«ΗΡΑΚΛΕΙΔΕΣ»

«ΗΡΑΚΛΕΙΔΕΣ»

 

παρουσίαση θεατρικῶν ἔργων μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία νά καταδυθοῦμε στά κείμενά τους, νά ἀνασύρουμε μαργαριτάρια καί νά τά προσφέρουμε στούς ἀναγνῶστες τῆς ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΥΛΟΓΙΑΣ μέ τά σχόλιά μας. Γράφοντας «μαργαριτάρια», δέν ἐννοοῦμε μόνον ἐνέργειες καί ρήσεις ἀξιολογικά ὀρθές καί ἐποικοδομητικές σύμφωνα μέ τήν Πίστη μας, τήν Ἀποκεκαλυμμένη Ἀλήθεια. Ἐννοοῦμε καί λόγους καί ἐνέργειες προσώπων τῶν θεατρικῶν ἔργων ἀξιολογικά ἀρνητικές πού ἐπισημαίνουν τίς συνέπειες τῶν ἐσφαλμένων ἐπιλογῶν μας. Τό θέατρο, καί ὄχι μόνον, πειστικά ἀναπαριστάνει (μίμησις πράξεως κατά τόν Ἀριστοτέλη) φάσεις τῆς ἀτομικῆς καί συλλογικῆς ζωῆς μέ θετικά καί ἀρνητικά στοιχεῖα. Λόγοι καί ἐνέργειες φέρουν στήν ἐπιφάνεια, προσφέροντας στήν παρατήρηση καί μελέτη μας, ψυχικές καταστάσεις, συναισθήματα, ἐπιθυμίες, ἰδέες, κριτήρια, ἀντιλήψεις, προθέσεις, κίνητρα, ἐπιδιώξεις, φιλοδοξίες.

Ἡ τραγωδία αὐτή τοῦ Εὐριπίδη (484-406 π.Χ.) παίχθηκε πρόσφατα στό θέατρο OLVIO.

Ὁ παλιός βοηθός στούς ἄθλους τοῦ Ἡρακλῆ γέροντας τώρα Ἰόλαος ἐκθέτει τά δεινά πού ἔχουν ὑποστεῖ τά παιδιά τοῦ ἥρωα ἀπό τόν Εὐρυσθέα. Περιπλανῶνται σέ διάφορες Ἑλληνικές πόλεις διότι τά καταδιώκει ὁ βασιλέας τῶν Μυκηνῶν. Τώρα καταφεύγουν στόν Μαραθῶνα ἐλπίζοντας στήν προστασία τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν. Ἐμφανίζεται ἕνας κήρυκας τοῦ Εὐρυσθέα πού θέλει νά πάρει τά παιδιά τοῦ Ἡρακλῆ καί νά τά πάει στόν βασιλέα τῶν Μυκηνῶν. Ὁ Ἰόλαος ἀρνεῖται νά τά παραδώσει, ἀντιστέκεται καί ἐπικαλεῖται τήν βοήθεια τῶν Ἀθηναίων.

Μπαίνει στήν ὀρχήστρα τοῦ θεάτρου ὁ Χορός, πού ἀποτελεῖται ἀπό πολίτες τῆς Ἀθήνας. Πληροφορεῖται τήν αἰτία τῆς ἀντιδικίας τῶν δύο γερόντων. Τονίζει τόν σεβασμό πού τρέφουν οἱ Ἀθηναῖοι στούς ἱκέτες, συνιστᾶ στόν κήρυκα τοῦ Εὐρυσθέα νά μήν ἐπιχειρήσει βίαιη πράξη καί νά ἀπευθυνθεῖ στόν ἄρχοντα τῶν Ἀθηνῶν.

