Ο ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

Ο ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

 

Μέγας Βασίλειος (Καισάρεια Καππαδοκίας 330 –  1 Ἰανουαρίου 379), γνωστός καί ὡς Βασίλειος Καισαρείας ἤ ἁπλῶς Ἅγιος Βασίλειος, ἦταν Καππαδόκης, Ἐπίσκοπος τῆς Καισάρειας τῆς χερσονήσου τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, καί Ἐκκλησιαστικός Πατέρας. Ὑποστήριξε τό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί ἀντιτάχθηκε στίς αἱρέσεις τῶν πρωτοχριστιανικῶν χρόνων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τοῦ Ἀρειανισμοῦ (Ἀρειανική  Ἔρις). Εἶναι ἕνας ἀπό τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, πού εἶναι προστάτες τῆς Παιδείας, μαζί μέ τόν ἅγ. Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί τόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο.

 

Πρῶτα χρόνια

Γεννήθηκε ἀπό ἁγίους  Ἕλληνες Καππαδόκες γονεῖς τό 330 μ.Χ. στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Ὁ πατέρας του, Βασίλειος, ἀσκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ καθηγητῆ ρητορικῆς στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας καί ἡ μητέρα του, Ἁγία Ἐμμέλεια, ἦταν ἀπόγονος οἰκογένειας ἀξιωματούχων (ὁ πατέρας της εἶχε πεθάνει ὡς Χριστιανός μάρτυρας). Στήν οἰκογένεια ἐκτός ἀπό τόν Βασίλειο ὑπῆρχαν ἄλλα ἐννέα παιδιά. Μεταξύ αὐτῶν, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὁ ἅγιος Ναυκράτιος πού ἔγινε ἀσκητής, ἡ Ὁσία Μακρίνα καί ὁ Ἅγιος Πέτρος, ἐπίσκοπος Σεβαστείας, ἐνῷ κάποιο φαίνεται νά πέθανε σέ βρεφική ἡλικία.

Τήν ἐγκύκλια παιδεία ἔλαβε ἀπό τόν πατέρα του, ἐνῷ μετά τήν ἐκδημία του (γύρω στά 345) μετέβη στήν Καισάρεια. Κατόπιν ἡ ἀνάγκη του γιά περαιτέρῳ μόρφωση τόν ἔφερε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου φοίτησε κοντά στόν γνωστό δάσκαλο τῆς ἐποχῆς Λιβάνιο καί ἐπακόλουθα στήν Ἀθήνα (352).

Στήν Ἀθήνα γνωρίστηκε μέ τόν Γρηγόριο ἀπό τήν Καππαδοκία, ἀναπτύσσοντας μία μεγάλη φιλία, ἐγγράφηκε στή σχολή τοῦ Χριστιανοῦ φιλοσόφου Προαιρεσίου καί παρακολούθησε τή διδασκαλία του, καθώς καί τή διδασκαλία ἄλλων φιλοσόφων, ὅπως ὁ Ἰμέριος.

Τό 358, ἐπηρεασμένος ἀπό τόν θάνατο τοῦ ἀδελφοῦ του μοναχοῦ Ναυκρατίου, βαπτίζεται Χριστιανός, πιθανόν ἀπό τόν ἐπίσκοπο Διάνιο, καί ἀποφασίζει νά ἀφιερώσει τόν ἑαυτό του στήν ἀσκητική πολιτεία.

Τόν Ἰανουάριο τοῦ 360 φαίνεται νά συμμετεῖχε, ὡς παρατηρητής ἐντεταλμένος ἀπό τόν ἐπίσκοπο Διάνιο, στήν ἀρειανική Σύνοδο, πού συνῆλθε στήν Κωνσταντινούπολη, γιά τήν ἔριδα μεταξύ Ὁμοουσιανῶν καί Ὁμοιανῶν. Μετά τήν ὑπογραφή, ἀπό μέρους τοῦ Διανίου, τοῦ συμβόλου τῶν Ὁμοιανῶν, ὁ Βασίλειος ἀπογοητευμένος ἀποσύρθηκε στό ἡσυχαστήριο τῆς ἀδελφῆς του, ἐγκαινιάζοντας τή μνημειώδη ἀλληλογραφία του μέ τόν Γρηγόριο.

