«ΣΦΗΚΕΣ»

«ΣΦΗΚΕΣ»

 

παρουσίαση θεατρικῶν ἔργων μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία νά καταδυθοῦμε στά κείμενά τους, νά ἀνασύρουμε μαργαριτάρια καί νά τά προσφέρουμε στούς ἀναγνῶστες τῆς ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΥΛΟΓΙΑΣ μέ τά σχόλιά μας. Γράφοντας «μαργαριτάρια», δέν ἐννοοῦμε μόνον ἐνέργειες καί ρήσεις ἀξιολογικά ὀρθές καί ἐποικοδομητικές σύμφωνα μέ τήν Πίστη μας, τήν Ἀποκεκαλυμμένη Ἀλήθεια. Ἐννοοῦμε καί λόγους καί ἐνέργειες προσώπων τῶν θεατρικῶν ἔργων ἀξιολογικά ἀρνητικές πού ἐπισημαίνουν τίς συνέπειες τῶν ἐσφαλμένων ἐπιλογῶν μας. Τό θέατρο, καί ὄχι μόνον, πειστικά ἀναπαριστάνει (μίμησις πράξεως κατά τόν Ἀριστοτέλη) φάσεις τῆς ἀτομικῆς καί συλλογικῆς ζωῆς μέ θετικά καί ἀρνητικά στοιχεῖα. Λόγοι καί ἐνέργειες φέρουν στήν ἐπιφάνεια, προσφέροντας στήν παρατήρηση καί μελέτη μας, ψυχικές καταστάσεις, συναισθήματα, ἐπιθυμίες, ἰδέες, κριτήρια, ἀντιλήψεις, προθέσεις, κίνητρα, ἐπιδιώξεις, φιλοδοξίες.

Ἡ κωμωδία αὐτή τοῦ Ἀριστοφάνη (448-380 π.Χ.) παρουσιάσθηκε ἀπό τό ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ στό ἀρχαῖο θέατρο τῆς Ἐπιδαύρου στίς 14 καί 15 Ἰουλίου 2023 καί σέ διάφορα μέρη τῆς πατρίδας μας.

Ἡ κωμωδία διδάχθηκε στήν Ἀθήνα τό 422 π.Χ. Ἀπό τούς ἀρχαίους «γραμματικούς» παραθέτουμε μετάφραση μιᾶς ἀπό τίς σωζόμενες δύο «ὑποθέσεις» τοῦ ἔργου.

«Ὁ Φιλοκλέωνας ὁ Ἀθηναῖος πού ἦταν φιλόδικος ἀπό τή φύση του, σύχναζε συνεχῶς στά δικαστήρια. Ὁ Βδελυκλέωνας, ὁ γιός του, ἐπειδή στενοχωριόταν γι’ αὐτή τή μανία του καί προσπαθοῦσε νά τοῦ τή σταματήσει, τόν ἔκλεισε μέσα στό σπίτι, τό τριγύρισε μέ δίχτυα καί τόν φύλαγε νύχτα καί μέρα. Ἐκεῖνος, ἐπειδή δέν τόν ἄφηναν νά βγεῖ ἔξω φώναζε. Οἱ συνδικαστές του μεταμορφώθηκαν σέ σφῆκες καί πήγαν στό σπίτι, ἐπειδή ἤθελαν μ’ αὐτό τό τέχνασμα νά πάρουν τόν συνδικαστή τους. Ἀπ’ αὐτούς ἔχει ἀποτελεσθεῖ ὁ χορός καί ἔχει πάρει τόν τίτλο του τό δραματικό ἔργο. Ὅμως τίποτε δέν κατόρθωναν οὔτε κι αὐτοί. Καθώς τό παλικάρι παραξενευόταν γιά ποιό λόγο ὁ πατέρας του τόσο ἔχει ἐπηρεαστεῖ ἀπό τήν κατάσταση τοῦ γέροντος εἶπε ὅτι ἡ ὑπόθεση εἶναι σοβαρή καί ὅτι τό νά δικάζεις εἶναι ἐξουσία σχεδόν. Ὁ γιός προσπαθοῦσε νά βγάλει τίς δυσκολίες τῆς ὑπόθεσης συμβουλεύοντας τό γέροντα. Ὁ γέροντας ὅμως δέν ἔδιωχνε τό πάθος του μέ κανένα τρόπο, δέν ἔβαζε μυαλό ὡστόσο ὁ νέος ἀναγκάζεται νά τόν ἀφήσει νά τοῦ ἀρέσουν οἱ δίκες καί τοῦ στήνει δικαστήριο στό σπίτι καί ὁ γέροντας δικάζει πρόσωπα τοῦ σπιτιοῦ. Δύο σκυλιά ὁδηγοῦνται σ’ αὐτόν γιά νά δικασθεῖ ἡ ὑπόθεσή τους. Καί ἐνῶ σκόπευε συνεχῶς νά ψηφίσει ἐναντίον τοῦ κατηγορούμενου, ξεγελιέται καί χωρίς νά τό θέλει ρίχνει ἀθωωτική ψῆφο.