Ἔρχεται ὁ ἄρχοντας τῆς Ἀθήνας Δημοφώντας μέ τόν ἀδελφό του Ἀκάμαντα. Ζητᾶ νά μάθει τό αἴτημα τῶν ἱκετῶν. Ὁ κήρυκας ζητᾶ τήν παράδοση ἤ ἀπέλαση. Ὁ Ἰόλαος τονίζει τήν ὑποχρέωση τῆς Ἀθήνας γιά φιλοξενία καί ὑπενθυμίζει τό γενεαλογικό δέντρο πού ἀποδεικνύει τήν συγγένεια τοῦ Θησέα μέ τόν Ἡρακλῆ. Ὁ Δημοφώντας δέν θά παραδώσει τούς ἱκέτες, ὁ Εὐρυσθέας μπορεῖ νά τούς διεκδικήσει δικαστικά. Μετά ἀπό ἔντονη στιχομυθία, ὁ κήρυκας ἀποχωρεῖ ἀπειλῶντας. Ὁ Ἰόλαος ἐγκωμιάζει τόν Δημοφῶντα γιά τήν ἀπτόητη στάση του καί συνιστᾶ στούς Ἡρακλεῖδες νά τρέφουν σταθερή εὐγνωμοσύνη πρός τήν Ἀθήνα. Ὁ Δημοφώντας θά συγκαλέσει συνέλευση τοῦ λαοῦ γιά νά ἀποφασισθεῖ σθεναρή ἀντίσταση στήν ἀπειλούμενη ἐπίθεση τοῦ Εὐρυσθέα. Συνιστᾶ στόν Ἰόλαο νά ἀφήσουν τό ἄσυλο τοῦ ναοῦ καί νά ἐγκατασταθοῦν στό παλάτι του. Ὁ Ἰόλαος προτιμᾶ νά μείνουν ὑπό τήν προστασία τῆς Παλλάδος Ἀθηνᾶς.

Ὁ Χορός τῶν Ἀθηναίων πολιτῶν ἀπευθύνεται νοερά στόν Εὐρυσθέα γιά νά τοῦ τονίσει ὅτι δέν τόν φοβᾶται. Τόν κατηγορεῖ γιά τήν καταδίωξη τῶν ἱκετῶν. Ἄν καί ἀγαπᾶ τήν εἰρήνη εἶναι ἕτοιμος νά ἀναμετρηθεῖ μαζί του. Ὑπενθυμίζεται ὅτι ὁ Χορός ἐκπροσωπεῖ καί ἐκφράζει τήν κοινή γνώμη. Ἐδῶ ἀποτελεῖ ἀντιπροσωπεία τοῦ λαοῦ τῆς Ἀθήνας.

Ἐπιστρέφει στήν σκηνή ὁ Δημοφώντας κάπως ἀνήσυχος. Λέει στόν Ἰόλαο ὅτι ἡ πόλη εἶναι πανέτοιμη γιά στρατιωτική ἀναμέτρηση μέ τόν Εὐρυσθέα, ἀλλά χρησμωδοί συμφωνοῦν ὅτι πρέπει νά θυσιασθεῖ στήν Περσεφόνη κόρη ἀρχοντικῆς καταγωγῆς. Αὐτός δέν μπορεῖ νά θυσιάσει κόρη του οὔτε μπορεῖ νά ἀξιώσει ἀπό ἄλλον πολίτην κάτι τέτοιο. Ὁ Ἰόλαος προσφέρεται νά παραδοθεῖ αὐτός στόν Εὐρυσθέα, ἀλλά ἐκεῖνος ἀπαιτεῖ τά παιδιά τοῦ Ἡρακλῆ. Αὐθόρμητα προσφέρεται ἡ κόρη τοῦ Ἡρακλῆ Μακαρία. Ὁ Ἰόλαος τήν ἐπαινεῖ, ἀλλά προτείνει νά γίνει κλήρωση ἀνάμεσα σέ ὅλες τίς ἀδελφές της. Ἡ Μακαρία δέν δέχεται καί παρακαλεῖ νά πεθάνει ἀνάμεσα σέ γυναῖκες. Προχωρεῖ πρός τήν θυσία.

Ὁ Χορός τῶν Ἀθηναίων διατυπώνει σχόλια γιά τήν ἀνθρώπινη ζωή, τήν παρέμβαση τῶν θεῶν καί τήν μοίρα, ἐγκωμιάζει τήν Μακαρία.

Στήν σκηνή ἔρχεται ὑπηρέτης τοῦ Ὕλλου, γιοῦ τοῦ Ἡρακλῆ, καί πληροφορεῖ ὅτι στρατός του ἔχει συμπαραταχθεῖ μέ τόν στρατό τῶν Ἀθηναίων γιά νά ἀντιμετωπίσει τόν Εὐρυσθέα. Ὁ Ἰόλαος ἐπιθυμεῖ νά συμμετάσχει στήν μάχη, παρά τήν ἡλικία του. Ἡ γηραιά μητέρα τοῦ Ἡρακλῆ Ἀλκμήνη ἔχει ἀντίρρηση, ἀλλά αὐτός ὁπλίζεται ἐνθυμούμενος τήν ἀντρεία τῆς νιότης του.

