Ὁ Κρυφός ἅγιος τῆς ἐποχῆς μας

Ὁ Κρυφός ἅγιος τῆς ἐποχῆς μας

 

Αὐτό τόν Μάϊο, στίς 23 τοῦ μηνός, θά πανηγυρίσουμε γιά πρώτη φορά τή μνήμη τοῦ Ἁγίου Εὐμενίου Σαριδάκη. Ἤδη ὁ Ἅγιος Πορφύριος προέτρεπε τούς πιστούς: «Νά πηγαίνετε νά παίρνετε τήν εὐχή τοῦ Γέροντα Εὐμένιου, γιατί εἶναι ὁ κρυμμένος ἅγιος τῶν ἡμερῶν μας. Σάν τόν Γέροντα Εὐμένιο βρίσκει κανείς κάθε διακόσια χρόνια»! Τήν ἁγιότητα αὐτοῦ τοῦ ἀνεκτίμητου θησαυροῦ, τόν ὁποῖο φανέρωσε ὁ Θεός στίς ἡμέρες μας μέ τίς ποικίλες ἐκδηλώσεις τῆς Χάριτός Του, διακήρυξε πρόσφατα τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Μετά ἀπό αἴτημα τῆς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης κατέταξε στίς 14 Ἀπριλίου τοῦ 2022 τόν Γέροντα Εὐμένιο Σαριδάκη στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ Ἅγιος γεννήθηκε ὡς ὄγδοο παιδί μιᾶς φτωχῆς οἰκογένειας τήν Πρωτοχρονιά τοῦ 1931 στό ὀρεινό χωριό Ἐθιά τῆς Κρήτης. Ἀπό νωρίς ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ φανερώθηκε στόν Κωνσταντῖνο – αὐτό ἦταν τό βαπτιστικό του ὄνομα. Ὡς μικρό παιδί ἀξιώθηκε νά δεῖ πάνω στό πρόσωπο ἑνός Ἀρχιεπισκόπου, πού εἶχε ἐπισκεφτεῖ τό χωριό του, τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν χάρη τῆς ἀρχιερωσύνης. Σέ ἡλικία 13 ἐτῶν, ἀνακοίνωσε τήν Πρωτοχρονιά τοῦ 1944 στήν ἀδελφή του Εὐγενία: «θά γίνω καλόγερος»! Ὅπως καταθέτει ὁ ἴδιος, «ἦρθε μιά λάμψη καί μέ τύφλωσε καί μπῆκε μέσα στά βάθη τῆς ψυχῆς μου»! Αὐτός ὁ πόθος τῆς καρδιᾶς του ἔγινε πραγματικότητα στήν ἡλικία τῶν 17 ἐτῶν, ὅταν ἔγινε δεκτός ὡς δόκιμος μοναχός στή Μονή Ἁγίου Νικήτα στή Νότια Κρήτη καί ἐκάρη τρία χρόνια ἀργότερα, τό 1951, μοναχός μέ τό ὄνομα Σωφρόνιος. Κατά τή στρατιωτική του θητεία ἀσθένησε βαρειά ἀπό λέπρα, θεραπεύτηκε ὅμως πλήρως στόν ἀντιλεπρικό Σταθμό Ἀθηνῶν. Ἐκεῖ ἀποφάσισε νά μένει, προκειμένου νά διακονεῖ τούς λεπρούς ἀσθενεῖς στό Λοιμωδῶν τῆς Ἁγίας Βαρβάρας Ἀθηνῶν, τούς «δικούς του ἀνθρώπους καί φίλους», ὅπως συνήθιζε νά λέει. Ἐπειδή ἦταν μοναχός, τοῦ παραχωρήθηκε ἀπό τήν διεύθυνση τοῦ νοσοκομείου ἕνα ἀτομικό κελί δίπλα στήν Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, ὅπου παρέμεινε τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του. Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος τῆς Χίου τοῦ ἔστειλε μετά τό κλείσιμο τοῦ ἐκεῖ Λωβοκομείου τόν τυφλό μοναχό Νικηφόρο μέ τήν προτροπή νά προσέξει «τόν θησαυρό πού τοῦ στέλνει ἡ Παναγία». Ὁ π. Σωφρόνιος μέ μεγάλη ἀφοσίωση ὑπηρετοῦσε τόν Ὅσιο Νικηφόρο, ὁ ὁποῖος ἔγινε πνευματικός του πατέρας. Ἡ χειροτονία του τό 1975 σέ πρεσβύτερο, κατά τήν ὁποία ἔλαβε καί τό ὄνομα Εὐμένιος, διεύρυνε τό πεδίο τῆς διακονίας του. Διακρίθηκε ὡς ἄριστος πνευματικός ὁδηγός ἀρχικά τῶν ἀσθενῶν τοῦ Λοιμωδῶν καί, ἔπειτα, χιλιάδων πνευματικῶν του τέκνων, ἀποκτῶντας ὅλο καί περισσότερη φήμη. Ἡ τελευταία δεκαετία τῆς ζωῆς του ἦταν σημαδεμένη ἀπό μεγάλα προβλήματα ὑγείας, τά ὁποῖα ὅμως δέν ἦσαν ἱκανά νά τόν σταματήσουν ἀπό τήν τέλεση τῶν ἱερατικῶν του καθηκόντων. Τά τελευταῖα δύο χρόνια τῆς ζωῆς του πέρασε στό Νοσοκομεῖο Εὐαγγελισμός. Οἱ γιατροί καί τό νοσηλευτικό προσωπικό ἐκτίμησαν ἰδιαίτερα τόν Γέροντα Εὐμένιο, ὁ ὁποῖος εἶχε μετατρέψει τό θάλαμο 653, ὅπου ἔμεινε, σέ καλογερικό κελί. Ἐκεῖ ἐκοιμήθη στίς 23 Μαΐου 1999, ἡμέρα Κυριακή, μετά ἀπό 20 μέρες ἔντονου πόνου. Τό σκήνωμά του μεταφέρθηκε στόν Ἱερό Ναό τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων γιά λαϊκό προσκύνημα καί ἔπειτα κηδεύτηκε σύμφωνα μέ τήν ἐπιθυμία του στό χωριό του στήν Κρήτη. Τό σῶμα του μέχρι τέλους διατηρήθηκε ζεστό, φωτεινό, μαλακό καί ἐλαστικό σάν νά κοιμόταν, μιά ἀπόδειξη τῆς ἁγιότητάς του.