Περιέχει καί κάποια δικαιολογία τοῦ χοροῦ ἀπό τό ποιητικό πρόσωπο ὅτι δηλαδή εἶναι οἱ ἄνθρωποι τοῦ χοροῦ ὅμοιοι μέ σφῆκες καί ἀπό αὐτούς παίρνει τό ὄνομά του τό ἔργο. Αὐτοί ὅταν ἦσαν νέοι, δίκαζαν μέ αὐστηρότητα κι’ ὅταν ἔγιναν γέροντες κεντρίζουν μέ τά κεντριά τους. Στό τέλος τοῦ ἔργου ὁ γέροντας προσκαλεῖται σέ δεῖπνο καί τό ρίχνει στίς προσβολές καί γιά προσβολή τόν κατηγορεῖ ἡ πωλήτρια ψωμιοῦ. Ὁ γέροντας ὅμως τό ρίχνει στή μουσική καί στό χορό καί δίνει εὔθυμη διάθεση στό ἔργο.

Αὐτό τό ἔργο τό ἔχει συνθέσει ὄχι ἀπό ὑπόθεση πού κάνει, ἀλλά σάν νά ἔγινε. Διότι τό σύνολο ἔχει πλαστεῖ. Κατηγορεῖ τούς Ἀθηναίους φιλόδικους καί προσπαθεῖ νά συμβουλέψει τό λαό νά ἀποφεύγει τίς δίκες καί γιά τό λόγο αὐτό βέβαια παρουσιάζει τούς δικαστές μέ σφῆκες πού ἔχουν κεντριά καί κεντρίζουν. Καί τό ἔχει συνθέσει μέ χαριτωμένο τρόπο.

Παρουσιάσθηκε ὅταν ἐπώνυμος ἄρχοντας ἦταν ὁ Ἁμεινίας, μέ τό ὄνομα τοῦ Φιλωνίδη κατά τήν 89η Ὀλυμπιάδα. Ἦρθε δεύτερος στά Λήναια. Ἦταν πρῶτος νικητής ὁ Φιλωνίδης μέ τόν «Προάγωνα» καί τρίτος ὁ Λεύκωνας μέ τούς «Πρέσβεις» (στούς Δραματικούς Ἀγῶνες).

Ἐκτός ἀπό τά δύο πρόσωπα πού ἔχουμε ἀναφέρει, τόν γέροντα Φιλοκλέωνα τόν φιλόδικο, τόν γιό του Βδελυκλέωνα – μέλη τοῦ Χοροῦ δέν ἀναφέρονται ὀνομαστικά, ἔχουμε τούς δούλους τοῦ Φιλοκλέωνα Σωσία καί Ξανθία, μιά Αὐλητρίδα, μιά Πωλήτρια ψωμιοῦ, Ἀνώνυμο κατήγορο καί ἕναν Παίδα.

Στόν στίχο 61 σέ συνομιλία ἀνάμεσα στούς δούλους τοῦ Φιλοκλέωνα ἔχουμε «καρφί» τοῦ Ἀριστοφάνη ἐναντίον τοῦ τραγικοῦ ποιητῆ Εὐριπίδη: «οὔτε Εὐριπίδη πάλι νά λέει τίς πρόστυχες κουβέντες του».

