Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΓΝΩΣΗ!

Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ,
ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΓΝΩΣΗ!

 

ρχίζει ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή καί πρέπει νά ἑτοιμασθοῦμε περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή τοῦ χρόνου, γιατί μέ τήν περίοδο τοῦ Τριῳδίου μᾶς δίνεται μιά ἐξαιρετική εὐκαιρία νά ἰδοῦμε κατάματα τόν Θεό μας καί νά καθρεπτίσουμε σ’ Αὐτόν τόν ταλαίπωρο ἑαυτόν μας. Νά ἀναλογισθοῦμε τό νόημα καί τόν σκοπό τῆς Θείας Λατρείας καί νά ἐξετάσουμε τό ἐάν καί κατά πόσον μέ τόν τρόπο πού ἀσκοῦμε τήν Λατρεία μας ἐπιτυγχάνεται αὐτός ὁ σκοπός, ἤ μόνο «ἀέρα δέρουμε»!

Ἐπείγει αὐτό τό καθρέπτισμα γιατί δέν πρέπει νά χάσουμε χρόνο, σερνόμενοι ἀπό τήν ἀνεπίγνωστη θρησκευτικότητά μας, πότε στήν αὐτοδικαίωση, πότε στήν ὑπεραισιοδοξία, πότε στήν αὑτολύπηση, πότε στή μελαγχολία καί πότε στήν ἀπόγνωση!

 

Ἡ Θεία Λατρεία εἶναι ἡ Θεία Θερμοκοιτίδα, πού μᾶς αὐξάνει κατά Θεόν, σκοπεύει νά μᾶς αὐξήσῃ «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» καί γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας, ὄχι ἁπλῶς τῆς δίδει σημασία, ἀλλά ἀπόλυτη προτεραιότητα.

 Ἀπό τήν πρώτη κι’ ὅλας ἡμέρα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, μᾶς ἀφυπνίζει, διεγείροντάς μας ἀπό τόν ἐφησυχασμό καί τήν πνευματική ἀποτελμάτωση, πού βρισκόμαστε, μέ τό νά κάνουμε τήν Λατρεία τοῦ Θεοῦ μας, ρουτίνα!

Ἀπό τήν Καθαρά Δευτέρα τό πρωΐ, στό Ἀνάγνωσμα τῆς ΣΤ΄ Ὥρας, ἀρχίζει τήν κατήχησή μας «τό Στόμα τοῦ Κυρίου» καί Θεοῦ καί Σωτῆρος μας, θέλοντας νά μᾶς διευκρινήσῃ ὅτι ἀπό τό πῶς βλέπουμε τήν Λατρεία Του, τίς Ἑορτές, τίς Θυσίες καί τίς Νηστεῖες μας, ἐξαρτᾶται τό ἄν θά ἔχουμε σχέση μαζί Του ἤ ὄχι: «῎Ακουε οὐρανὲ καὶ ἐνωτίζου γῆ, ὅτι Κύριος ἐλάλησεν· υἱοὺς ἐγέννησα καὶ ὕψωσα, αὐτοὶ δέ με ἠθέτησαν. Ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ· ᾿Ισραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁ λαός με οὐ συνῆκεν. Οὐαὶ ἔθνος ἁμαρτωλόν, λαὸς πλήρης ἁμαρτιῶν, σπέρμα πονηρόν, υἱοὶ ἄνομοι· ἐγκατελίπατε τὸν Κύριον καὶ παρωργίσατε τὸν ἅγιον τοῦ ᾿Ισραήλ...Τί μοι πλῆθος τῶν θυσιῶν ὑμῶν; λέγει Κύριος· πλήρης εἰμὶ ὁλοκαυτωμάτων κριῶν, καὶ στέαρ ἀρνῶν καὶ αἷμα ταύρων καὶ τράγων οὐ βούλομαι, οὐδὲ ἂν ἔρχησθε ὀφθῆναι μοι. Τίς γὰρ ἐξεζήτησε ταῦτα ἐκ τῶν χειρῶν ὑμῶν; Πατεῖν τὴν αὐλήν μου  οὐ προσθήσεσθαι· ἐὰν φέρητε σεμίδαλιν, μάταιον· θυμίαμα, βδέλυγμά μοί ἐστι· τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰ σάββατα καὶ ἡμέραν μεγάλην οὐκ ἀνέχομαι· νηστείαν καὶ ἀργίαν καὶ τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰς ἑορτὰς ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου· ἐγενήθητέ μοι εἰς πλησμονήν, οὐκέτι ἀνήσω τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν. Ὅταν ἐκτείνητε τὰς χεῖρας ὑμῶν πρός με, ἀποστρέψω τοὺς ὀφθαλμούς μου ἀφ᾿ ὑμῶν, καὶ ἐὰν πληθύνητε τὴν δέησιν, οὐκ εἰσακούσομαι ὑμῶν· αἱ γὰρ χεῖρες ὑμῶν αἵματος πλήρεις. Λούσασθε καὶ καθαροὶ γίνεσθε, ἀφέλετε τὰς πονηρίας ἀπὸ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ὑμῶν, μάθετε καλὸν ποιεῖν, ἐκζητήσατε κρίσιν, ρύσασθε ἀδικούμενον, κρίνατε ὀρφανῷ καὶ δικαιώσατε χήραν· καὶ δεῦτε διαλεχθῶμεν, λέγει Κύριος· καὶ ἐὰν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐὰν δὲ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡς ἔριον λευκανῶ (Ἡσ. 1, 2-4 & 11-18).

