«Ο ΜΙΣΑΝΘΡΩΠΟΣ»

«Ο ΜΙΣΑΝΘΡΩΠΟΣ»

 

κωμωδία αὐτή τοῦ κορυφαίου Γάλλου κωμωδιογράφου Μολιέρου (1622-1673) παίζεται αὐτήν τήν περίοδο στό θέατρο ΕΜΠΟΡΙΚΟΝ. «Ὁ Μισάνθρωπος», πού ὁ Μολιέρος θεωροῦσε ὡς τό καλύτερο δημιούργημά του, πρωτοπαίχθηκε στό θέατρο Παλαί Ρουαγιάλ (Παρίσι) τό 1666. Παρά τό γεγονός ὅτι ἔχουν ἀπό τότε περάσει περισσότερα ἀπό τριακόσια χρόνια, τό ἀριστούργημα αὐτό, ὅπως καί τόσα ἄλλα, διατηρεῖ ἀκέραια τήν ἀξία του, γιατί τά θέματα στά ὁποῖα ἑστιάζει τόν προβολέα του εἶναι διαχρονικά.

Στήν πρώτη σκηνή, ὅπου ἔχουμε μιά ζωηρή συζήτηση ἀνάμεσα στόν Ἀλσέστ (μισάνθρωπος) καί τόν φίλο του Φιλέντ, περιγράφεται μέ ἔντονο τρόπο ἡ κατάσταση πού ἐπικρατεῖ στήν κοινωνία τους. Μέσα ἀπό τήν σαρκαστική ματιά τοῦ Ἀλσέστ ὁ συγγραφέας ἐπισημαίνει τήν ἐπικρατοῦσα χυδαιότητα, τήν καθιερωμένη ὑποκρισία, τό πλέγμα τῶν ὕποπτων συμφερόντων, τόν γενικευμένο ἀμοραλισμό, τήν διαφθορά τῶν συνειδήσεων, τήν θλιβερή ἔκπτωση τοῦ ἔρωτα.

Αὐτά πού σκιαγραφοῦνται στήν πρώτη συζήτηση-διαφωνία ἀνάμεσα στόν Ἀλσέστ καί τόν Φιλέντ παρουσιάζονται στή συνέχεια πιό ἀνάγλυφα. Μέ τά λόγια τῶν προσώπων, τίς ἐνέργειες καί τίς σχέσεις τους πού ἀποκαλύπτουν τίς ἰδέες καί τίς πεποιθήσεις τους, τόν χαρακτῆρα καί τό ἦθος τους, τόν ἐσωτερικό τους κόσμο καί τόν κόσμο πού διαμορφώνουν. Γιατί, ἄς μή ξεχνᾶμε, ἡ κοινωνία εἶναι τό μωσαϊκό πού ψηφίδες του εἴμαστε ἐμεῖς.

Τά πολυτελῆ σαλόνια ὅπου βασιλεύει ἡ πλήξη καί ὀργιάζει τό κουτσομπολιό ἀποκαλύπτουν τήν κενότητα τῆς ζωῆς τῶν θαμώνων τους. Τά φανταχτερά ἐνδύματα, οἱ περίτεχνοι λόγοι καί οἱ κομψοί τρόποι καλύπτουν τήν πνευματική ἔνδεια, τήν εὐτέλεια τῶν ἐπιδιώξεων, τήν κουφότητα τῶν χαρακτήρων.

Ἐνῶ κατά τήν συζήτηση μέ τόν φίλο του ὁ Ἀλσέστ παρουσιάζεται ἀπόλυτα εἰλικρινής καί ὡς τέτοιον τόν γνωρίζουν ὅλοι, ὅταν ὁ Ὀρόντ τοῦ διαβάζει ἕνα ποίημά του προσπαθεῖ στήν ἀρχή μέ λεπτότητα καί ἔμμεσο τρόπο νά ἐκφράσει τήν δυσμενῆ κρίση του. Ἡ ἐπιμονή ὅμως τοῦ Ὀρόντ προκαλεῖ τήν ἀπερίφραστη καταδικαστική ἐτυμηγορία τοῦ Ἀλσέστ πού τοῦ ἐξασφαλίζει ἕναν ἀκόμη ἐχθρό. Στή σκηνή αὐτή οἱ κεραυνοί πέφτουν πρῶτα στό κεφάλι τοῦ Φιλέντ πού ἀπό ἄγνοια ἤ ὑποκρισία ἐκφράζει θαυμασμό γιά τό ποίημα τοῦ Ὀρόντ.