Αὐτά πού μᾶς λέει ὁ «γραμματικός» γιά τήν φιλοδικία τοῦ Φιλοκλέωνα διατυπώνει ὁ δοῦλος του Ξανθίας σέ συνομιλία του μέ τό Σωσία: «Οἱ δίκες τοῦ ἀρέσουν ὅσο δέν ἀρέσουν σέ κανέναν ἄλλον ἄνθρωπο» (στίχος 88). Πολύ σωστά τό πάθος τῆς φιλοδικίας χαρακτηρίζεται «ἀρρώστια». Ἀλλά δέν εἶναι ἀρρώστια μόνον ἑνός ἤ περισσοτέρων ἀνθρώπων. Γιά τόν Ἀριστοφάνη εἶναι κοινωνική πληγή. Γι’ αὐτό γράφει τίς «Σφῆκες».

Στήν συνομιλία του μέ τόν Σωσία ὁ Ξανθίας μιλᾶ καί γιά τήν στενοχώρια τοῦ Βδελυκλέωνα γιά τό πάθος τοῦ πατέρα του. Ἔφθασε νά τόν κοιμίσει στό ναό τοῦ Ἀσκληπιοῦ ἐλπίζοντας νά θεραπευθεῖ. «Ὅμως αὐτός πρωί πρωί παρουσιάσθηκε στήν κιγκλιδωτή αὐλή τοῦ Δικαστηρίου» (στίχος 124).

Φιλοκλέωνας στόν γιό του Βδελυκλέωνα (στίχοι 508-511): «Δικαιολογημένα, μά τόν Δία γιατί ἐγώ οὔτε καί τοῦ πουλιοῦ τό γάλα θά προτιμοῦσα ἀντί γιά τή ζωή πού τώρα σύ νά μοῦ στερήσεις προσπαθεῖς δέ μοῦ ἀρέσουν τά πλατύψαρα οὔτε τά χέλια, ἀλλά μέ περισσότερη εὐχαρίστηση θά ἔτρωγα μέσα σέ μιά πιατέλα μιά μικρή δικούλα μέ σάλτσα».

Στήν ἴδια συνομιλία ὁ Φιλοκλέωνας (στίχοι 548-550): «Καί βέβαια ἀμέσως ἀπό τήν ἀρχή τοῦ λόγου μου θά ἀποδείξω ὅτι ἡ ἐξουσία μας δέν εἶναι κατώτερη ἀπό καμία ἐξουσία. Γιατί τί εἶναι πιό καλότυχο καί ἀξιοζήλευτο ἀπό τό νά εἶσαι δικαστής…».

Στή συνέχεια ὁ Φιλοκλέωνας ἐκθέτει περιπτώσεις δικῶν κλοπή δημόσιου χρήματος, καταχρήσεις διαχειρίσεως «ὅταν σ’ ἐκστρατεία ἀγόραζες τρόφιμα γιά τό στρατό» - ἄγνωστες ἐπιδόσεις διαχειριστῶν στή σύγχρονη Ἑλλάδα (βλ. κείμενα «ΜΑ, ΠΩΣ ΕΠΤΩΧΕΥΣΑΜΕ;» στό περιοδικό ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ τεύχη 150, 153, καί 154-155). Περιγράφει ἐπίσης τήν συμπεριφορά κατηγορουμένων, ἐκθέτουν προβλήματα καί στενοχώριες τους, ἄλλοι παραμύθια ἀπό τόν Αἴσωπο (στίχοι 562-565), «ἄλλοι ἀστεῖα λέν γιά νά γελάσω καί νά σβήσω τό θυμό μου» (στίχος 567). Ἐρωτᾶ τόν γιό του (στίχος 575): «Λοιπόν δέν εἶναι μεγάλη αὐτή ἡ ἐξουσία μας καί τοῦ πλούτου περιφρόνηση;»

Ὁ Φιλοκλέωνας στόν γιό του (στίχοι 590, 591): «Ὅταν ἡ βουλή τῶν πεντακοσίων καί ἡ συνέλευση δυσκολεύονται νά κρίνουν σοβαρή ὑπόθεση, παραδίδουν στούς δικαστές τούς ἄδικους». Ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι μέ αὐτές τίς φαιδρές καυχήσεις ὁ Ἀριστοφάνης ἐπεδίωκε νά προκαλέσει θυμηδία στούς θεατές τῆς παραστάσεως.

Ὅπως εἴδαμε ἡ κωμωδία γράφτηκε τό 422 π.Χ. κατά τήν διάρκεια τοῦ Πελοποννησιακοῦ Πολέμου (431-404 π.Χ.). Ὁ Βδελυκλέωνας πιέζει τόν πατέρα του νά φορέσει «καταραμένες παντόφλες» λακωνικές, προερχόμενες ἀπό ἀνθρώπους ἐχθρούς καί «μ’ ἀντριοσύνη πάτησε τή χώρα τή λακωνική» (στίχοι 1161, 1162).