 

Φοβερός ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ! «Τίς γὰρ ἐξεζήτησε ταῦτα ἐκ τῶν χειρῶν ὑμῶν;». Ποιός σᾶς ζήτησε Θυσίες; Ξέρετε ἄνθρωποι γιατί καί γιά ποιό σκοπό μέ λατρεύετε; Σᾶς ζήτησα ὡς Θεός Θυσίες; Ὄχι! Φοβερός ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ μας καί, κυρίως, τά ὅσα ὁ Λόγος Του αὐτός συνεπάγεται. Ἄς Τόν ἀκούσουμε, γιατί μιλάει ὁ Ἴδιος μέσα ἀπό τά παραπάνω λόγια του, ὁ Ἴδιος ὁ  Θεός μας:

 

 Διαβᾶστε (σάν νά μᾶς λέει) τό βιβλίο τῆς Γενέσεως γιά νά διαπιστώσετε ὅτι μόνοι σας, μετά τήν Πτώση σας καί τήν ἔξοδό σας ἀπό τόν Παράδεισο θελήσατε νά μοῦ προσφέρετε Θυσίες εἰς ἔνδειξη ὅτι καταλάβατε ὅτι εἶμαι ὁ Δημιουργός σας καί ὄχι κάποιος, πού ὑπάρχει γιά νά Τόν ἀνταγωνίζεσθε, ὅπως σᾶς δίδαξε ὁ Σατανᾶς κρυμμένος μέσα στό φρόνιμο φίδι.

Ἐσεῖς νοιώσατε τήν ἀνάγκη νά ἀσφαλίσετε τούς ἑαυτούς σας γιά νά μήν συνεχίσουν τίς πτώσεις, θέτοντες τίς Θυσίες σας κήρυκες καί προστάτες σας ἀπό τό νά μήν μέ θεωρήσετε στό μέλλον ἕνα ὅμοιό σας κτῖσμα, πρᾶγμα τό ὁποῖο θά σᾶς ἐμπόδιζε νά γίνετε καί σεῖς «κατά Χάριν θεοί», ὅπως σᾶς προώρισα.

Ἐσεῖς διδαχθήκατε στόν Παράδεισο ἀπό τούς Ἀγγέλους μου ὅτι ἡ Δοξολογία τους εἶναι μετοχή τους στήν Ἄκτιστη Χάρη μου, μετοχή τους στήν Δόξα τῆς Δόξης μου καί ὄχι προσφορά σέ Ἐμένα, τόν ἀνενδεῆ ὁποιασδήποτε προσφορᾶς τῶν Κτισμάτων μου!

