Τά ὅρια τοῦ δικαστικοῦ ἐλέγχου νομιμότητας
τῶν νέων ταυτοτήτων
Οἱ νέες ἀστυνομικές ταυτότητες τῶν πολιτῶν δημιούργησαν ἀναταραχή στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, ἐξ αἰτίας –μεταξύ ἄλλων– τῆς προσβολῆς τῶν θεμελιωδῶν δικαιωμάτων τῶν πολιτῶν, εἰδικότερα δέ τῆς παραβίασης τῶν προσωπικῶν δεδομένων τῶν πολιτῶν, ἡ προστασία τῶν ὁποίων κατοχυρώνεται συνταγματικά στό ἄρθρο 9Α τοῦ Συντάγματος.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐξέδωσε σχετική ἀνακοίνωση, μέ τήν ὁποία καθησυχάζει τούς πιστούς ὑποστηρίζοντας ὅτι «Σέ κάθε περίπτωση ἡ κρίση γιά τή νομιμότητα τῆς ἀστυνομικῆς ταυτότητας ἀνήκει στή δικαιοδοσία τῆς δικαστικῆς ἐξουσίας τῆς χώρας, πού ἤδη ἀποφάνθηκε, καί ἀφορᾶ ἕνα διοικητικῆς φύσεως ζήτημα τῶν σχέσεων Κράτους καί πολίτη». Μάλιστα, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τονίζει ὅτι τό 2019 τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας ἔκρινε τή νομιμότητα τῆς Ὑπουργικῆς Ἀποφάσεως τοῦ 2018 γιά τή νέα ἀστυνομική ταυτότητα (ἀποφάσεις 2388/2019, 2389/2019). Ἀφ’ ἑνός ἀπέρριψε τίς νομικές διαφωνίες σχετικά μέ τήν προστασία τῆς προσωπικότητας, τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως καί τῶν προσωπικῶν δεδομένων τοῦ πολίτη, ἀφ’ ἑτέρου ἀκύρωσε μερικῶς τήν Ὑπουργική Ἀπόφαση τοῦ 2018 ὡς πρός μία διάταξή της, πού προέβλεπε ἄμεση χρήση τῆς ταυτότητας ἀπό τούς πολῖτες ὡς κάρτας ὑπηρεσιῶν ψηφιακῆς διακυβερνήσεως, καθώς αὐτή ἡ λειτουργία της δέν προβλεπόταν νομοθετικῶς. Ἔκτοτε ἡ Πολιτεία συμμορφώθηκε καί ἐξέδωσε δύο διορθωτικές Ὑπουργικές Ἀποφάσεις (2019, 2023)».