Μετά ἀπό τά παραπάνω ὀλίγα βιογραφικά στοιχεῖα ἄς προσεγγίσουμε ἔστω μέ πολλή συντομία τόν κῆπο τῶν Χαρίτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού παρατηροῦμε τόσο ἔκδηλα στή ζωή του. Πάνω ἀπ’ ὅλα ξεχωρίζει ἡ χαρά, τήν ὁποία κυριολεκτικά ἀκτινοβολοῦσε. Τά «χαίρετε» τοῦ Χριστοῦ πρός τούς Μαθητές Του, τό «χαίρετε πάντοτε» τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἦσαν τρόπον τινά ζωγραφισμένα στό πρόσωπό του. Τήν χαρά του αὐτή τή τροφοδοτοῦσε ὁ μεγάλος του ζῆλος γιά τή Λατρεία τοῦ Θεοῦ κατά τίς καθημερινές Ἱερές Ἀκολουθίες στόν Ἱερό Ναό τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, πού κρατοῦσαν πέντε ὧρες. Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος, πού ἦταν πνευματικό του παιδί, καταθέτει: «…τήν χαρά τοῦ Εὐμενίου, μέχρι νά πεῖ «Δι’ εὐχῶν» κατά τήν ἀπόλυση, δέν νομίζω νά μέ ἀξιώσει ὁ Θεός νά τή ξαναδῶ σέ ἄνθρωπο…». Προφανῶς αὐτή ἡ χαρά  συνδεόταν καί μέ τήν τόσο πρόθυμη ἀνταπόκρισή του στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τήν ἐργατικότητά του, τήν ἀσκητικότητά του, τήν ὑπακοή του. Ὅλα τά δεχόταν μέ χαρά. Ἤδη στήν ἡλικία τῶν 20 ἐτῶν βίωνε τήν ἀσθένεια τῆς λέπρας ὡς αἰτία μεγάλης χαρᾶς. Ἔλεγε: «Ναί, μέ γέμισε ἀπέραντη χαρά. Ὅσο πιό μεγάλη ἀσθένεια, τόσο πιό μεγάλος σταυρός, τόσο πιό μεγάλη Ἀνάσταση […]. Σ’ εὐχαριστῶ, Χριστέ μου, πού μοῦ ἔδωσες μεγάλο σταυρό. Θά ἔχω μαζί Σου μεγαλύτερη συμμετοχή στά πάθη Σου, ἀλλά καί μεγαλύτερη συμμετοχή στήν Ἀνάστασή Σου».

