ΣΤΑΥΡΟΣ, ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΤΟ ΚΑΥΧΗΜΑ

ΣΤΑΥΡΟΣ,
ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΤΟ ΚΑΥΧΗΜΑ

 

(Τά Βαυαρικὰ Δικαστήρια καί ἡ λεγόµενη «Ὑπόθεση τοῦ Ἐσταυρωµένου»).

 

«Σταυρόν ἦν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς µέγας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐν τῇ Α΄. Πρὸς Κορινθίους (Α΄ 18) συνιστᾷ τὸ σηµεῖον τοῦ Τιµίου Σταυροῦ τοῖς πιστοῖς, ὡς δύναµιν Θεοῦ, λέγων: ‘‘ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ Σταυροῦ τοῖς µὲν ἀπολλυµένοις µωρία ἐστί, τοῖς δὲ σωζοµένοις ἡµῖν δύναµις Θεοῦ ἐστι’’. Οἱ χριστιανοὶ τὴν περὶ Σταυροῦ διδασκαλίαν τῶν Ἀποστόλων µετ’ εὐλαβείας τηροῦντες ἐτίµων τὸ σηµεῖον καὶ τὸν τύπον τοῦ Τιµίου Σταυροῦ καὶ ἐπίστευον εἰς τὴν ἀπολυτρωτικὴν καὶ ζωοπάροχον Αὐτοῦ δύναµιν. Τὸ ἐξεικόνισµα καὶ τὸ ἐπισφράγισµα τοῦ Τιµίου Σταυροῦ ἐπιστεύετο καὶ ἦν αὐτοῖς ὅπλον ἀήττητον κατὰ τῶν ἐπιβουλῶν τῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν. Ἐντεῦθεν ὁ ἰδιάζων σεβασµὸς καὶ ἡ ἐξαιρετικὴ τιµὴ ἡ ἀποδιδοµένη πρὸς Αὐτὸν ἀπὸ τῶν πρώτων τῆς ἐκκλησίας αἰώνων».

Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ξεκινᾶ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος τήν «Ἱστορικὴ Μελέτη περί τοῦ Τιµίου Σταυροῦ». Ἡ µελέτη ὁµιλεῖ «Περί τοῦ σεβασµοῦ τῶν πιστῶν εἰς τόν ζωοποιὸν τοῦ Κυρίου Σταυρόν, καὶ ὅτι ἀποστολικὴ ἐστὶ παράδοσις τὸ σηµαιοῦσθαι τῷ σηµείῳ τοῦ Σταυροῦ καί πανταχοῦ εἰκονίζειν καὶ γράφειν αὐτόν»1.

Ἡ Ἑλληνικὴ Πολιτεία, σεβόµενη ἀκριβῶς αὐτὴ τὴν Ἀποστολικὴ Παράδοση ποὺ θέλει τὸ σηµεῖο τοῦ Σταυροῦ νὰ εἰκονίζεται «πανταχοῦ», καθιέρωσε τὴν ἑξῆς πρακτική: ὁ Σταυρός, ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστός, ἡ Παναγία καὶ οἱ Ἅγιοι εἰκονίζονται καὶ ἀναρτῶνται σὲ ὅλα τὰ Δηµόσια κτίρια. Ἡ πρακτικὴ αὐτὴ καθιερώθηκε ἐθιµικὰ ἤδη ἀπὸ τὴν ἵδρυση τοῦ νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους.

Μεριμνῶντας γιά εὐλογημένα Χριστούγεννα

Μεριμνῶντας γιά εὐλογημένα Χριστούγεννα

 

Παράλληλα βιώματα καί καταγραφές

 

Στὸν κ. Π. Β. Πάσχο, ἑόρτιος κατάθεσις.

 

«Μ᾿ ἀλοίμονο καί τούτη τή χρονιά, μονάχα

ἡ φαντασία θά μέ φέρει στά παλιά.

Τά βήματά μου χάνονται στούς ἄδειους

δρόμους τῆς νέας Βαβυλώνας. Οἱ βιτρίνες

δέν ἀνασταίνουν τίποτε ἀπ᾿ τόν παράδεισό μου».

                                                                                                        (Π.Β. Πάσχος)

 

Οἱ παραπάνω στίχοι, γραμμένοι ἐδῶ καί σαράντα χρόνια, ἐπιμένουν νά μᾶς θυμίζουν αὐτό πού λέει τό τραγούδι, τό ὁποῖο λανσάρεται σέ κάθε εὐκαιρία τώρα τό Ἱερό Δωδεκαήμερο, «Ἦταν τά παλιά χρόνια, κάποια Χριστούγεννα λευκά...». Μόνο πού κανένας δέν μᾶς διευκρινίζει, πόσο ἐκεῖνα τά «παλιά Χριστούγεννα» μοιάζουν μέ τά σημερινά. Ἤ, ἔστω μεριμνοῦν κάποιοι στό νά μοιάζουν. Γιατί παράγινε τό κακό καί φορτωθήκαμε ὅλοι μας ἕναν τρόπο προσέγγισης ἤ ἔστω «βίωσης» τῆς γιορτῆς μέ κέντρο βάρους τήν κατανάλωση, τήν προμήθεια πολλῶν (καί ἐν πολλοῖς περιττῶν) «δώρων», τά ὁποῖα ἐπιτείνουν τήν ἔναγχο καί τεντωμένη καθημερινότητά μας.