 

Πρεσβύτερος καί Ἐπίσκοπος

Τό καλοκαίρι τοῦ 364 ὁ Εὐσέβιος Καισαρείας τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Ἡ μεγάλη δραστηριότητα καί ἡ μόρφωση τοῦ Βασιλείου προκάλεσαν τά ζηλόφθονα αἰσθήματα τοῦ Εὐσεβίου, γεγονός πού ὁδήγησε τόν πρῶτο, γιά ἀκόμα μία φορά, νά ἐπιστρέψει στήν πατρίδα του. Ἡ μεσολάβηση ὅμως τοῦ Γρηγορίου ἐπιφέρει ἐξομάλυνση τῶν σχέσεων καί τήν ἐπιστροφή τοῦ Βασιλείου στήν Καισάρεια. Μετά τόν θάνατο τοῦ Εὐσεβίου, μέ τή συνδρομή τοῦ Εὐσεβίου ἐπισκόπου Σαμοσάτων καί τοῦ Γρηγορίου ἐπισκόπου Ναζιανζοῦ, ἐκλέγεται διάδοχός του στήν ἐπισκοπική ἕδρα τῆς Καισάρειας.

Στόν ἐκκλησιαστικό τομέα, ὡς ἐπίσκοπος πλέον, ὁ Βασίλειος ἀντιμετώπισε τήν προσπάθεια τοῦ Αὐτοκράτορα Οὐάλη νά ἐπιβάλει τόν Ὁμοιανισμό (ρεῦμα τοῦ Ἀρειανισμοῦ), ὄντας σέ ἐπιστολική ἐπικοινωνία μέ τόν Μέγα Ἀθανάσιο, Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας καί τόν Πάπα Ρώμης Δάμασο. Στήν περιφέρεια τῆς ποιμαντικῆς του εὐθύνης εἶχε νά ἀντιμετωπίσει τήν ἔντονη παρουσία τοῦ ἀρειανικοῦ στοιχείου καί ἄλλων χριστιανικῶν, μή Ὀρθόδοξων, ὁμολογιῶν. Στήν οἰκουμενική Ἐκκλησία ὁ Βασίλειος ἀναλαμβάνει τά πνευματικά ἡνία ἀπό τόν Μέγα Ἀθανάσιο, ὁ ὁποῖος βαθμιαῖα ἀποσύρεται ἀπό τήν ἐνεργό δράση λόγῳ γήρατος. Ἐργάζεται γιά τήν ἐπικράτηση τῶν Ὀρθόδοξων χριστιανικῶν ἀρχῶν καί ὑπερασπίζεται τόν δογματικό προσανατολισμό τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου της Νικαίας.

Τό φιλανθρωπικό ἔργο καί ἡ «Βασιλειάδα»

Ἔργο ζωῆς καί σημαντικό σταθμό στήν πορεία του, ἀποτελεῖ ἡ ἵδρυση καί λειτουργία ἑνός κοινωνικοῦ φιλανθρωπικοῦ συστήματος, τοῦ Πτωχοκομείου ἤ «Βασιλειάδας». Ἐκεῖ διοχετεύει ὅλη τήν ποιμαντική του εὐαισθησία, καθιστῶντας την πρότυπο κέντρου περίθαλψης καί φροντίδας τῶν ἀσθενέστερων κοινωνικά ἀνθρώπων. Οὐσιαστικά ἡ Βασιλειάδα ὑπῆρξε ἕνας πρότυπος οἶκος γιά τή φροντίδα τῶν ξένων, τήν ἰατρική περίθαλψη τῶν φτωχῶν ἄρρωστων καί τήν ἐπαγγελματική κατάρτιση τῶν ἀνειδίκευτων. Καθίσταται ἡ μήτρα ὁμοειδῶν ὀργανισμῶν πού δημιουργήθηκαν σέ ἄλλες ἐπισκοπές καί στάθηκε ἡ σταθερή ὑπενθύμιση στούς πλουσίους τοῦ προνομίου τους νά διαθέτουν τόν πλοῦτο τους μέ ἕναν ἀληθινά χριστιανικό τρόπο.