Ὁ Ὀρόντ δέν περιορίζεται νά ἐκφράσει τήν πικρία καί τήν ὀργή του, ἀλλά προσφεύγει καί σ’ ἕνα Δικαστήριο Τιμῆς. Ὁ Ἀλσέστ ὅμως δέν ἀνακαλεῖ τήν δυσμενῆ κρίση του γιά τό ποίημα. Μένει ἐπίσης σταθερός καί ἀσυμβίβαστος ὅταν ἡ Ἀρσινόη, στήν προσπάθειά της νά κερδίσει τήν ἀγάπη του, προθυμοποιεῖται νά χρησιμοποιήσει τήν ἐπιρροή της γιά νά μπεῖ ὁ Ἀλσέστ στή βασιλική αὐλή καί νά τιμηθεῖ μέ ἀξιώματα. Τήν βεβαιώνει μέ ἀρκετή δόση εἰρωνείας: «Δέν ἔχω καμία ἀπό τίς ἀρετές πού εἶναι ἀναγκαῖες γιά νά πετύχω καί νά σταδιοδρομήσω ἐκεῖ μέσα. Τό μεγαλύτερο τάλαντό μου: εἰλικρίνεια καί παρρησία».

Ὁ Ἀλσέστ βλέπει, ἐπισημαίνει καί καταγγέλλει τό παντοειδές κακό, ἀγανακτεῖ καί ὀργίζεται. Δέν διακρίνει ὅμως τά ἀρνητικά στοιχεῖα τῶν ἀνθρώπων ἀπό τούς ἀνθρώπους. Κατ’ ἐπανάληψιν δηλώνει ὅτι μισεῖ τούς ἀνθρώπους. Σ’ αὐτό ὑπάρχει μία ἐξαίρεση: ἡ νεαρή καί ὡραία χήρα Σελιμέν πού μέ τήν συμπεριφορά της δίνει ἐλπίδες καί στόν Ὀρόντ καθώς καί στούς μαρκήσιους Ἀκάστ καί Κλιτάρντ. Τρέφει τήν μάταιη ἐλπίδα ὅτι ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης του θά κάψει στήν ψυχή της τά ἐλαττώματά της. Παρά τήν προσπάθειά του νά τήν ἀναγκάσει νά ξεκαθαρίσει τήν θέση της ἀπέναντί του, προσπάθεια πού ἐξελίσσεται σέ πίεση καί κορυφώνεται σέ προσβολή, ἡ Σελιμέν προτιμᾶ νά συνεχίσει τό παιχνίδι της μέ τίς καρδιές τῶν ἀνδρῶν διατηρῶντας στήν «αὐλή» της θαυμαστές καί «μνηστῆρες», ζητιάνους τῆς ἀγάπης της. Δέν δυσκολεύεται νά ἀπορρίψει τήν πρότασή του νά τόν ἀκολουθήσει στήν φυγή ἀπό τήν κοινωνία. Ὁ Φιλέντ καί ἡ Ἐλιάντ, πού μετά τόν χωρισμό Ἀλσέστ καί Σελιμέν, ἀποφασίζουν νά ἑνώσουν τήν ζωή τους, ἐκδηλώνουν τήν ἐπιθυμία νά ἀποτρέψουν τόν Ἀλσέστ ἀπό τήν πραγματοποίηση τῆς ἀποφάσεώς του νά καταφύγει στή μοναξιά.

Στό πρόσωπο τῶν ἄλλων χαρακτήρων σατιρίζονται τά πιό πάνω ἀναφερόμενα ἀρνητικά στοιχεῖα. Στό πρόσωπο τοῦ Ἀλσέστ δέν ἐπικρίνεται ἡ εἰλικρίνεια, ἡ ἐντιμότητα, ἡ ἀκεραιότητα, τό ἀσυμβίβαστο. Ἐπικρίνεται ἡ μονομέρεια πού φθάνει στήν ὑπερβολή. Ἡ καλοσύνη, ἡ ἐπιείκεια, ἡ διάκριση καί ἡ κατανόηση εἶναι πολύτιμες ἀρετές πού ἐξασφαλίζουν ἰσορροπία στό ἄτομο καί εὐρυθμία στή ζωή τῆς οἰκογένειας καί τῆς κοινωνίας.

 

Νίκος Τσιρώνης

Οἰκονομολόγος

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 257

Ἰανουάριος 2024