«ΕΚΑΒΗ»

«ΕΚΑΒΗ»

 

τραγωδία αὐτή τοῦ Εὐριπίδη (484-406 π.Χ.) ἔχει προγραμματισθεῖ νά παρουσιασθεῖ στίς 11 καί 12 Αὐγούστου στά πλαίσια τοῦ Φεστιβάλ Ἐπιδαύρου.

Ἡ παρουσίαση θεατρικῶν ἔργων μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία νά καταδυθοῦμε στά κείμενά τους, νά ἀνασύρουμε μαργαριτάρια καί νά τά προσφέρουμε στούς ἀναγνῶστες τῆς ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΥΛΟΓΙΑΣ μέ τά σχόλιά μας. Γράφοντας «μαργαριτάρια» δέν ἐννοοῦμε μόνον ἐνέργειες καί ρήσεις ἀξιολογικά ὀρθές καί ἐποικοδομητικές σύμφωνα μέ τήν Πίστη μας, τήν Ἀποκεκαλυμμένη Ἀλήθεια. Ἐννοοῦμε καί λόγους καί ἐνέργειες προσώπων τῶν θεατρικῶν ἔργων ἀξιολογικά ἀρνητικές πού ἐπισημαίνουν τίς συνέπειες τῶν ἐσφαλμένων ἐπιλογῶν μας. Τό θέατρο, καί ὄχι μόνον, πειστικά ἀναπαριστάνει (μίμησις πράξεως κατά τόν Ἀριστοτέλη) φάσεις τῆς ἀτομικῆς καί συλλογικῆς ζωῆς μέ θετικά καί ἀρνητικά στοιχεῖα. Λόγοι καί ἐνέργειες φέρουν στήν ἐπιφάνεια, προσφέροντας στήν παρατήρηση καί μελέτη μας, ψυχικές καταστάσεις, συναισθήματα, ἐπιθυμίες, ἰδέες, κριτήρια, ἀντιλήψεις, προθέσεις, κίνητρα, ἐπιδιώξεις, φιλοδοξίες.

Ἡ ὑπόθεση τοῦ ἔργου ἐκτυλίσσεται στήν Θρακική Χερσόνησο τοῦ Ἑλλησπόντου, ὅπου ἔχουν στρατοπεδεύσει οἱ  Ἕλληνες μετά τήν ἅλωση καί καταστροφή τῆς Τροίας. Μπροστά στή σκηνή τοῦ Ἀγαμέμνονα ἐμφανίζεται μετέωρο τό φάντασμα τοῦ Πολύδωρου, τοῦ μικρότερου γιοῦ τοῦ Πριάμου καί τῆς Ἑκάβης, βασιλέων τῆς Τροίας. Γιά νά προφυλάξουν τό παιδί ἀπό τούς κινδύνους τοῦ πολέμου, τό εἶχαν ἐμπιστευθεῖ μέ πολύ χρυσάφι στόν φίλο τους Πολυμήστορα, βασιλέα τῆς Θρακικῆς Χερσονήσου.

Μετά τήν ἅλωση τῆς Τροίας ὁ Πολυμήστορας, γιά νά κρατήσει τούς θησαυρούς τοῦ παιδιοῦ, ἐσκότωσε τόν Πολύδωρο καί πέταξε τό σῶμα του στή θάλασσα.

Ἀπό τήν σκηνή τοῦ Ἀγαμέμνονα βγαίνει ἡ Ἑκάβη ὑποβασταζόμενη ἀπό δύο σκλάβες Τρωαδίτισσες. Δέν ξέρει τίποτε γιά τόν φόνο τοῦ Πολύδωρου. Ἕνα ὄνειρο πού εἶδε ἔχει προσθέσει ἀγωνία στήν μεγάλη δυστυχία της.

Μπαίνει στήν ὀρχήστρα τοῦ θεάτρου ὁ Χορός, πού ἀποτελεῖται ἀπό δεκαπέντε Τρωαδίτισσες, σκλάβες τώρα τῶν νικητῶν Ἑλλήνων, καί ἡ κορυφαία του τῆς ἀναγγέλλει ὅτι οἱ Ἕλληνες ἀποφάσισαν νά σφάξουν στόν τάφο τοῦ Ἀχιλλέα τήν κόρη της Πολυξένη. Ἡ Ἑκάβη ξεσπᾶ σέ θρῆνο. Τρομαγμένη ἀπό τήν σπαραχτική φωνή τῆς μητέρας της ἡ Πολυξένη βγαίνει ἀπό τήν σκηνή. Μητέρα καί κόρη ἀγκαλιάζονται μέ λυγμούς.