Τό ἐνδιαφέρον τοῦ Βασιλείου γιά τά εὐρύτερα κοινωνικά προβλήματα τοῦ λαοῦ καταδεικνύεται ἀπό ἐπιστολές του (π.χ. Ἐπιστολές 104, 110, 84, 86, 107-109), μέ τίς ὁποῖες προσπαθοῦσε νά λύσει προβλήματα ἐργαζομένων στά ὀρυχεῖα τοῦ Ταύρου τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὀρφανῶν, ἀδικημένων, ἀσθενῶν καί ἀπόρων καί καθιέρωσε τή διανομή ἀγαθῶν —τρόφιμα, ροῦχα, χρήματα— καί κάθε εἴδους βοήθειας σέ φτωχές οἰκογένειες, ἄπορους κ.λπ.

 

 Κοίμηση

Καταπονημένος ἀπό τήν εὐρεῖα δράση πού ἀν έπτυξε σέ πολλούς τομεῖς τῆς χριστιανικῆς μαρτυρίας, καθώς καί τήν ἀσκητική ζωή, τήν ὁποία ἀκολουθοῦσε, ὁ Βασίλειος πεθαίνει τήν 1 Ἰανουαρίου τοῦ 379, σέ ἡλικία 49 ἐτῶν. Ὁ θάνατός του βυθίζει στό πένθος ὄχι μόνο τό ποίμνιό του ἀλλά καί ὅλο τόν χριστιανικό κόσμο τῆς Ἀνατολῆς. Στήν κηδεία του συμμετέχουν Ἰουδαῖοι, πιστοί τῆς ἐθνικῆς θρησκείας καί ἕνα πλῆθος ἀνομοιογενοῦς θρησκευτικῆς καί ἐθνικῆς ἀπόχρωσης. Ἡ παρακαταθήκη του ὑπῆρξε τό τεράστιο σέ μέγεθος καί σημασία θεολογικό-δογματικό του ἔργο, μαζί μέ τή συμβολή του στή Λειτουργική καί τήν πρωτότυπη ἀνθρωπιστική του δράση.

 

Ὁ Ἑορτασμός του

Ἡ μνήμη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου τιμᾶται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τήν 1η Ἰανουαρίου, ἐνῷ ἀπό τό 1081 ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως-Νέας Ρώμης Ἰωάννης Μαυρόπους (ὁ ἀπό Εὐχαΐτων) θέσπισε ἕναν κοινό ἑορτασμό τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Ἰωάννη Χρυσοστόμου καί Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, στίς 30 Ἰανουαρίου ὡς προστατῶν τῶν Γραμμάτων καί τῆς Παιδείας.

Ἀπολυτίκιο ( Ἦχος α΄)

Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου,

ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου, δι’ οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας,

τήν φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας,

τά τῶν ἀνθρώπων ἤθῃ κατεκόσμησας.

Βασίλειον ἱεράτευμα, Πάτερ Ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ,

σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

 

Τό ἔργο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου

Τό ἔργο  του περιγράφεται κυρίως ἀπό τήν Θεόπνευστη Ὑμνολογική Μνήμη τῆς Ἐκκλησίας μας:

Κάθισμα  Ἦχος πλ. δ΄.

Ὤφθης βάσις ἄσειστος τῇ Ἐκκλησίᾳ, νέμων πᾶσιν ἄσυλον, τὴν κυριότητα βροτοῖς, ἐπισφραγίζων σοῖς δόγμασιν, Οὐρανοφάντορ Βασίλειε Ὅσιε.

