Θά ἀλλάξουμε ἄραγε ποτέ;

Θά ἀλλάξουμε ἄραγε ποτέ;

 

Κάθε φορά πού συμβαίνουν νέα παθήματα στόν τόπο μας ἀναλογίζομαι τήν μοῖρα τοῦ λαοῦ, τοῦ πονεμένου πράγματι, ὁ ὁποῖος πορεύεται μέσα στήν Ἱστορία μέ κόπο, μέ στεναχώριες καί μέ θυσίες πολλές.

Γιά νά εἴμαστε δίκαιοι βέβαια, δέν περνᾶμε μόνο ἐμεῖς βάσανα· τί νά ποῦν ἄλλωστε καί οἱ ἀφρικανοί ἀδελφοί μας; Ὡστόσο, καθένας φτιάχνει τήν μοῖρα του μόνος του, ἀνάλογα βέβαια μέ τίς συνθῆκες καί τά δεδομένα κάθε ἐποχῆς καί τίς δυνατότητες πού ἔχει ὁ τόπος ὅπου ἐτάχθη. Ἀλλά ἐτοῦτος ὁ τόπος δέν εἶναι στή μέση τῆς Ἐρήμου, οὔτε στή Σαβάνα, δέν εἶναι ἄγονος, δέν εἶναι φτωχός, δέν εἶναι στήν ἄκρη τοῦ Κόσμου· εἶναι Εὐλογημένος! Εἶναι ὁ τόπος πού, ὅπως λέει καί μιά ὡραία ἱστορία, «ὁ Θεός τόν εἶχε κρατήσει γιά τόν ἑαυτό Του»!

Κατά συνέπεια, ἄν βλέποντας ὅσα μᾶς συμβαίνουν νομίζουμε πώς ὁ τόπος δέν πάει καλά, δέν φταίει ἄλλος κανείς παρά ὅλοι ἐμεῖς, ὁ λαός δηλαδή, γιατί ὁ τόπος εἶναι «καλός λίαν». Καί δέν πάει σίγουρα καλά γιατί ἁπλᾶ, ὅλοι ὅσοι θέλουν νά μᾶς κυβερνήσουν, διαχρονικά, σύνθημα ἔχουν τό ὅτι, θέλουν νά μᾶς ἀλλάξουν.

Ὅταν λοιπόν, προσπαθῶ νά ἑρμηνεύσω τήν κατ’ ἐξακολούθηση κακοτυχία μας, τά παθήματά μας δηλαδή, τότε εἶναι πού ἔρχεται στό νοῦ μου μιά ἀφήγηση τοῦ πατέρα μου, παραδομένη στή γενιά του ἀπ’ τούς παλαιότερους, βγαλμένη ἀπό τά βιώματα τοῦ λαοῦ, ἡ ὁποία θεωρῶ ὅτι αἰτιολογεῖ τό πώς διαμορφώθηκαν τά συλλογικά μας χαρακτηριστικά.

Ὁ πατέρας μου, γεννημένος λίγο πρίν τόν δεύτερο μεγάλο πόλεμο πού συγκλόνισε τήν ἀνθρωπότητα, πρόλαβε νά ζήσει τό τέλος τῆς ἐποχῆς τῶν τσιφλικιῶν καί τῶν τσιφλικάδων, στή Θεσσαλική γῆ. Ἡ γενιά του εἶναι κατά βάση ἡ πρώτη, πού γεννήθηκε ἀπό γονεῖς πού ἔπαψαν νά εἶναι κολλῆγες καί ἀπέκτησαν ἰδιοκτησίες. Θυμᾶται λοιπόν ὁ πατέρας μου, ἀπό τίς διηγήσεις τῶν προγόνων του ὅτι, ἀποτελοῦσε συνήθεια τῶν φτωχῶν ἐργατῶν τῆς γῆς, ἴσως ὄχι καθολική, νά ἐπιλέγουν νά ἀφιερώνουν στόν κύριό τους τήν σύζυγο πού διάλεγαν στή ζωή τους, τήν πρώτη νύχτα τοῦ γάμου, θεωρώντας πώς αὐτό μᾶλλον ἀποτελεῖ ἰδιαίτερη τιμή καί δικαιολογώντας τήν ἐπιλογή τους μέ τήν φράση: «Ὁ ἀφέντης νά ἀνοίξει τόν δρόμο»!