Ἔρχεται βιαστικός ὁ Ὀδυσσέας καί ἀνακοινώνει τήν φοβερή ἀπόφαση πού ἔλαβαν οἱ  Ἕλληνες ἱκανοποιῶντας ἀπαίτηση τοῦ Ἀχιλλέα πού εἶχε σκοτωθεῖ κατά τήν πολιορκία τῆς Τροίας. Χωρίς ἀποτέλεσμα τά παρακάλια τῆς Ἑκάβης. Ἡ Πολυξένη ἀρνεῖται νά παρακαλέσει γιά τήν σωτηρία της. Προτιμότερος ὁ θάνατος ἀπό τά δεινά τῆς σκλαβιᾶς. Ἡ Ἑκάβη λιποθυμᾶ.

Ἔρχεται ὁ κήρυκας τῶν Ἑλλήνων Ταλθύβιος. Ἡ Ἑκάβη πού συνέρχεται ἀπό τήν λιποθυμία νομίζει ὅτι ἦλθε νά πάρει καί αὐτήν γιά θυσία. Ὁ κήρυκας τήν πληροφορεῖ γιά τίς τελευταῖες στιγμές τῆς κόρης της πού τώρα ἡ Ἑκάβη πρέπει νά λούσει, νεκροστολίσει καί θάψει. Στέλνει μιά Τρωαδίτισσα θεράπαινα στή θάλασσα νά φέρει νερό γιά νά πλυθεῖ τό νεκρό σῶμα τῆς Πολυξένης.

Ἐπιστρέφει ἡ θεράπαινα μέ κραυγές καί κλάματα κρατῶντας τό πτῶμα τοῦ Πολύδωρου πού βρῆκε στήν ἀκρογιαλιά. Ἡ Ἑκάβη καταλαβαίνει ποιός ἔχει σκοτώσει τό παιδί της. Ἀπελπισμένη θρηνεῖ πάνω στό νεκρό σῶμα του. Ὅταν ἔρχεται ὁ Ἀγαμέμνονας προσπαθεῖ νά τόν πείσει νά τιμωρήσει τόν Πολυμήστορα. Ἐκεῖνος δέν φαίνεται διατεθειμένος νά ἱκανοποιήσει τό αἴτημά της. Ἡ Ἑκάβη κατορθώνει νά ἐπιτύχει τήν ἀνοχή του στήν ἐκτέλεση τοῦ ἐκδικητικοῦ της σχεδίου.

Μία Τρωαδίτισσα φεύγει γιά νά προσκαλέσει τόν Πολυμήστορα νά ἔλθει μέ τά δύο παιδιά του νά συναντήσει τήν Ἑκάβη. Ὑποκρινόμενος ὅτι τιμᾶ τήν φιλία του μέ τόν Πρίαμο, ὁ Πολυμήστορας ἔρχεται δῆθεν μέ σπαραγμό καί κλάματα. Τήν βεβαιώνει ὅτι ὁ γιός της Πολύδωρος ζεῖ εὐτυχισμένος κοντά του. Ἡ ὑποκρισία του φθάνει στό ἔπακρο.

Ἡ Ἑκάβη δέν χάνει τήν ψυχραιμία της. Ὁ Πολυμήστορας, τά δύο παιδιά του καί ἡ Ἑκάβη μπαίνουν σέ σκηνή. Ἕνα ἄγριο οὐρλιαχτό ἀκούεται. Οἱ Τρωαδίτισσες τυφλώνουν τόν Πολυμήστορα καί σκοτώνουν τά παιδιά του. Ἡ Ἑκάβη προβάλλει ἀπό τήν σκηνή ἱκανοποιημένη. Ἔχει πάρει τήν ἐκδίκησή της. Καί ὁ τυφλός Πολυμήστορας ἀνακοινώνει μιά παλιά προφητεία γιά τήν Ἑκάβη, τήν κόρη της Κασσάνδρα καί τόν Ἀγαμέμνονα.