Ὁ Χορός διαδηλώνει τήν ἀπόφασή του νά προστατεύσει τούς ἱκέτες, ὑπολογίζει στήν προστασία τοῦ Δία καί ἐπικαλεῖται τήν βοήθεια τῆς θεᾶς Ἀθηνᾶς.

Ἔρχεται στήν σκηνή ὁ ὑπηρέτης τοῦ Ὕλλου καί ἀναγγέλλει στήν Ἀλκμήνη τήν νίκη. Ἱκανοποιῶντας αἴτημά της περιγράφει τά γενόμενα. Ὁ Εὐρυσθέας δέν ἐτόλμησε νά μονομαχήσει μέ τόν Ὕλλο. Περιγράφει πῶς ἄρχισε ἡ μάχη καί πῶς ἐξελίχθηκε γιά νά φέρει τήν ἧττα τῶν Μυκηναίων. Ὁ Ἰόλαος ξανάνιωσε καί ἀνδραγάθησε. Φέρνει δεμένο τόν Εὐρυσθέα. Ἡ Ἀλκμήνη ἀνακοινώνει τήν νίκη στούς Ἡρακλεῖδες.

Ὁ Χορός ψάλλει τήν νίκη, ἐγκωμιάζει τόν Ἡρακλῆ πού δέν πέθανε, ἀλλά ἔγινε ἀθάνατος καί τονίζει ὅτι ἡ Ἀθήνα βοήθησε τόν Ἡρακλῆ καί τώρα τά παιδιά του.

Ὁ ὑπηρέτης τοῦ Ὕλλου φέρνει τόν αἰχμάλωτο Εὐρυσθέα. Ἡ Ἀλκμήνη τόν κατηγορεῖ γιά τίς ταλαιπωρίες στίς ὁποῖες ὑπέβαλε τόν Ἡρακλῆ καί τά παιδιά του. Ἐκεῖνος δικαιολογεῖται λέγοντας ὅτι συμμορφωνόταν πρός ἀπαιτήσεις τῆς θεᾶς Ἥρας. Ἡ Ἀλκμήνη θά σκοτώσει τόν Εὐρυσθέα καί θά δώσει τόν νεκρό στούς δικούς του νά τόν θάψουν στήν πατρίδα τους. Ὁ Εὐρυσθέας ζητᾶ νά τόν θάψουν στήν Ἀθήνα γιά νά τήν προστατεύει ἀπό τούς ἀπογόνους τῶν συμπατριωτῶν του, ἐάν κινηθοῦν ἐναντίον της.

Ὁ Χορός πληροφορεῖ τόν Δημοφῶντα ὅτι ὁ κήρυκας τοῦ Εὐρυσθέα προσπάθησε νά ἀποσπάσει τόν γέροντα Ἰόλαο ἀπό τόν βωμό τοῦ Δία. Ὁ Δημοφώντας παρατηρεῖ (στίχος 136): «Καί βέβαια ἔχει σχῆμα καί μορφή πέπλων Ἑλληνική, ἀλλά αὐτές οἱ πράξεις του εἶναι ἀπό χέρι μή Ἑλληνικό». Στά ἐξωτερικά μπορεῖ νά φαινόμαστε σωστοί. Ἐάν εἴμαστε πράγματι σωστοί ἀποδεικνύεται ἀπό τίς ἐνέργειές μας. Καί αὐτό ὄχι μία καί δύο φορές ἀλλά ἀπό ὅλη τήν ζωή μας.

Ὁ κήρυκας τοῦ Εὐρυσθέα ἰσχυρίζεται ὅτι τά παιδιά τοῦ Ἡρακλῆ πρέπει νά ὁδηγηθοῦν στό Ἄργος γιατί ἔχουν καταδικασθεῖ καί δραπετεύσει. Δέν ἐκθέτει ὅμως γιά ποιές ἀνομίες καταδικάστηκαν. Μήπως ἔγκλημά τους ἦταν τό γεγονός ὅτι ἦσαν παιδιά τοῦ Ἡρακλῆ; Καί γιατί δέν διεκδικοῦσε ὁ Εὐρυσθέας καί τόν γιό τοῦ Ἡρακλῆ Ὕλλο; (βλ. τραγωδία Σοφοκλῆ «Τραχίνιαι»).