Δέν ξέρω πόση δόση ἀλήθειας ἔχει αὐτή ἡ ἐνδεχομένως συνήθης ἤ σπάνια πρακτική τοῦ ἱστορικοῦ μας παρελθόντος, ἀλλά ποιός μπορεῖ νά ἐπιβεβαιώσει τό βάσιμο ἤ ὄχι τῆς περιγραφῆς; Πάντως κάπως ἔτσι πρέπει νά ἐξηγεῖται τό γεγονός πώς ἀπό τή γέννηση τοῦ Νεοελληνικοῦ Κράτους ψάχνουμε μόνιμα ἀφέντη γιά νά μᾶς κυβερνήσει. Ἀφέντη ὄχι ἀρχηγό!

Παρεμφερής εἶναι καί ἄλλη διήγηση πού ἐπίσης ἄκουσα, ἡ ὁποία ἀφοροῦσε σέ διαμαρτυρία ἑνός στρατιώτη τοῦ Συντάγματος Πλαστήρα, μέ ἐπώνυμο μάλιστα, τήν ἐποχή τῆς Μικρασιατικῆς Ἐκστρατείας, ὁ ὁποῖος δυσφοροῦσε ἐξ αἰτίας τῶν εἰδήσεων πού λάμβανε στό μέτωπο, ἀναφορικά μέ τήν ἐκμετάλλευση τῆς συζύγου, πού εἶχε ἀφήσει πίσω στήν ἰδιαίτερή του πατρίδα, ἀπό τόν τοπικό ἄρχοντα καί τήν ὑπόσχεση τοῦ «Μαύρου Καβαλάρη» νά ἐξαλείψει τέτοιες συμπεριφορές μετά τό τέλος τοῦ πολέμου.

Μέ ἐπιφύλαξη βέβαια, θά μπορούσαμε νά ὑποστηρίξουμε ὅτι, ἡ ἔστω μακροσκοπική ἐξέταση φαινομένων, ὅπως στίς δύο περιπτώσεις τῆς περιγραφῆς, μᾶλλον ὑπῆρξαν διάχυτες στή ζωή τῶν προγόνων μας τοὐλάχιστον ὡς τίς ἀρχές τοῦ περασμένου αἰῶνα. Εἶναι λοιπόν ὁρισμένες ἀπό ἐκεῖνες τίς συμπεριφορές τοῦ λαοῦ μας πού ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα ὅτι πιθανότατα ἔχει ἀποτυπωθεῖ στό DNA μας ἡ ἀδυναμία τῆς αὐτεξούσιας λειτουργίας τῆς βούλησής μας καί ἡ ἐντυπωμένη στήν ψυχοσύνθεσή μας ἀνάγκη ἀναζήτησης ἀφέντη ὁ ὁποῖος θά κατευθύνει τίς ἐπιλογές μας.

Ἄντε τώρα νά ἐξηγήσεις διαφορετικά τά ἀποτελέσματα τῆς τελευταίας πολιτικῆς ἀναμέτρησης στήν πατρίδα μας. Γιά ἄλλη μιά φορά ἐπιλέξαμε σιγουριά καί «σταθερότητα», μέ τήν ἔννοια, πού προφανῶς ἀπέδιδαν στίς ἐπιλογές τους, οἱ κατά τά φαινόμενα εὐχαριστημένοι πρόγονοί μας, οἱ ὁποῖοι ἐπί τέσσερις καί πλέον αἰῶνες, οὐσιαστικά, δέν κουνήθηκαν ἀπό τίς θέσεις τους, παρά μόνον ὅταν, μετά ἀπό «χρόνους καί καιρούς» τούς ἐξέθεσαν κάποιοι γενναῖοι πού θέλησαν νά ἀρνηθοῦν τή μοῖρα τους.