Συνομιλῶντας μέ τήν Ἑκάβη ὁ Ὀδυσσέας λέει (στίχος 228): «Εἶναι σοφό καί στίς συμφορές μας νά σκεφτόμαστε ὅ,τι πρέπει». Δυσκολίες, ἀντιξοότητες, ἀναποδιές, ἀδικίες, ἀσθένειες, κατατρεγμοί, συμφορές μπορεῖ νά ἀντιμετωπίσουμε στή ζωή. Ὅ,τι παραχωρεῖ ὁ Κύριός μας κατά τήν σοφή κρίση Του. Καί ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητές μας. Ἐμεῖς νά Τοῦ ζητοῦμε νά τά ἀντιμετωπίζουμε σωστά.

Στήν μακρά συνομιλία τους ἡ Ἑκάβη λέει στόν Ὀδυσσέα (στίχοι 282, 283): «Δέν πρέπει οἱ νικητές νά δυναστεύουν πέρα ἀπ’ ὅσο πρέπει καί οὔτε ὅταν εὐτυχοῦν, νά νομίζουν πώς θά εὐτυχοῦν πάντοτε». Ὅταν ἔχουμε δύναμη, ὑγεία, πλούτη, λησμονοῦμε ὅτι «ἔχει ὁ καιρός γυρίσματα». Λησμονοῦμε ὅτι ἀστάθεια χαρακτηρίζει τά ἀνθρώπινα. Μέλημά μας ἄς εἶναι ἡ πορεία ἀδιάλειπτης πνευματικῆς ἀναβαθμίσεως, τό ἄθλημα τῆς μετανοίας.

Ὁ Ὀδυσσέας στήν Ἑκάβη (στίχοι 309, 310): «Γιά μᾶς, κυρά μου, ὁ Ἀχιλλέας εἶναι ἄξιος γιά τιμές, γιατί σκοτώθηκε πολύ ἔνδοξα γιά τήν ἑλληνική χώρα». Πλάνη, λάθος, ἀβάσιμη δικαιολογία. Κρίμα πού τόσοι Ἕλληνες ἐγκατέλειψαν τίς οἰκογένειές τους, ἐριψοκινδύνευσαν, τραυματίσθηκαν, ἐφονεύθησαν γιά «ἕνα ἄδειο πουκάμισο», ὅπως λέει σύντροφος τοῦ Μενέλαου στήν τραγωδία τοῦ Εὐριπίδη «ΕΛΕΝΗ». Ἐπροκάλεσαν τόσο μεγάλο κακό μέ τήν πολιορκία καί τήν καταστροφή τῆς Τροίας, τήν ἐξόντωση τοῦ ἀνδρικοῦ πληθυσμοῦ της καί τήν αἰχμαλωσία τῶν γυναικῶν. Ἤλπισαν νά δοξασθοῦν, νά λαφυραγωγήσουν, νά αἰχμαλωτίσουν. Ἀντί νά ἐπιστρέψουν νικητές στίς πατρίδες τους, πολλοί ἐγύρισαν μέ τήν μορφή στάχτης σέ τεφροδόχους! Γιά τά ἀνοσιουργήματά τους οἱ θεοί Ἀθηνᾶ (φίλη τῶν Ἑλλήνων) καί Ποσειδῶνας (φίλος τῶν Τρώων) συμφωνοῦν νά τούς τιμωρήσουν καθώς θά ἐπιστρέφουν στήν Ἑλλάδα διαπλέοντας τό Αἰγαῖο (βλ. τραγωδία Εὐριπίδη «ΤΡΩΑΔΕΣ»). Μήπως συνετίσθησαν οἱ Ἀθηναῖοι παρακολουθῶντας τήν διδασκαλία τῶν τραγωδιῶν αὐτῶν; Μήπως συνετισθήκαμε οἱ ἄνθρωποι τόσους αἰῶνες τώρα πού παρά πᾶσα λογική ἐπιμένουμε νά ἀλληλοσφαζόμαστε; Ἐπιμένουμε νά εἴμαστε ἀπόγονοι τοῦ Κάϊν!