 

Κάθισμα Ἦχος πλ. δ΄.

«Τὴν Σοφίαν καὶ λόγον. Ἐξανοίξας τὸ στόμα λόγῳ Θεοῦ, ἐξηρεύξω σοφίαν κῆρυξ φωτός, καὶ φρόνημα ἔνθεον, τῇ οἰκουμένῃ κατέσπειραςτῶν γὰρ Πατέρων ὄντως, κυρώσας τὰ δόγματα, κατὰ Παῦλον ὤφθης, τῆς πίστεως πρόμαχος ὅθεν καὶ Ἀγγέλων, συμπολίτης ὑπάρχεις, καὶ τούτων συνόμιλος, ἀνεδείχθης μακάριε, Θεοφάντορ Βασίλειε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου».

 

«Ὁ Οἶκος Τῆς σωφροσύνης ὁ κρατήρ, τὸ στόμα τῆς σοφίας, καὶ βάσις τῶν δογμάτων, Βασίλειος ὁ μέγας, πᾶσιν ἀστράπτει νοερῶς. Δεῦτε οὖν, καὶ στῶμεν ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ, θερμῶς ἐνατενίζοντες, τοῖς θαύμασι τοῖς τούτου τερπόμενοι, καὶ ὥσπερ λαμπηδόνι ἀστραφθέντες τῷ φωτὶ αὐτῶν, θαλφθῶμεν τῷ τοῦ βίου καθαρτικῷ πνεύματι, μιμούμενοι αὐτοῦ τὴν πίστιν, τὴν ζέσιν, τὴν ταπείνωσιν, δι’ ὧν οἶκος ἐδείχθη τοῦ ὄντως Θεοῦ πρὸς ὃν βοῶντες ὑμνοῦμεν, οὐρανοφάντορ Βασίλειε Ὅσιε. Μεγαλυνάριον Τὸν οὐρανοφάντορα τοῦ Χριστοῦ, μύστην τοῦ Δεσπότου, τὸν φωστῆρα τὸν φαεινόν, τὸν ἐκ Καισαρείας, καὶ Καππαδόκων χώρας, Βασίλειον τὸν μέγαν, πάντες τιμήσωμεν».

 

Ὁ Μέγας Βασίλειος εἶναι ἕνας ἀπό τούς σημαντικότερους δογματικούς Θεολόγους τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανισμοῦ, μέ σημαντική συμβολή στήν ἀνάπτυξη τοῦ Τριαδικοῦ δόγματος. Διεκήρυξε τήν ἑνότητα τῆς Ἁγίας Τριάδας ὡς μιᾶς οὐσίας καί προχώρησε στόν προσδιορισμό τοῦ ὑποστατικοῦ διαχωρισμοῦ τῶν 3 Προσώπων Της. Ἔγραψε σπουδαῖα Θεολογικά συγγράμματα, ὅπως τό «Περί Ἁγίου Πνεύματος».

Στόν τομέα τοῦ μοναχισμοῦ ἀνέλαβε δράση, θέτοντάς τον ὑπό τόν ἔλεγχο τῆς Ἐκκλησίας καί εἰσήγαγε τήν Ὁμολογία τῆς ἀφιερώσεως στό Θεό καί τῆς ἐντάξεως στήν ἀδελφότητα, ἡ ὁποία προέβλεπε Παρθενία, Ὑπακοή καί Ἀκτημοσύνη. Ἐπίσης, ἔθεσε τήν Μοναχική ζωή στή σταθερή βάση τῆς Ἁγίας Γραφῆς γράφοντας «Ὅρους κατ’ ἐπιτομήν» καί « Ὅρους κατά πλάτος».

 

Χρῆστος Ι. Ἰστίκογλου

Ψυχίατρος

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 257

Ἰανουάριος 2024