Τολμῶ φέτος, μέρες τοῦ Ἁγίου Σαρανταημέρου, τοῦ σωτηρίου ἔτους 2023 νά θυμίσω αὐτούς τούς τόσο τρυφερούς ἀλλά καί προφητικούς στίχους, στούς ὅσους πιστούς, γιά ἕναν ἐπανευαγγελισμό, ὥστε νά μπορέσουμε νά δοῦμε τά Χριστούγεννα πέρ’ ἀπ᾿ τό διάκοσμο, τά τραγούδια, τά δέντρα, τά λαμπιόνια καί ὅλο αὐτό τό σκηνικό στό ὁποῖο προστίθενται καί τά ὅσα περί «ἀγάπης» λέγονται στά καλογραμμένα μηνύματα τῶν ἀρχηγῶν πασῶν τῶν Χωρῶν τοῦ κόσμου!  Γιατί ἐμεῖς ὀφείλουμε νά δοῦμε τά Χριστούγεννα μέσα στό κλῖμα καί τό πνεῦμα τῆς ἀλήθειας καί τῆς πραγματικότητος πού μᾶς παρέδωσαν, λαμπάδα ἄσβεστη, οἱ πρόγονοί μας.

Ἡ παλινόρθωση τοῦ Μεγίστου Ποντίφηκος

Ἡ παλινόρθωση τοῦ Μεγίστου Ποντίφηκος

 

Οἱ Ἱστορικοί τοῦ δικαίου ἀναφέρουν ὅτι τό Δηµόσιο Ρωµαϊκό δίκαιο (ius publicum), τό σύνολο, δηλαδή, τῶν κανόνων τοῦ δικαίου πού ρύθµιζαν τήν ὀργάνωση καί τίς ἁρµοδιότητες τοῦ Ρωµαϊκοῦ κράτους, περιλάµβανε δύο µέρη: τό «Ἱερό δίκαιο» ἀφ’ ἑνός («ius sacrum») καί τό «µή Ἱερό δίκαιο» («ius non sacrum») ἀφ’ ἑτέρου. Τό «ius sacrum», ὅπως µπορεῖ νά εἰκάσει κανείς ἀπό τήν ὀνοµασία του, περιλάµβανε τούς κανόνες δικαίου πού θεσπίζονταν ἀπό τή Ρωµαϊκή πολιτεία καί ρύθµιζαν τά θέµατα πού ἀφοροῦσαν στή δηµόσια λατρεία, τήν τέλεση τῶν θυσιῶν καί τόν διορισµό τῶν Ἱερέων. Τό δέ «ius non sacrum» περιλάµβανε τούς λοιπούς δηµοσίου δικαίου κανόνες, οἱ ὁποῖοι ρύθµιζαν τά καθήκοντα τῶν κρατικῶν ἀξιωµατούχων, τήν τήρηση τῆς δηµόσιας τάξης καί τά δικαιώµατα καί τίς ὑποχρεώσεις τῶν πολιτῶν.

Κατά τό «ius sacrum» ὕψιστος ἀρχιερεύς («pontifex maximus») ἦταν ὁ Ρωµαῖος αὐτοκράτωρ. Ὁ pontifex maximus ἦταν ἐπί κεφαλῆς µιᾶς ὁµάδος Ἱερέων, τῶν ποντιφήκων, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὡς κύρια ἀποστολή τους τή διαφύλαξη τῆς εἰρήνης µέ τούς θεούς («pax deorum»), γιά νά τή φέρουν δέ εἰς πέρας συµβούλευαν τούς κρατικούς ἀξιωµατούχους, ἑρµήνευαν τούς οἰωνούς, καθόριζαν τό ἡµερολόγιο καί ἐπέβλεπαν τίς κηδεῖες. Ὁ δέ pontifex maximus κατέγραφε ἐτησίως τούς οὐράνιους καί τούς ἄλλους οἰωνούς καί ἀρχειοθετοῦσε τά γεγονότα πού τούς ἀκολουθοῦσαν, προκειµένου νά διδάξει τίς ἑπόµενες γενεές νά κατανοοῦν τή θέληση τοῦ θεοῦ καλύτερα.