Ὁ Ὀδυσσέας δηλώνει ὀλιγαρκής σέ ὑλικά ἀγαθά, γιατί ἡ ζωή εἶναι σύντομη, ἀλλά ὁ τάφος μου ν’ ἀξιωθεῖ νά εἶναι φανταχτερός γιατί ἡ χάρη αὐτή κρατάει πολύ καιρό» (στίχοι 320, 321). Καί ἡ ψυχή του τί θά ἀπολαμβάνει ἀπό τόν φανταχτερό τάφο; Ὅ,τι ἀπολαμβάνει ἡ ψυχή καί ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν ἀπό τούς μεγαλοπρεπεῖς τάφους μας!

Ἡ Πολυξένη ἀρνεῖται νά παρακαλέσει τόν Ὀδυσσέα νά φεισθοῦν οἱ  Ἕλληνες τήν ζωή της. Γεννήθηκε καί μεγάλωσε βασιλοκόρη, βασιλεῖς θά τήν ζητοῦσαν γιά γυναῖκα τους, θά ζοῦσε σέ ἀνάκτορο. Τώρα, ἄν δέν τήν θυσιάσουν, θά εἶναι μιά ζωή σκλάβα. Αὐτός πού θά τήν πάρει, ὅπως τήν Ἀνδρομάχη, γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ της Ἕκτορα, «…θά μέ ἀναγκάσει μές στό σπίτι του σιτάρι νά ἀλέθω, τό σπίτι νά τοῦ σκουπίζω καί νά στέκομαι ὄρθια στόν ἀργαλειό περνῶντας πικρή ὁλόκληρη τή μέρα μου· κι’ ἀγορασμένος κάποιος δοῦλος ἀπό κάπου τήν κλίνη μου, πού ἦταν γιά βασιλιάδες ἄξια, κάποτε θά μολύνει» (στίχοι 360-365). Ἀξιοπρόσεκτο τό γεγονός ὅτι ἡ Πολυξένη θεωρεῖ μολυσμό τό ἐρωτικό σμίξιμο μέ ἄντρα πού δέν εἶναι νόμιμος σύζυγός της. Οἱ σκλάβες ὑφίσταντο καί ὑφίστανται αὐτήν τήν ἀτίμωση.

Καί συνεχίζει ἡ Πολυξένη (στίχοι 366, 367): «Ἀφήνω ἀπ’ τά μάτια μου τά ἐλεύθερα αὐτό τό φῶς προσφέροντας στόν  ᾋδη τό κορμί μου». Ὄχι τήν ὕπαρξή της, ὄχι τό εἶναι της. Προσφέρει τό κορμί της, τήν ὑλική διάσταση τοῦ εἶναι της. Ἐγνώριζε ὅτι ἔχει καί ἀθάνατο στοιχεῖο ἡ ὕπαρξή της. Ὅπως ἐγνώριζαν, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ἔχουμε ἀθάνατη ψυχή.

Καταλήγει ἡ Πολυξένη μέ μιά βαρυσήμαντη ρήση (στίχος 378): «γιατί εἶναι μεγάλος πόνος χωρίς τιμή νά ζεῖς». Ὁ Ἑλληνισμός δίνει συνέχεια σ’ αὐτήν τήν πίστη. «Μολῶν λαβέ». Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος. «Καλύτερα μιᾶς ὥρας ἐλεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά καί φυλακή». «Λευτεριά ἤ θάνατος».

Ὁ κήρυκας τῶν Ἑλλήνων Ταλθύβιος (στίχοι 488-491): «Ὦ, Δία, τί νά πῶ; Σύ τάχα τούς ἀνθρώπους νοιάζεσαι ἤ τή γνώμη αὐτή μάταια τήν ἔχουμε ὅλοι μας, ψεύτικη, νά νομίζουμε πώς συγγενεύουμε μέ τό γένος τῶν θεῶν καί ἡ τύχη ὅλα ὅσα μές στούς ἀνθρώπους γίνονται ὁρίζει;» Ὁ σοφιστής Εὐριπίδης φρόνιμα βάζει στό στόμα τοῦ Ταλθύβιου αὐτόν τόν προβληματισμό. Ἔτσι κανείς δέν μπορεῖ νά τόν κατηγορήσει ὅτι «εἰσάγει καινά δαιμόνια». Καί ἡ τραγωδία του αὐτή δέν κινδυνεύει νά μείνει ἄπαιχτη!

Ὁ Χορός (στίχοι 596-598): «…πάντοτε ὁ τιποτένιος δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό κακός κι’ ὁ ἀρχοντικός ἀρχοντικός κι’ οὔτε ἀπό συμφορά ἡ φύση του ἀλλάζει».