Ἀπό τούς Ἀγγέλους μου ἀντιγράψατε τήν Λατρεία μου, ἐνθυμούμενοι αὐτήν ὅταν ἐκβληθήκατε τοῦ Παραδείσου, διότι ὅσο εἴσασθε ἐντός αὐτοῦ, περί ἄλλα ἐτυρβάζατε, γι’ αὐτό καί παρασυρθήκατε στήν ἀσέβεια τοῦ ὄφεως! Θυμηθήκατε τήν Δοξολογία μου, τήν Ὁποία δέν τήν δίδαξα στούς Ἀγγέλους μου, ἀλλά τήν ἐπενόησαν ἐκεῖνοι, τήν ἔνοιωσαν ὡς ἀνάγκη τους γιά νά βρίσκονται κοντά μου καί γιά νά αὐξάνουν τήν σχέση τους μαζί Μου!

Ἀντιγράψατε ἀπό τούς Ἀγγέλους τήν Λατρεία, ἀλλά ὄχι ὅλοι ἐγκάρδια καί Ἀληθινά, καί γι’ αὐτό δέν ὠφεληθήκατε ὅλοι. Ἤδη, πολύ νωρίς, τό ἕνα ἀπό τά δύο παιδιά τῶν Πρωτοπλάστων μου θέλησε νά μέ κοροϊδέψῃ μέ τήν θυσία του, νομίζοντας ὅτι ἔχω ἀνάγκη ἀπό προσφορές, ὅτι κολακεύομαι, ὅτι εὐφραίνομαι μέ τήν δουλοπρεπῆ στάση τῶν Κτισμάτων Μου! Ὅτι χρειάζομαι καλοπιάσματα γιά νά τά ἀνταμείψω μέ ἄφθονες παροχές μου, καί, μάλιστα, κατά προτίμησή τους, ὑλικῶν ἀγαθῶν!

Ἀποπειρώμενοι νά μέ κοροϊδέψετε, δείξατε ἤδη ἐξ ἀρχῆς, μέ τόν γνήσιο ἐκπρόσωπό σας, τόν Κάϊν, ὅτι δέν μέ θεωρεῖτε Παντογνώστη, Παντεπόπτη, Καρδιογνώστη, Παντοκράτορα, Πάνσοφο, καί γι’ αὐτό νομίσατε ὅτι θά μέ ξεγελάσετε προσφέροντάς μου σάν θυσία   τά σκουπίδια σας, πού εἴχατε γιά πέταμα! Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά ζηλεύατε κι’ ὅλας ἐκείνους πού ὀρθά προσέφεραν τήν Θυσία τους, μέ πόθο ψυχῆς καί μέ τήν Ἀγάπη τους γιά Μένα! Ὅταν δέ προσπάθησα νά σᾶς συνετίσω μέ στοργή καί εὐγένεια, ἐσεῖς προχωρήσατε καί στόν φόνο τοῦ ἀδελφοῦ σας τοῦ Ἄβελ καί, ἀφοῦ τόν θάψατε, μέ εἰρωνευθήκατε ὅτι τἄχα δέν γνωρίζετε ποῦ βρίσκεται ὁ ἀδελφός σας! Αὐτοί εἶσθε!

 

Καταλαβαίνω ὅτι ἔχετε ἐνστάσεις καί ἀντιρρήσεις σ’ αὐτά πού σᾶς  λέω –πάντοτε, ἄλλωστε, εἴσαστε ἕτοιμοι γιά ἀντιλογίες – ὡς πρός τό ὅτι δέν σᾶς ζήτησα Ἐγώ νά μοῦ προσφέρετε Θυσίες, ὑποδεικνύοντάς μου τίς λεπτομερεῖς Ὁδηγίες, πού σᾶς ἔδωσα γιά τήν Ὀρθή Λατρεία σας.