Ἦταν ἀκριβῶς αὐτή ἡ συγχώνευση τοῦ «κρατικοῦ» µέ τό «Ἱερό» στοιχεῖο, ἡ θεσµοποιηµένη σύµπτωση στό ἴδιο πρόσωπο τῶν ἰδιοτήτων ἀφ’ ἑνός τοῦ ἀρχιερέα καί ἀφ’ ἑτέρου τοῦ κρατικοῦ ἡγεµόνα, µέ τήν ὁποία ἦρθε ἐξ ἀρχῆς σέ σύγκρουση ἡ Ἐκκλησία γιά νά ὑποστεῖ ἀλλεπάλληλους διωγµούς, καθώς ἀρνήθηκε νά ἀναγνωρίσει τήν ἱερότητα τοῦ κράτους καί τοῦ αὐτοκράτορα, µέ συνέπεια τά µέλη της νά κατηγορηθοῦν ὡς «ἄθεα».

Ἡ “Σκιά” τῆς Ἱερωσύνης καί ἡ Σάρκωσή Της μέ τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μας!

Ἡ “Σκιά” τῆς Ἱερωσύνης καί ἡ Σάρκωσή Της
μέ τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μας!

 

Ἱερωσύνη ἔδρασε πάντοτε στὴν Ἱστορία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ (Ἰσραηλιτικοῦ καὶ Χριστιανικοῦ) σὰν μέτρο φανερώσεως τῆς Χάριτος, Δυνάμεως καὶ Ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ σὰν δυνατότητα ἀσφαλοῦς καὶ βεβαίας μετοχῆς τοῦ ἀνθρώπου στὴ Θεία αὐτὴ καὶ ζωοποιὸ Ἐνέργεια καὶ Δύναμη, μὲ σκοπὸ τὴν προοδευτικὴ τελείωσή του καὶ τήν, κατὰ χάριν, ὁμοίωσή του μὲ τὸ Θεό.

Ἡ δράση τῆς Ἱερωσύνης στὸν κόσμο ἀρχίζει μὲ τὴ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου καὶ εἶναι ἡ σχέση τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ αὐτεξούσιο πλᾶσμα Του, ποὺ τὸ ζωοποιεῖ, τὸ ἁγιάζει, τὸ φωτίζει καὶ τὸ χειραγωγεῖ πρὸς τὸ «καθ’ ὁμοίωσιν».

Μὲ τὴν παρακοὴ τῶν πρωτοπλάστων διακόπτεται ἡ ἀποδοχὴ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, γιατὶ αὐτός, ὑπακούοντας στὶς συμβουλὲς τοῦ διαβόλου, ἐπέλεξε νὰ αὐτονομηθῆ, πιστεύοντας πὼς ἔτσι θὰ μποροῦσε νὰ γίνη Θεὸς διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀσθενήση ἡ φύση του καὶ νὰ εἰσέλθη σ’ αὐτὴν ὁ «ἀγριαίνων νόμος», ὁ νόμος τῆς ἁμαρτίας, τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.

«ΣΦΗΚΕΣ»

«ΣΦΗΚΕΣ»

 

παρουσίαση θεατρικῶν ἔργων μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία νά καταδυθοῦμε στά κείμενά τους, νά ἀνασύρουμε μαργαριτάρια καί νά τά προσφέρουμε στούς ἀναγνῶστες τῆς ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΥΛΟΓΙΑΣ μέ τά σχόλιά μας. Γράφοντας «μαργαριτάρια», δέν ἐννοοῦμε μόνον ἐνέργειες καί ρήσεις ἀξιολογικά ὀρθές καί ἐποικοδομητικές σύμφωνα μέ τήν Πίστη μας, τήν Ἀποκεκαλυμμένη Ἀλήθεια. Ἐννοοῦμε καί λόγους καί ἐνέργειες προσώπων τῶν θεατρικῶν ἔργων ἀξιολογικά ἀρνητικές πού ἐπισημαίνουν τίς συνέπειες τῶν ἐσφαλμένων ἐπιλογῶν μας. Τό θέατρο, καί ὄχι μόνον, πειστικά ἀναπαριστάνει (μίμησις πράξεως κατά τόν Ἀριστοτέλη) φάσεις τῆς ἀτομικῆς καί συλλογικῆς ζωῆς μέ θετικά καί ἀρνητικά στοιχεῖα. Λόγοι καί ἐνέργειες φέρουν στήν ἐπιφάνεια, προσφέροντας στήν παρατήρηση καί μελέτη μας, ψυχικές καταστάσεις, συναισθήματα, ἐπιθυμίες, ἰδέες, κριτήρια, ἀντιλήψεις, προθέσεις, κίνητρα, ἐπιδιώξεις, φιλοδοξίες.

Ἡ κωμωδία αὐτή τοῦ Ἀριστοφάνη (448-380 π.Χ.) παρουσιάσθηκε ἀπό τό ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ στό ἀρχαῖο θέατρο τῆς Ἐπιδαύρου στίς 14 καί 15 Ἰουλίου 2023 καί σέ διάφορα μέρη τῆς πατρίδας μας.

Ἡ κωμωδία διδάχθηκε στήν Ἀθήνα τό 422 π.Χ. Ἀπό τούς ἀρχαίους «γραμματικούς» παραθέτουμε μετάφραση μιᾶς ἀπό τίς σωζόμενες δύο «ὑποθέσεις» τοῦ ἔργου.