Ἡ Ἑκάβη ὑψώνει τόν νοῦ της στόν σύζυγό της Πρίαμο (στίχοι 621-628): «Πρίαμε, κι’ ἐγώ ἐδῶ ἡ γριά τῶν παιδιῶν σου μητέρα, φτάσαμε στό τίποτε ἀπ’ τά πρωινά μας μεγαλεῖα ξεγυμνωμένοι. Γιατί τάχα τό παίρνουμε πάνω μας, ἄλλος ἀπό μᾶς γιατί πλούσια σπίτια ἔχει κι’ ἄλλος γιατί σημαντικός ἀνάμεσα στούς συμπολίτες του χαρακτηρίζεται συχνά; Αὐτά δέν εἶναι τίποτε, μόνο τῆς ἔγνοιας μας οἱ στοχασμοί καί τῆς γλώσσας μας οἱ καυχησιές. Καλότυχος μόνο ἐκεῖνος εἶναι, ὅποιος στήν καθημερινή του ζωή κανένα κακό δέν ἔχει». Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού στήν καθημερινή ζωή κανένα κακό δέν ἔχει. Κακά διάφορα ὅλους μᾶς βρίσκουν. Τό ζήτημα εἶναι πῶς τά ἀντιμετωπίζουμε. Καταφεύγουμε στόν παντοδύναμο, πάνσοφο, πανάγαθο Πατέρα μας μέ ἐμπιστοσύνη;

Μέ τό στόμα τοῦ Πολυμήστορα ὁ Εὐριπίδης καταθέτει πάλι τήν ἀμφισβήτησή του γιά τήν ἐπικρατοῦσα θρησκεία (στίχοι 958-960): «Τ’ ἀνακατώνουν οἱ ἴδιοι οἱ θεοί πίσω καί μπρός βάζοντας ἀναταραχή, ὥστε ἀπό τήν ἀμάθειά μας νά τούς σεβόμαστε».

Δέν χρειάζεται πολύ βαθιά οὔτε ἐκτενής μελέτη τῆς ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας γιά νά ἀποδειχθεῖ ὅτι ὁ Ἄρης ὑπῆρξε καί παραμένει ὁ πιό δραστήριος θεός. Ἁλωνίζει ὅλον τόν πλανήτη μας ἀπό τά βάθη τῆς προϊστορίας μέχρι καί τίς ἡμέρες μας!

Παρά τίς προόδους πού ἔχουν σημειωθεῖ σέ διάφορους τομεῖς, παρά τίς αἱματοχυσίες καί τίς καταστροφές δύο παγκόσμιων πολέμων στόν εἰκοστό αἰῶνα, παρά τήν σύσταση καί ὕπαρξη τοῦ Ο.Η.Ε. Μάλιστα ἕνα πλῆθος ἐπιστημονικῶν καί τεχνικῶν ἐπινοήσεων καί ἀνακαλύψεων ἔχουν τεθεῖ στήν διάθεσή του.

Καί δέν φαίνεται νά μᾶς διδάσκει ἡ Ἱστορία οὔτε αὐτά τά ἀριστουργήματα τῶν μεγάλων ποιητῶν (Αἰσχύλος, Σοφοκλῆς, Εὐριπίδης, Ἀριστοφάνης, Σαίξπηρ, Μπρέχτ κ.ἄ.) πού ἐπισημαίνουν τά αἴτια καί τίς συνέπειες τῶν πολέμων.

Καίς τήν «Ἑκάβη» βλέπουμε τήν ἀστάθεια τῆς ἀνθρώπινης εὐτυχίας. Ἀναδεικνύοντας τά ἀρνητικά στοιχεῖα τοῦ ἐσωτερικοῦ του κόσμου, ὁ πόλεμος ἐξαγριώνει καί ἐξαχρειώνει τόν ἄνθρωπο. Ἐκπρόσωπος τῶν κουτοπόνηρων κερδοσκόπων ὁ Πολυμήστορας συντάσσεται μέ τούς ἑκάστοτε ἰσχυρούς. Ἡ πλεονεξία του τόν ρίχνει τόσο χαμηλά!

                          

Νίκος Τσιρώνης

Οἰκονομολόγος

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 250-251

Ἰούνιος-Ἰούλιος 2023