Φιλοκλέωνας: «Λοιπόν πολλές πόλεις τῶν Μήδων κυριεύοντας γίναμε ἀφορμή κυρίως νά κουβαλοῦν φόρους ἐδῶ, πού κλέβουν οἱ νεότεροι» (στίχοι 1099-1101). «Ὅμως ὑπάρχουν ἀνάμεσά μας καί κηφῆνες πού τό ἔχουν στρώσει χωρίς κεντρί νά ἔχουν πού περιμένοντας τόν κόπο γιά ὅσα φέρνουμε κατατρώγουν χωρίς διόλου νά ταλαιπωροῦνται» (στίχοι 1114-1116). «Ὑπάρχουν καί ἐκεῖνοι πού ἀποφεύγουν τή στράτευση. Γιά τίς σφῆκες αὐτό εἶναι τό πιό δυσάρεστο» (στίχος 1117).

Ὁ Χορός (στίχος 725): «Ἀλήθεια ἦταν σοφός ὅποιος ἔλεγε: προτοῦ ἀκούσεις καί τίς δύο πλευρές, δέν μπορεῖς νά βγάλεις ἀπόφαση». Ἀξίωμα πού δέν περιορίζεται στίς δίκες. Ὁ Βδελυκλέωνας τό ὑπενθυμίζει στόν πατέρα του φιλόδικο Φιλοκλέωνα (στίχοι 919, 920): «Γιά ὄνομα τῶν θεῶν, πατέρα, μή βγάλεις καταδικαστική ἀπόφαση πρίν ἀκούσεις καί τίς δύο πλευρές».

Ὅπως στίς σύγχρονες Ἐπιθεωρήσεις καί στήν κωμωδία αὐτή τοῦ Ἀριστοφάνη ἀναφέρονται ὀνόματα συμπολιτῶν του. Ἀριθμοῦμε πενήντα τέσσαρα. Ὁ μεταφραστής τοῦ ἔργου Θεόδωρος Μαυρόπουλος προσφέρει πληροφορίες γι’ αὐτούς. Δέν τίς ἐκθέτουμε ὅλες. Ὁ Κλέωνας ἦταν ὁ μισητός στόν Ἀριστοφάνη δημαγωγός ἄρχοντας τῆς Ἀθήνας. Τό ὄνομά του ἀναφέρεται ἕξη φορές. Ὁ Ἀμυνίας ἰσχυρίζεται ὅτι ἔχει πάθος μέ τά ζάρια. «Ὁ Φιλόξενος βέβαια εἶναι ἄνθρωπος κίναιδος» (στίχος 84). «Τότε ὁ Ἀλκιβιάδης τραυλίζοντας γύρισε καί μοῦ εἶπε: Θαλεῖς ὁ Θέαλος κόλακα κεφάλι ἔχει» (στίχοι 43-45).

Ὁ Κλεώνυμος ἦταν κάποιος Ἀθηναῖος «ρίψασπις», εἶχε πετάξει φεύγοντας ἀπό τήν μάχη τήν ἀσπίδα του. Ὁ Ἀριστοφάνης τόν σατιρίζει συχνά στά ἔργα του. «Τομάρι σαπισμένο» (στίχος 38). Μέ τήν φράση αὐτή γίνεται σατιρικός ὑπαινιγμός στόν δημαγωγό Κλέωνα, πού εἶχε βιοτεχνία ἐπεξεργασίας τομαριῶν ζώων, βυρσοδεψεῖο. Ὁ βυρσοδέψης Κλέωνας εἶχε ἐπιτύχει στήν πρώτη φάση τοῦ Πελοποννησιακοῦ Πολέμου νά φέρει αἰχμαλώτους στήν Ἀθήνα πολλούς Σπαρτιάτες, πού εἶχαν πολιορκήσει πρωτύτερα χωρίς ἀποτέλεσμα οἱ στρατηγοί Δημοσθένης καί Νικίας τό νησί Σφακτηρία δίπλα στήν Πύλο τῆς Πελοποννήσου.