Ὁ Χορός (στίχοι 179, 180): «Ποιός θά μποροῦσε νά δικάσει ἤ νά κρίνει ἕνα λόγο προτοῦ κι’ ἀπό τίς δύο πλευρές καθαρά ἀκούσει τίς ἀπόψεις;» Σωστό καί λογικό. Ἀναγκαῖο σέ μιά διαφορά, διένεξη νά ἀκουστοῦν καί τῶν δύο πλευρῶν θέσεις καί ἀξιώσεις γιά νά ὑπάρξει δίκαιη ἀπόφαση.

Ὁ Ἰόλαος κάνει ἔκκληση στόν Δημοφῶντα νά προστατεύσει τούς Ἡρακλεῖδες ἱκέτες λέγοντας (στίχοι 196, 197): «Γιατί ἄν θά γίνει αὐτό (δηλαδή ἄν τούς παραδώσει στόν διώκτη τους Εὐρυσθέα) κι’ ἄν δεχτοῦν τά λόγια σου, δέν ξέρω ἄν πιά ἡ Ἀθήνα αὐτή ἐδῶ θά εἶναι πόλη ἐλεύθερη».

Καί στούς στίχους 201 καί 203: «Γιά τήν πόλη ἀρκοῦν αὐτά· γιατί φθόνο προκαλεῖ τό νά παινεύεις πάρα πολύ». Φθόνος πού προκαλεῖται ἀπό ἀντίδραση.

Ὁ Ἰόλαος στόν Δημοφῶντα (στίχοι 297,298): «Δέν ὑπάρχει γιά τά παιδιά βραβεῖο καλύτερο ἀπ’ αὐτό, νά κατάγονται ἀπό πατέρα ἄριστο κι’ ἀντρεῖο». Ὑπάρχει: τῶν παιδιῶν τά ἄριστα ἐπιτεύγματα!

Μιά σημαντική ἐπισήμανση ἀρθρώνει ὁ Ἰόλαος λέγοντας (στίχοι 387, 388): «…τῆς ὑπερβολικά ξεσηκωμένης ἀποκοτιᾶς ὁ Δίας εἶναι πάντοτε τιμωρός». Ἀποκοτιά: παράτολμη ἀπόφαση, ἐνέργεια πού μπορεῖ νά ὀφείλεται σέ ἐπιπολαιότητα, ἄγνοια δεδομένων, κινδύνων, ἀλαζονεία. Πού δέν μένει ἀτιμώρητη. Ὁ ποιητής ἐδῶ τήν τιμωρία ἀποδίδει στόν Δία. Οἱ Χριστιανοί τήν εἰσπράττουμε ὡς συνετισμό ἀπό τόν πανάγαθο Πατέρα πού σοφά παιδαγωγεῖ.

Ὁ Δημοφώντας (στίχοι 398-402): «Ὡστόσο πιά ὅλα καλά τά ἔχω κι’ ἐγώ τακτοποιήσει· κι’ ἡ πόλη στά ὅπλα βρίσκεται κι’ εἶναι ἕτοιμες οἱ θυσίες σ’ ὅσους θεούς πρέπει αὐτές νά προσφερθοῦν γιά νίκη ἐνάντια στούς ἐχθρούς καί γιά σωμό τῆς πόλης μας καί μές στήν πόλη μέ τίς θυσίες οἱ μάντεις ἀσχολοῦνται».  Στρατιωτική προετοιμασία ἀλλά καί ἐκζήτηση τῆς θείας βοηθείας!

Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες τραγικοί ποιητές δέν χάνουν εὐκαιρία νά ὑπενθυμήσουν μέ δικά τους λόγια τήν σοφή ρήση τοῦ Σόλωνος: «Μηδένα πρό τοῦ τέλους μακάριζε». Ἐδῶ μέ ἀφορμή τό γεγονός ὅτι ὁ Ἰόλαος «κούρσεψε τό τέθριππο ἅρμα τοῦ Εὐρυσθέα», ὁ ποιητής γράφει (στίχοι 863-866): «Μέ τήν τωρινή τύχη του σ’ ὅλους τούς θνητούς δίνει ἕνα μήνυμα λαμπρό, νά μή ζηλεύουν ὅποιον δίνει τήν ἐντύπωση πώς εἶναι εὐτυχισμένος προτοῦ τόν δοῦν νά πεθαίνει· διότι οἱ τύχες εἶναι προσωρινές».

