέει κάπου καί τό «Θεοτοκάριο», ὅτι ὁ Θεός «ὑπέρ πᾶσαν ἄλλην θυσίαν, τῶν ἁμαρτανόντων ποθεῖ τήν σωτηρίαν». Ἔτσι λοιπόν, καί ὁ ἄνθρωπος (κατά τόν ψαλμικό στίχο) διψᾶ τόν Θεό, ἀλλά καί ὁ Θεός διψᾶ καί ποθεῖ τήν σωτηρία μας· καί μάλιστα, ὄχι εὑρισκόμενος κάπου ἐκτός, ἀλλ’ «ἐντός ἡμῶν», ἀπό τήν ἡμέρα ἤδη τῆς Βαπτίσεώς μας! Ὦ βάθος πλούτου! Ἕνα περίεργο καί «ἀμφίδρομο» μυστήριο· κι ὅμως ἀληθινό, ἄν καί ἀνεξήγητο. Γι’ αὐτό ἄλλωστε εἶναι μυστήριο· ἄν μᾶς ἦταν κατανοητό, ἁπλούστατα, δέν θά ἦταν μυστήριο. Ἄς θυμηθοῦμε τήν διήγηση τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου, σχετικά μέ τήν Σαμαρείτιδα, παρά τό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ. Ὁ Δεσπότης Χριστός, κουρασμένος καί πεινασμένος, ἐκάθησε παρά τό φρέαρ. Οἱ Ἀπόστολοι πῆγαν ἀμέσως νά ἀγοράσουν στήν κοντινή πόλη Συχάρ τρόφιμα γιά νά ἀνακουφίσουν τήν πεῖνα τοῦ Διδασκάλου καί ὅταν ἐπέστρεψαν καί Τοῦ τά πρόσφεραν, τούς ἀπήντησε ὅτι ἤδη εἶχε φάει. Ἀπεδείχθη, ὅτι πεινοῦσε καί διψοῦσε τήν σωτηρία τῆς ἤδη μετανοησάσης γυναικός Σαμαρείτιδος. Σήμερα, διψᾶ τό ἴδιο γιά μᾶς, εὑρισκόμενος «ἐντός ἡμῶν».

Ἡ θρησκεία τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ, νομίζει πώς, σκότωσε τόν Θεό!

Ἡ θρησκεία τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ,
 νομίζει πώς, σκότωσε τόν Θεό!

 

Προσπαθῶ νά μελετῶ προσεκτικά τά ἄρθρα τοῦ περιοδικοῦ «Ἐνοριακή Εὐλογία» γιατί προσφέρουν, ὄχι μόνο οὐσιαστικές γνώσεις, ἀλλά καί καλλιεργοῦν τήν δυνατότητα τῆς ἐλεύθερης καί κριτικῆς σκέψης ἀπέναντι σέ ὅ,τι συμβαίνει. Αὐτή τήν δυνατότητα θά ἤθελα νά ἀξιοποιήσω στίς γραμμές πού ἀκολουθοῦν, καταγράφοντας μερικές σκέψεις καί προβληματισμούς.

Εἶναι γεγονός πώς καθηγητές καί εἰδικοί, βρίσκονται κάθε μέρα στό κέντρο τῆς ἐπικαιρότητας. Γιά νά τούς καταλάβουμε καλύτερα θά μπορούσαμε, πολύ συνοπτικά, νά τούς χωρίσουμε σέ δύο κατηγορίες. Ἡ πρώτη περιλαμβάνει τούς γνωστούς σέ ὅλους μας “ἐπίσημους” εἰδικούς. Τούς παρακολουθοῦμε μέ μεγάλη προσοχή διότι ἀπό αὐτούς ἐξαρτῶνται ὅλες μά ὅλες, οἱ δραστηριότητες τῆς ζωῆς μας. Ἄν π.χ. θά βγοῦμε αὔριο ἔξω, τί θά φορᾶμε, πού θά πᾶμε καί ἄλλα. Ἡ δεύτερη κατηγορία εἰδικῶν χαίρει ἐξ ἴσου τῆς προσοχῆς μας ἤ καί περισσότερο. Αὐτή ἡ πλευρά ἀντιδρᾶ στό ἐπίσημο «ἀφήγημα» καί ὅσοι ψάχνουμε μιά φωνή λογικῆς κρεμόμαστε ἀπό τά χείλη τους. Στήν πλειοψηφία τους, ἔχουν σπουδάσει κάποια ἐπιστήμη τῆς ὑγείας καί τά βιογραφικά τους μοιάζουν πράγματι ἐντυπωσιακά. Ὅμως ὀφείλουμε νά γνωρίσουμε καί νά ἐξετάσουμε προσεκτικότερα αὐτή τή δεύτερη κατηγορία. Ἰδιαίτερα τώρα πού πολλοί ἐξ αὐτῶν ἑτοιμάζονται νά ἐνταχθοῦν σέ πολιτικά κόμματα ζητῶντας τήν ἐμπιστοσύνη μας.

  Ἕνας φίλος, πρό ἡμερῶν, μοῦ εἶπε κάτι πού ἐκφράζει νομίζω μιά πραγματικότητα: «Πάσχω ἀπό τό σύνδρομο τοῦ μεσσιανισμοῦ, θέλω πολύ νά πιστέψω σέ κάποιον πού θά βάλει σέ μιά σειρά αὐτό τό χάος πού ζοῦμε». Ὅμως πρέπει νά δοῦμε τό ζήτημα λίγο βαθύτερα. Ὄχι καί μεσσίες κάποιοι ἄνθρωποι, ἔστω ἐπιστήμονες, ἐπειδή στό ζήτημα τοῦ γνωστοῦ ἰοῦ πού ἀπασχολεῖ σύσσωμη τήν ἀνθρωπότητα, εἶπαν μερικά λογικά πράγματα! Δέν θά ἐξετάσουμε ἐδῶ τά ὅσα ἐπιστημονικά ὑποστηρίζουν. Ἄν καί μπορεῖ κανείς νά βρεῖ πολλά σωστά καί χρήσιμα στά λεγόμενά τους, δυστυχῶς, βρίσκει καί πολλές ἀντιφάσεις, ἀνάλογες τῶν συναδέλφων τους (τῶν “ἐπισήμων” εἰδικῶν), τίς ὁποῖες διακρίνει κανείς χωρίς νά κατέχει ἰδιαίτερες γνώσεις. Αὐτό πού μᾶς ἀπασχολεῖ ἐδῶ εἶναι τό πνευματικό ὑπόβαθρο αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων, ἡ φιλοσοφία τους ἀπό τήν ὁποία ἀπορρέει καί  ἡ στάση ζωῆς τους.