Φιλοκλέωνας (στίχοι 155, 156): «Τί θά κάνετε. Βρομερότατοι ἄνθρωποι, δέ θά μ’ ἀφήσετε νά πάω νά δικάσω, ἀλλά θά μοῦ ξεφύγει ὁ Δρακοντίδης;». Ὁ Δρακοντίδης ἦταν ἕνας ἀπό τούς ὀλιγαρχικούς. Ὁ Φιλοκλέωνας γιά συνδικαστή του (στίχοι 268-270): «Ὡστόσο πρωτύτερα δέν ἦταν βραδυκίνητος ἀλλά πρῶτος ἀπ’ ὅλους μας πήγαινε τραγουδῶντας σκοπούς τοῦ Φρυνίζου, γιατί τοῦ ἄρεσαν τά τραγούδια». Ὁ Φρύνιχος ἦταν ποιητής τραγωδιῶν γιά τήν τραγωδία του «Μιλήτου ἅλωσις» κέρδισε βραβεῖο, ἀλλά τιμωρήθηκε καί μέ χρηματικό πρόστιμο, ἐπειδή ἀνέμνησε στούς Ἀθηναίους «οἰκεῖα κακά», τήν καταστροφή της ἀπό τούς Πέρσες κατά τήν Ἰωνική ἐπανάσταση.

Ὁ Βδελυκλέωνας στόν Ξανθία (στίχοι 461, 462): «Ἀλλά, μά τόν Δία, ἔτσι εὔκολα ἀπ’ αὐτούς δέ θά γλίτωνες, ἄν εἶχε συμβεῖ νά ἔχουν φάει κάποια ἀπ’ τίς μελωδίες τοῦ ποιητῆ Φιλοκλῆ». Κατά τήν παράδοση οἱ μελωδίες τοῦ ποιητῆ Φιλοκλῆ ἦταν ἄγριες.

Ὁ Χορός στόν Βδελυκλέωνα (στίχοι 474-476): «Μέ σένα νά συζητήσουμε, τοῦ λαοῦ ἐχθρέ, τῆς μοναρχίας ἐραστή, πού ἔχεις τό Βρασίδα φίλο σου καί φορᾶς ροῦχα μέ κρόσια…». Ὁ Βρασίδας ἦταν Σπαρτιάτης στρατηγός, πού σκοτώθηκε στήν Ἀμφίπολη τῆς Μακεδονίας σέ μάχη πού ἔδωσε μέ τόν Κλέωνα (πού κι’ αὐτός σκοτώθηκε ἐκεῖ) στήν πρώτη φάση τοῦ Πελοποννησιακοῦ Πολέμου. Μετά τόν θάνατό τους κλείστηκε ἡ λεγόμενη Νικίεια εἰρήνη τοῦ 421 π.Χ.

Ὁ Βδελυκλέωνας μεταξύ ἄλλων λέει γιά τόν πατέρα του (στίχος 506): «…νά ζεῖ καλοπερνῶντας ὅπως ὁ Μόρυχος…». Ὁ Μόρυχος ἦταν ποιητής τραγωδιῶν πού τοῦ ἄρεσε πολύ ἡ καλοπέραση. Μνημονεύεται καί ὁ διάσημος στήν ἐποχή τοῦ ποιητοῦ Οἴαγρος ἠθοποιός.

Καί αὐτή τήν κωμωδία του ὁ Ἀριστοφάνης «ἐκόσμησε» μέ βωμολοχίες πού οἱ ἑκάστοτε σκηνοθέτες διευρύνουν.

Τό πάθος τοῦ Φιλοκλέωνα ἔχει γίνει δεύτερη φύση καί εἶναι πολύ δύσκολο νά ἐκριζωθεῖ. Παρά τήν δική του θέληση ἡ ὑπερφυσική δύναμη (Ἀσκληπιός) ἀδυνατεῖ νά θεραπεύσει. Οἱ Χριστιανοί γνωρίζουμε ὅτι μέ τήν Θεία Χάρη μποροῦμε νά ἔχουμε ἐντυπωσιακές πνευματικές ἐπιτυχίες ἐάν ἀγωνιζόμαστε σωστά. «Πάντα ἰσχύῳ ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ» (Φιλιπ. δ΄13) βεβαιώνει ἕνα ἀπό τά πρότυπά μας, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.

 

Νίκος Τσιρώνης

Οἰκονομολόγος

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 255

Νοέμβριος 2023