Μία γενική παρατήρηση πού πρέπει νά κάνουμε εἶναι γιά τήν φιλοπατρία τοῦ Εὐριπίδη. Ἐκδηλώνεται καί στό ἔργο αὐτό. Μέ ἐπαίνους καί τήν ἐπισήμανση θετικῶν στοιχείων.

Ὁ Ἰόλαος στούς Ἡρακλεῖδες (στίχος 38): «…φτάσαμε στά ὅρια αὐτά τῆς ἔνδοξης Ἀθήνας».

Ὁ ἴδιος (στίχος 62): «…κι’ ἡ χώρα πού πατοῦμε εἶναι μιά χώρα ἐλεύθερη».

Ὁ Δημοφώντας στόν κήρυκα τοῦ Εὐρυσθέα (στίχοι 285-287): «…στήν πόλη τῶν Ἀργείων δέν ἔχω ὑποταγμένη τή χώρα αὐτή ἀλλ’ εἶναι ἐλεύθερη».

Ὁ Δημοφώντας (στίχοι 243-245): «…γιατί, ἄν ἀφήσω αὐτός ἐδῶ ὁ βωμός μέ βία νά λεηλατηθεῖ ἀπό ξένον ἄντρα, θά δώσω τήν ἐντύπωση ὅτι δέν κατοικῶ σέ χώρα ἐλεύθερη…».

Ὁ Ἰόλαος στούς Ἡρακλεῖδες γιά τούς Ἀθηναίους (στίχοι 311-315): «…αὐτούς νά τούς θεωρεῖτε πάντοτε σωτῆρες σας καί φίλους σας καί νά μοῦ θυμᾶστε ποτέ ἐνάντια σ’ αὐτή τή γῆ δόρυ ἐχθρικό νά μήν ὑψώσετε, ἀλλά νά τή θεωρεῖτε ἀπ’ ὅλες τήν πιό ἀγαπημένη».

Ὁ Χορός γιά τήν πατρίδα του Ἀθήνα (στίχοι 330-332): «Πάντοτε ἡ χώρα αὐτή σ’ ὅσους σέ δυσκολία βρίσκονται εἶναι πρόθυμη μέ τό δίκαιο βοήθεια νά προσφέρει. Λοιπόν μόχθους ἀναρίθμητους γιά χάρη φίλων τράβηξε».

Ὁ Χορός νοερά πρός τόν Εὐρυσθέα (στίχοι 353-361): «Ἄν σύ περηφανεύεσαι, ἄλλοι δέ νοιάζονται γιά σένα περισσότερο, ὠ ξένε πού ἀπό τό Ἄργος ἦρθες, καί μέ τίς μεγαλοστομίες σου δέ θά φοβίσεις τή σκέψη μου. Ἔτσι ἄς μή νιώθει ἡ Ἀθήνα ἡ τρανή κι’ εὐρύχωρη».

Καί περαιτέρω (στίχοι 377-380): «Ὅμως ἐνῶ τόν πόλεμο δέν ποθοῦμε, μή μέ πόλεμο συνταράξεις τή χαριτωμένη πόλη μας, ἀλλά κρατήσου μακριά».

Ἡ Ἀλκμήνη στόν Εὐρυσθέα πού ὄχι μόνον ἡττήθηκε ἀλλά καί αἰχμαλωτίσθηκε (στίχοι 956, 957): «Ὅμως βρῆκες μπροστά σου ἄντρες καί μιά πόλη ἐλεύθερη πού δέν σέ φοβήθηκαν».

Μιλῶντας γιά τοῦ Εὐρυσθέα τήν ἀλαζονεία καί τό γεγονός ὅτι ἡ ψυχή του μπροστά στό δίκαιο ἦταν βίαιη λέει (στίχοι 925, 926): «Μακάρι ποτέ ἡ σκέψη μου καί ἡ ψυχή μου νά μήν εἶναι ἀκόρεστη». Διπλό πνευματικό ὄφελος ἔχουμε ἐάν ἀντί νά κατακρίνουμε τούς ἀδελφούς μας γιά τίς ἁμαρτίες τους νά διδασκόμαστε.

 

Νίκος Τσιρώνης

Οἰκονομολόγος

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 237

Μάϊος 2022