«ΧΕΡΣΟΝ ΑΒΥΣΣΟΤΟΚΟΝ ΠΕΔΩΝ ΗΛΙΟΣ ΕΠΕΠΟΛΕΥΣΕ ΠΟΤΕ...»

«ΧΕΡΣΟΝ ΑΒΥΣΣΟΤΟΚΟΝ ΠΕΔΩΝ ΗΛΙΟΣ
 ΕΠΕΠΟΛΕΥΣΕ ΠΟΤΕ.
.
.»

 

ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου μας σηματοδοτεῖ τήν πρώτη ἐπίσημη καί ὁλοκληρωτική ἀναγνώριση τοῦ Χριστοῦ μας ἐπί τῆς γῆς ἀπό τόν πολιό ἅγιον Ἱερέα Συμεών, ὁ ὁποῖος ἔλαβε στά ἁγιασμένα χέρια του Τόν τεσσαρακονθήμερον Ἰησοῦν καί τόν ἀνεγνώρισε ὡς Υἱόν τοῦ Θεοῦ, ὡς Ἀληθινόν Θεόν «ἐκ Θεοῦ Ἀληθινοῦ» καί γι’ αὐτό ὠνομάσθηκε «Θεοδόχος»!

Αὐτήν τήν ὑπάντησιν, τήν συνάντηση μέ τόν Σωτῆρα τοῦ κόσμου τήν ἐπόθησε «Συμεών ὁ Ἱερεύς» ὅσο κανείς ἄλλος ἐκ τῶν συγχρόνων του (πλήν, βεβαίως, τῆς Παναγίας) καί γι’ αὐτό εἶχε λάβει μοναδική Θεϊκή διαβεβαίωση «μή ἰδεῖν θάνατον πρίν ἄν ἴδῃ τόν Χριστόν Κυρίου»! (Λουκ.2,26)

Μέ τήν Ὑπάντηση τοῦ Χριστοῦ μας ὁ ἅγιος Συμεών ἔπαθε τήν Θέωση, ἐθεώθη καί «ἐφώνησε στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» τό «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν Σου Δέσποτα κατά τό ῥῆμα Σου ἐν εἰρήνῃ· ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό Σωτήριόν Σου, ὅ ἡτοίμασας κατά πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν Φῶς· εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καί δόξαν λαοῦ Σου Ἰσραήλ». Ἔπαθε τά Θεῖα ὁ ἅγιος Συμεών, δέν τά ἔμαθε ἁπλῶς καί γι’ αὐτό πραγματοποιήθηκε πρῶτα σ’ ἐκεῖνον ἡ διαβεβαίωση τοῦ Χριστοῦ μας, πού ἐξήγγειλε ἀργότερα στούς Μαθητάς Του καί σέ ὅλους μας: «Εἰσί τινές τῶν ὧδε ἐστηκότων, οἵτινες οὐ μή γεύσωνται θανάτου ἕως ἄν ἴδωσι τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει»(Μάρκ. 9,1).

Ὁ ἅγιος Συμεών μέ τήν ἐμπειρία τῆς Θεώσεώς του εἶδε καί γνώρισε, πρῶτος αὐτός, ὅτι θάνατος δέν ὑπάρχει πλέον, ἀφοῦ εἶδε καθαρά ὅτι «σήμερον Σωτηρία τῷ κόσμῳ γέγονε», εἶδε μέ τά μάτια του καί μέ τά χέρια του ἐψηλάφησε τόν Μεσσία, τόν Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Εἶδε μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός του «ὅ ἥτοίμασε ὁ Θεός Φῶς», τό Ὁποῖο «ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει» ἀποκαλύπτοντας στά Ἔθνη τήν Μόνη Ἀλήθεια, τό μόνο Φῶς, πού  «ἡ σκοτία αὐτό οὐ κατέλαβε», οὔτε πρόκειται ποτέ νά καταλάβῃ!

Ἡ Ὑμνολογία τῆς ἑορτῆς, ἰδίως μέ τίς Καταβασίες της, συσχετίζει τό θαυματουργικό πέρασμα, τήν διάβαση (=Πάσχα) τοῦ Μωϋσέως καί τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἀπό τήν Αἴγυπτο τῆς δουλείας στή γῆ τῆς Ἐπαγγελίας μέ τό πέρασμα τοῦ ἁγίου Συμεών «ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν» (λόγῳ τῆς Θεώσεώς του), πού εἶναι, συγχρόνως, καί ἡ χαροποιός πρόγευση τοῦ ἀνθρωπίνου Γένους γιά τήν ἄμεση ἔλευση τοῦ Πάσχα τῶν πιστῶν, πού δέν ἄργησε νά ἔλθῃ, μέ τήν ἐπισφράγιση τῆς Ἐνσάρκου Οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ μας.

Δύο προτυπώσεις, μέ Θεϊκή, ὅμως σφραγῖδα καί γι’ αὐτό, ὅσοι ἔλαβαν μέρος στίς προτυπώσεις αὐτές μετέχουν σέ ὅλα τά στάδια τῆς Οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ μας, ἀκολουθῶντας Τον. Ἄς θυμηθοῦμε τήν παρουσία τοῦ Μωϋσέως στήν Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ. Τότε ὁ Μωϋσῆς εἶδε σωματικά τόν Χριστό, ὁ ἅγιος Συμεών, ὅμως τόν πρόλαβε. Ἔτσι θέλησε ὁ Θεός μας «οὕτως καί ἐγένετο. Εἴη τό Ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον». Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ καταργεῖ τόν χρόνο καί ὑπάρχει μόνο Αἰωνιότητα!