Ἐπί χρόνια καί μέχρι τίς ἡμέρες μας οἱ ἴδιες συμπεριφορές. Οὐδαμῶς μᾶς ἐνοχλεῖ τό γεγονός πώς μέχρι καί σήμερα, τολμοῦν κάποιοι νά μᾶς ὑποδεικνύουν, ἀκόμη καί τηλεφωνικά, τί καί ποιόν νά ἐπιλέξουμε ἀκόμη καί στά πρόσωπα τῆς τοπικῆς αὐτοδιοίκησης. Μάλιστα θεωροῦμε ἰδιαίτερη τήν τιμή πού μᾶς διάλεξαν καί γι’ αὐτό μᾶς ἐπικοινωνοῦν τίς προτιμήσεις τοῦ δυνατοῦ τῆς περιοχῆς ἤ τοῦ τοπικοῦ ἐξουσιαστῆ τῆς βούλησής μας. Ὁ Ἑλληνικός κινηματογράφος ἀποδίδει ὑπέροχα τήν ἐν λόγῳ μεθοδολογία μέ πλέον ἐπιτυχημένη ἐκείνη τήν περίπτωση τοῦ κομματάρχη, τόν ὁποῖο ὑποδύεται ὁ ἀείμνηστος Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, πού συστήνει στούς συντοπίτες τοῦ «Γκόρτσο»! Ὑπάρχουν βέβαια καί πιό σύγχρονες μέθοδοι, ἀνάλογα μέ τό ὑποτιθέμενο μορφωτικό ἐπίπεδο τοῦ «στόχου». Θυμηθεῖτε πόσο φθηνά «ἐξαγοράσθηκε» ἡ συνείδηση τῶν νέων μας στό δίλημμα πού τέθηκε στήν κοινωνία μας πρίν δύο χρόνια.

Ὁ Ἕλληνας συλλογικά, μᾶλλον ποτέ δέν μπόρεσε νά ἐγκαταλείψει τήν ἐπίκτητη τάση του γιά ὑποταγή. Ἀπό τήν ἀρχή τῆς Ἐπανάστασης ἔψαχνε νά περιέλθει ὑπό τήν προστασία τῶν ξένων, ἀρνούμενος τήν δυνατότητα νά αὐτοδιοικηθεῖ. Καί πῶς νά μήν συμβαίνει ἔτσι, μετά ἀπό τέσσερις αἰῶνες ὑποταγῆς στόν ξένο δυνάστη. Σκυμμένοι κυκλοφοροῦσαν οἱ σκλάβοι Ἕλληνες, τούς ἔμεινε ἡ συνήθεια. Δύσκολο νά σηκώσουν τό ἀνάστημά τους.

Τόν πρῶτο Κυβερνήτη τόν «δολοφονήσαμε» συλλογικά, γιατί μᾶλλον μᾶς ζητοῦσε πολλά, ἀλλά συμμορφωθήκαμε ἀπόλυτα στόν ξένο Βασιλέα καί στούς ἰδιαίτερα καταδυναστικούς Ἀντιβασιλεῖς πού σάρωσαν ἀκόμη καί τά ἱερά, τά ὁποῖα εἶχαν σεβαστεῖ καί αὐτοί οἱ ἀλλόθρησκοι. Ἐκεῖ ἀπόλυτη συμμόρφωση. Ἀκόμη καί τόν Γέρο-Κολοκοτρώνη θά ἀφήναμε νά σκοτώσουν ἀδιαμαρτύρητα, ἄν δέν βρισκόταν κανά-δυό ἀπροσκύνητοι δικαστές. Καί ἀργότερα, μετά τήν ἀποχώρηση τοῦ κατακτητῆ, τή θέση τοῦ Ἀγᾶ, δεχθήκαμε νά τήν πάρει ὁ ντόπιος κοτσάμπασης, ὁ ὁποῖος παρέμεινε ἐξ ἴσου καί ἴσως περισσότερο σκληρός. Μιά χαρά τά πηγαίναμε μέ τούς δυνατούς, δέν τούς χαλάσαμε χατήρι.