Καί, ὅμως! Ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὅτι οἱ Πρωτόπλαστοι μετά τήν Πτώση τους, μόνοι τους, χωρίς δική Μου ὑπόδειξη ἄρχισαν νά Μοῦ προσφέρουν Θυσία, γιά νά διατηροῦν Καθαρή τήν Συναίσθηση  τῆς ἀβυσσαλέας ἀποστάσεως τοῦ Κτιστοῦ ἀπό Τόν Ἄκτιστον, ἡ ὁποία γεφυρώνεται μόνο μέ τήν μετά πόθου καί ἀγάπης ἀνταπόκριση τοῦ Κτιστοῦ στήν Ἀγάπη Μου! Ἐν συνεχείᾳ, ὅμως, ἀκολουθήσατε οἱ περισσότεροι τό ἦθος καί τήν συμπεριφορά τοῦ Κάϊν στόν τρόπο προσφορᾶς τῆς θυσίας σας, ἕως ὅτου, κατρακυλήσατε τόσο πολύ, ὥστε καταντήσατε νά προσφέρετε, θυσία στά κτίσματα καί ὄχι στόν Κτίσαντα. Γίνατε εἰδωλολάτρες, χάνοντας ἐντελῶς τόν Θεό σας!

Τότε ἔκαμα τήν παρέμβασή μου γιά τήν προστασία σας ἀπό τήν πλάνη καί γιά πρώτη φορά σᾶς ὑπέδειξα μέ κάθε λεπτομέρεια, μέ Τελετουργικό αἰσθητό ἀλλά καί πνευματικό, τό πῶς ἀπό τήν πλάνη τῶν εἰδώλων θά ἐπανέλθετε σέ Μένα τόν Ἀληθινό Θεό σας. Σᾶς ὑπέδειξα, μέ τό τελετουργικό αὐτό, τό πῶς θά ἐκφράζετε τήν Ἀγάπη σας καί τόν Πόθο σας γιά Μένα. Σᾶς ἔδωσα μέ τόν Πνευματικό Ὁδηγό σας, τόν Μωϋσῆ, χειροπιαστή Σκηνή γιά νά μήν πλανᾶσθε μέ τά διανοήματά σας, πού τά καθορίζει  ὁ διάβολος, ἀλλά νά ἔχετε μέ κάθε ἀσφάλεια τήν ἐγγύηση ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά σᾶς παραπλανήσῃ καί νά σᾶς χωρίσῃ ἀπό Ἐμένα!

Ὡστόσο, πέρασαν τά χρόνια καί συνεχίσατε τήν ἴδια τακτική. Προσφέρατε τίς θυσίες σας, ὄχι σάν Θυσίες, πού φανερώνουν τήν Ἀγάπη καί τήν Λατρεία σας γιά Μένα, ἀλλά σάν συναλλαγή, σάν ἀντάλλαγμα γιά νά σᾶς διευκολύνω τίς καθημερινές σας συναλλαγές, γιά τήν ἐπίγεια ζωούλα σας, πού τήν θεοποιήσατε, καί ὄχι σάν πόθο γιά νά μοῦ μοιάσετε, γιά νά ἀλλάξετε τόν χαρακτῆρα σας καί νά μαλακώσετε τίς πέτρινες καρδιές σας.

Πέρασαν 500 χρόνια μέ ἐμπορική συμπεριφορά σας ἀπέναντί Μου. Συμπεριφορά, πού σᾶς ἔκανε νά κατρακυλίσετε τόσο ποταπά, νά ἐπιστρέψετε στά εἴδωλα καί νά καταντήσετε νά προσφέρετε μέ τόν ἄδικο καί ἀσεβῆ βασιλιά σας Μανασσῆ θυσία στόν Μολώχ! Τήν μετοχή στήν Θεία Χάρη τῶν Θυσιῶν Μου, πού σᾶς ἕνωνε μαζί Μου, τήν ἀνταλλάξατε μέ ἀνθρωποθυσίες βρεφῶν, συνδυασμένες μέ πορνικά ὄργια, πού σᾶς ἀπομάκρυναν ἐντελῶς ἀπό Ἐμένα.