Εἶχε τό χάρισμα τῶν δακρύων. Ἐπί δύο μέ δυόμιση χρόνια, ὅπως ἔλεγε «εἴτε λειτουργοῦσα, εἴτε μιλοῦσα μέ τούς ἀνθρώπους, ἔτρεχαν ἀπό τά μάτια μου καυτά δάκρυα, τόσο καυτά πού μέ ἔκαιγαν». Ἦταν δάκρυα γιά τίς ἁμαρτίες, γιά τά λάθη καί γιά τά πάθη του. Ἔπειτα αὐτά τά δάκρυα μετατράπηκαν σέ ἑκούσια καί εὐφραντικά.

 Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό του στοιχεῖο ἦταν ἡ ἀκατακρισία του, πού παράγει μιά ἰδιαίτερη καθαρότητα στόν ἄνθρωπο καί φανερώνει τήν ἀπόλυτη πεποίθηση, ὅτι ὅλα ὅσα ἐπιτρέπει ὁ Θεός εἶναι γιά τό καλό μας. Πάλι σύμφωνα μέ τόν Μητροπολίτη Μόρφου «δέν ὑπῆρχε […] ἡ δυνατότητα καμιᾶς κριτικῆς, οὔτε πολιτικῆς, οὔτε…μετεωρολογικῆς, οὔτε ἐκκλησιαστικῆς». «Ἄν ἔλεγες «μά τί καύσωνας εἶναι αὐτός βρέ παιδί μου»! Θά σοῦ ἀπαντοῦσε «ὡραῖος καύσωνας». Καί διεπίστωνες ὅτι αὐτό τό ἐννοοῦσε! Δέν ἤθελε οὔτε τά καιρικά φαινόμενα νά κρίνεις».

Ὁ Ἅγιος φρόντιζε ὅλα τά χρόνια, ἐκτός ἀπό τά τελευταῖα, νά κρύβει ἐπιμελῶς τήν ἁγιότητά του. Ἡ ἄριστη καθοδήγηση τῶν πνευματικῶν του τέκνων παρήγαγε πολλούς καρπούς καί ἀνέδειξε χαριτωμένα ἄνθη ὅπως τήν ἀόμματη καί παράλυτη Βαγγελιώ, τήν Ἀργυρώ, τῆς ὁποίας τό λείψανο εὐωδίασε κατά τήν ἀνακομιδή του, τούς πολύ ἐνάρετους Ἀριστείδη καί Χαράλαμπο. Ὁ μακαριστός Γεράσιμος Φωκᾶς, ὁ ὁποῖος εἶχε χειροτονηθεῖ Μητροπολίτης Κεφαλληνίας καί ἐκοιμήθη λίγο πρίν τήν ἐνθρόνισή του, ἀποκαλοῦσε τό Λοιμωδῶν «τό Ἅγιον Ὄρος τῆς Ἀθήνας» λόγῳ τοῦ ἔντονου ἀγώνα τῶν σκληρά δοκιμαζομένων ἀνθρώπων ἐκεῖ.

Ἡ ζωή τοῦ Ἁγίου Εὐμενίου ἦταν ἡ πλήρης ἀνταπόκριση στά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας: «Ἐντολήν καινήν δίδωμι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους·  καθώς ἠγάπησα ὑμᾶς, ἵνα καί ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» καί «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοί μαθηταί ἔστε, ἐάν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις» (Ἰω. 13,35). Χαρακτηριστικά εἶναι τά λόγια του: «Τζάμπα εἶναι ἡ ἀγάπη. Οὔτε πληρώνουμε, οὔτε νά πᾶμε ταξίδι νά τήν βροῦμε, οὔτε νά κόψουμε εἰσιτήριο χρειάζεται. Ἡ ἀγάπη εἶναι τζάμπα. Ὅπου νά πᾶμε, ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖ. Ἡ ἀγάπη εἶναι δωρεά. Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Θεό διψᾶ ἀχόρταγα νά ὁμιλῆ μέ Αὐτόν. Δέν ἀγαπᾶ τίποτε ἄλλο. Αὐτός πού ἀγαπᾶ Τόν Θεό, ἀγαπᾶ καί ὅ,τι εἶναι τοῦ Θεοῦ. Τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ ἀγαπᾶ καί ὅλα αὐτά, πού ἀγαπᾶ ὁ Θεός». Καί ὁ Ἅγιος αὐτή τήν ἀγάπη πρός τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ φανερώνει πάντα ἐκ νέου μέ τά θαύματα πού μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπιτελεῖ μετά τήν κοίμησή του.

 

Λέων Μπράνγκ

Δρ. Θεολογίας

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 237

Μάϊος 2022