Ψάξτε νά βρεῖτε στιγμές πραγματικά ἐλεύθερης ἔκφρασης στά διακόσια χρόνια ἐλεύθερου συλλογικοῦ βίου πού ἀξιωθήκαμε νά ζήσουμε. Μόνο ὅταν ἔπρεπε νά πολεμήσουν οἱ Ἕλληνες, νομίζω ὅτι μᾶς ἐπιτράπηκε νά ἐκφραστοῦμε ἐλεύθερα.

Μά ὅλα γίνονται γιά τό καλό τοῦ τόπου, ὅλα ἐν ὀνόματι τοῦ συμφέροντος τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Οἱ ἄρχοντες γνωρίζουν τί εἶναι καλό γιά τόν τόπο. Αὐτοί ξέρουν. Δέν γνωρίζει ὁ λαός τί συμβαίνει πραγματικά καί πῶς διαμορφώνεται ἡ τύχη του. Ἄλλη ἡ ἀκαδημαϊκή ἱστορία –αὐτή πού διδάσκεται ἐπίσημα δηλαδή– καί ἄλλη ἡ πραγματική. Εἶναι παραδωμένος ὁ λαός στή διάθεση ἐκείνων, πού ἐπέλεξε νά τόν κατευθύνουν. Τούς ἐμπιστεύεται ἀπόλυτα. Δέν ζητάει πολλά. Τό ἀποδείξαμε περίτρανα τά τελευταῖα τρία χρόνια. Δέν ἔχει σημασία ἡ μέθοδος, ξεγελαστήκαμε, ἐξαγορασθήκαμε, παρασυρθήκαμε, φοβηθήκαμε. Τό ἀποτέλεσμα μετράει, «προσκυνήσαμε»!

Μά θά βάλουμε ποτέ ἕνα τέλος σ’ αὐτή τήν μᾶλλον ὀλέθρια πρακτική; Ἐπιτέλους ἔχουμε περάσει πολλά, ξαναζοῦμε τά ἴδια πράγματα σέ διαφορετικό σκηνικό. Πρέπει νά διεκδικήσουμε τήν ἐλευθερία μας. Ξεχάσατε ὅτι στά πενῆντα χρόνια τῆς Τρίτης Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας μᾶς ζητήθηκε μόνο μία φορά ἡ γνώμη μας σέ δημοψήφισμα, καί μάλιστα ἐκείνη τήν μία φορά διαστρεβλώθηκε καί αὐτή ἡ ἀπόφασή μας;

 Τώρα, πού σχεδόν ὅλα στόν τόπο μας ἔχουν τακτοποιηθεῖ μέ τρόπο πού βολεύει τούς δυνατούς γιά χρόνια πολλά, τώρα, πού μᾶς ἔχει ἀποστερηθεῖ σχεδόν κάθε δυνατότητα νά μποροῦμε νά διεκδικοῦμε τό συμφέρον μας, ὅπως αὐτό πραγματικά ἐννοεῖται, τό διακύβευμα ἀφορᾶ σέ ὅ,τι ἀκριβότερο μᾶς ἔχει παραδοθεῖ. Ἀφορᾶ σ’ ἐκεῖνο πού δέν μπόρεσε νά μᾶς πάρει κανείς ἐπί αἰῶνες, παρά μόνο ὅταν καί ὅσοι συνειδητά κάποιοι ἀπό τούς προγόνους μας παρέδωσαν. Τώρα πού ὁ ἀφέντης αἰσθάνεται ἀπόλυτα ἰσχυρός δέν ὑπεκφεύγει· μᾶς τό εἶπε εὐθέως, θέλει νά ἀλλάξει τό Σύνταγμα. Καί δέν ἐνδιαφέρεται νά ἀλλάξει ὅσα ἀφοροῦν τήν ἐκπαίδευση, τό δάσος ἤ τόν αἰγιαλό.

 Σύντομα, θά κληθοῦμε καί πάλι νά ἀποδείξουμε ἄν θά συνεχίσουμε νά θέλουμε νά ἐπιτρέπουμε στόν ἀφέντη «νά ἀνοίγει τόν δρόμο»!

 

Δημήτρης Κοσκινιώτης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 252-253

Αὔγουστος-Σεπτέμβριος 2023