Τότε, καί πάλι δέν σᾶς ἐγκατέλειψα, ἀλλά σᾶς ἔστειλα ἕναν ἄνθρωπό μου, πού δέν σᾶς ἔμοιαζε καθόλου καί γι’αὐτό αἰσθανόταν μόνος του στήν γῆ, μή ἔχοντας πλέον ἀνθρώπους, πού ἐσέβοντο τόν Θεό τῶν Πατέρων τους. Σᾶς ἔστειλα τόν Προφήτη μου Ἡσαΐα γιά νά σᾶς πληροφορήσῃ τό πῶς σᾶς Βλέπω καί τό τί Αἰσθάνομαι γιά σᾶς καί τίς θυσίες σας. Σᾶς εἶπε ὅτι αὐτά πού θά ἀκούσετε τά ἐλάλησε τό Στόμα μου σέ σᾶς, γιά νά μήν αὐταπατᾶσθε καί νά ἀφυπνισθῆτε. Σᾶς εἶπε πολλά, ἀλλά σᾶς θυμίζω μόνο ἐτοῦτα: «Τί μοι πλῆθος τῶν θυσιῶν ὑμῶν;...Τίς γὰρ ἐξεζήτησε ταῦτα ἐκ τῶν χειρῶν ὑμῶν; ...ἐὰν φέρητε σεμίδαλιν, μάταιον· θυμίαμα, βδέλυγμά μοί ἐστι· τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰ σάββατα καὶ ἡμέραν μεγάλην οὐκ ἀνέχομαι· νηστείαν καὶ ἀργίαν καὶ τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰς ἑορτὰς ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου· ἐγενήθητέ μοι εἰς πλησμονήν, οὐκέτι ἀνήσω τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν.  Ὅταν ἐκτείνητε τὰς χεῖρας ὑμῶν πρός με, ἀποστρέψω τοὺς ὀφθαλμούς μου ἀφ᾿ ὑμῶν, καὶ ἐὰν πληθύνητε τὴν δέησιν, οὐκ εἰσακούσομαι ὑμῶν· αἱ γὰρ χεῖρες ὑμῶν αἵματος πλήρεις». Σᾶς μετέφερε τά λόγια αὐτά κατά λέξιν, ὅπως τοῦ τά εἶπα καί σεῖς τόν πριονίσατε, παραδίδοντάς τον στόν θάνατο!

Τί ἔπρεπε, πλέον νά κάνω γιά σᾶς; Ἔπρεπε νά σᾶς ἐγκαταλείψω ὁριστικά καί ἀμετάκλητα, ἀλλά ἀδυνατῶ, γιατί, παρά τήν ἀμετανοησία σας καί παρ’ ὅτι δέν σᾶς ἔχω καμμιά ἀνάγκη, ἔχω ὑποχρεώσει τόν Ἑαυτόν μου νά Μοῦ εἶσθε ἀπαραίτητοι!

 

Σέ ἕναν Τέτοιον Θεό, πού, ὄχι  μόνο δέν μᾶς ἐγκατέλειψε ἀλλά  «ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν», Θυσίασε καί τόν Μονογενῆ Του Υἱόν γιά τήν Σωτηρία μας, καί ἐξακολουθεῖ νά μᾶς περιμένῃ νουθετῶντας μας μέ ἀγάπη νά ἀλλάξουμε τούς χαρακτῆρες μας, νά διαλεχθοῦμε μαζί Του γιά νά γίνουμε ἐντελῶς δικοί Του, δέν ἁρμόζει μιά Λατρεία τυπική, συναλλαγματική, βαριεστημένη, πληκτική, ἀδιάφορη καί νεκρή. Σέ ἕναν Τέτοιον Θεό, τόν Θεό μας, καί μόνο Σέ Αὐτόν, ἁρμόζει Θυσία ὁλοκληρωτική, Ζῶσα, Θυσία καρδιᾶς συντετριμμένης ἀπό τήν Ἀγάπη Του καί γεμάτης εὐγνωμοσύνη!

 

Ἐσένα Τόν

«Μόνον Γεννήτορα καί Νοῦν Μονογενοῦς Υἱοῦ ·

καί Σέ, Νοῦ, Λόγε, Δόξης τοῦ Πατρός, Αὐγήν ·

καί Σέ Νοῦ, Ἐκπόρευμα, Μόνου, καί Μόνως Πνεῦμα,

τό Ἀϊδίως καί δι’ Υἱοῦ, πεφηνός τῷ κόσμῳ Μόνως ·

Μόνε, Μόνως, Μόνον, ᾂδω Σέ»!

 

π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 235

Μάρτιος 2022