Νά κλείσουμε αὐτό τό σύντομο ἑορταστικό σημείωμα μέ τήν παράθεση ὁλοκλήρου τῆς Καταβασίας πού ἀνέφερα ἀλλά καί μέ μιά ἐξομολόγησή μου, πού συνδέεται μέ τήν Καταβασία αὐτήν καί μέ τόν νεοαγιοκαταταχθέντα ἅγιον Γεράσιμον τόν Μικραγιαννανίτην:

 «Χέρσον ἀβυσσοτόκον
 πέδον ἥλιος,
ἐπεπόλευσέ ποτε·
 ὡσεί τεῖχος γάρ ἐπάγη,
 ἑκατέρωθεν ὕδωρ,
 λαῷ πεζοποντοποροῦντι,
 καί θεαρέστως μέλποντι. Ἄσωμεν τῷ Κυρίῳ·
 ἐνδόξως γάρ δεδόξασται».

Ἡ ἐξομολόγησή μου ἀναφέρεται σέ ἕνα γεγονός πού συνέβη τό 1968, ὅταν ἤμουν 17 ἐτῶν. Ἦταν ἐποχή τῆς δικτατορίας καί εἶχε ἐπιβληθεῖ στά Σχολεῖα ἡ καθαρεύουσα. Ἦταν ἡ ἐποχή καί τῆς μαθητικῆς μας ἐπαναστάσεως. Εἶχα ἀρνηθεῖ νά γράφω ἐκθέσεις στό Σχολεῖο στήν Καθαρεύουσα καί ἔγραφα μόνο στήν Δημοτική. Ἡ καθηγήτρια τό ἀνεχόταν, ἀλλά σέ κάθε ἔκθεση μοῦ ἔγραφε πολλά σχόλια σχετικά μέ τήν γλῶσσα. Ἡ στάση μου, ὅμως, ἦταν ἀμετάτρεπτη.

 Τό καλοκαῖρι τοῦ 1968 ἀνεβήκαμε μιά ὁμάδα παιδιῶν στό Ἅγιο Ὄρος συνοδευόμενοι ἀπό τόν μακαριστόν πλέον π. Ἀθανάσιον Γιέφτιτς, τότε Ἀρχιμανδρίτην (μετέπειτα Μητροπολίτην Ἐρζεγοβίνης). Ὁ π. Ἀθανάσιος μᾶς ὁδήγησε σέ πολλούς Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἄγνωστοι τότε στό εὐρύ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, μεταξύ τῶν ὁποίων στόν π. Γαβριήλ Διονυσιάτην, στόν π. Παΐσιον, στόν π. Ἐφραίμ Κατουνακιώτην καί στόν π. Γεράσιμον Μικραγιαννανίτην.

Ὁ π. Γεράσιμος μέ μεγάλη εὐγένεια μᾶς ὑπεδέχθη, μᾶς ἐκέρασε καί, ὑπακούων στήν παράκληση τοῦ π. Ἀθανασίου ἄρχισε νά μᾶς μιλάει γιά τόν ἔρωτα τῆς ψυχῆς του, πού ἦταν ἡ ἀδιάλειπτη Προσευχή του μέσῳ τῆς συγγραφῆς ἀσματικῶν Ἀκολουθιῶν. Πρωτεύουσα σημασία ἔδωσε στήν ἐκκλησιαστική γλῶσσα καί ἐκάκισε ἐκείνους πού θέλουν νά μεταφράσουν τούς Ὕμνους στήν Δημοτική. Τότε ὁ τάλας ἐγώ, πῶς βρῆκα τό θράσος νά ἀντιπαρατεθῶ στά λόγια του ἀρχίζοντας νά τοῦ ἀντιτάσσω τά ταλαίπωρα ἐπιχειρήματά μου, τά ὁποῖα ἄκουγε μέ χαμόγελο, χωρίς νά μέ ἐπιπλήξῃ, χωρίς κἄν κάποια ἔκφραση δυσαρεσκείας. Μέ ἄκουσε ἀρκετά καί ὅταν τελείωσα μέ ρώτησε μέ χαμόγελο: «Πῶς μποροῦμε παιδί μου, νά μεταφράσουμε τήν Καταβασία ‘‘Χέρσον ἀβυσσοτόκον πέδον ἥλιος, ἐπεπόλευσέ ποτε’’ χωρίς ἡ μετάφρασή μας νά καταστρέψῃ αὐτό τό ποίημα;» Ἔμεινα ἄφωνος, ὄχι γιατί ἐπείσθηκα, ἀλλά γιατί εἶχε πνευματική ἐξουσία ἡ παρουσία του. Κανείς δέν μοῦ μίλησε γιά τό συμβάν, οὔτε ὁ π. Ἀθανάσιος. Ἦλθε μετά ἀπό λίγο καιρό ἡ ὥρα καί εἶδα καθαρά τήν διαφορά τῆς ἡμέρας ἀπό τήν νύκτα! Ἀπό τότε, ἔμαθα νά περιμένω νά δοῦν καί οἱ ἄλλοι αὐτά πού δέν μποροῦν νά ἰδοῦν ἐξ ἀρχῆς. Ἐξ ἄλλου, ὁ Θεός μονίμως ἐξακολουθεῖ νά μᾶς περιμένῃ!...

Ἀργότερα, ὅταν ἔγινα Κληρικός εἴχαμε πολύ καλή γραπτή ἐπικοινωνία μέ τόν ἅγιον αὐτόν Ὑμνογράφον, μέ τόν ὁποῖον ὁ Γέροντάς μας ὁ π. Σίμων εἶχε παλαιά καί ἐγκάρδια πνευματική φιλία, ἀποκαλῶντας τον, μάλιστα, «Γερασιμάκη»! Νά ἔχουμε τίς ἅγιες Εὐχές καί Προσευχές του!

  

π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Φύλλου 246

Φεβρουάριος 2023