Μέ τή «μάχαιρα τοῦ Πνεύματος» ἐκφράζεται ἡ ἀγάπη τοῦ ἀληθινοῦ Ποιμένα

Μέ τή «μάχαιρα τοῦ Πνεύματος»
 ἐκφράζεται  ἡ ἀγάπη τοῦ ἀληθινοῦ Ποιμένα

 

ταν ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας στίς 5 Ἰανουαρίου τοῦ 1964 στήν Ἱερουσαλήμ ἔπεσε στήν ἀγκαλιά τοῦ Πάπα Παύλου ΣΤ΄ καί τόν φίλησε, ὁ Πατριάρχης ἔπειτα παρουσίασε αὐτή τήν κίνηση ὡς ἐκδήλωση ἀγάπης. Διακήρυξε: «Πνεῦμα μέγα ἀγάπης ἐξαπλώνεται ὑπέρ τούς Χριστιανούς Ἀνατολῆς καί Δύσεως. Ἤδη ἀγαπώμεθα. Ὁ Πάπας τό εἶπε: ἀπέκτησα ἕναν ἀδελφόν καί τοῦ λέγω σ’ ἀγαπῶ! Τό εἶπα καί ἐγώ: Ἀπέκτησα ἕναν ἀδελφό καί τοῦ εἶπα σ’ ἀγαπῶ! Εἶναι ὄντως ἐντυπωσιακό, ὅτι αὐτό τό «πνεῦμα μέγα ἀγάπης» στάθηκε ἱκανό νά γεφυρώσει τό χάσμα 9 αἰώνων καί νά ὁδηγήσει στήν ἀγκαλιά καί στό ἀδελφικό φιλί τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως καί τόν Πάπα τῆς Ρώμης, ὁ ὁποῖος μόλις ἕξι μῆνες πρίν κατά τή στέψη του μέ τήν Τιάρα στό Βατικανό εἶχε προσφωνηθεῖ ὡς ἑξῆς: «Λάμβανε τήν τιάρα πού κοσμεῖται μέ τρία στέμματα καί γνώριζε, ὅτι εἶσαι ὁ πατέρας τῶν πριγκίπων καί βασιλέων, ἡ κεφαλή τῆς οἰκουμένης καί ὁ ἐπί γῆς ἀντιπρόσωπος τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». Ὠθούμενος ἀπό αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν ‘‘ἀγάπη’’ ὁ Πατριάρχης, ἀναζητοῦσε τήν ἕνωση μέσῳ τοῦ κοινοῦ Ποτηρίου μέ τόν Πάπα, ὁ ὁποῖος, ὅπως φανερώνει καί ὅλη ἡ ἱστορική πορεία τῆς Δύσεως, ἔχει σφετεριστεῖ τήν «πᾶσαν ἐξουσίαν τοῦ Χριστοῦ» ἐπί τῆς γῆς, κοσμική καί πνευματική, ἐξορίζοντας τόν Χριστό στόν οὐρανό. Τό δέ πρῶτο ἀποφασιστικό βῆμα πρός τήν ἕνωση πραγματοποιήθηκε στίς 7 Δεκεμβρίου τοῦ 1965 μέ τήν ἄρση τῶν ἀναθεμάτων τοῦ 1054, ὅταν ἔγινε τό Μεγάλο Σχῖσμα ἀνάμεσα στούς Παπικούς καί Ὀρθοδόξους.

Μέ δεδομένη τήν προσέγγιση αὐτή, ἡ ὁποία στόχευε στήν ὅσο τό δυνατό ταχύτερη ἕνωση μέσῳ τοῦ λεγομένου διαλόγου τῆς ἀγάπης, ὁ μακαριστός Γέροντας π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος σέ ἀνοιχτή ἐπιστολή πρός τόν Πατριάρχη, δέν δίστασε αὐτή τήν ‘‘ἀγάπη’’ νά τήν στιγματίσει μέ τόν ἐλεγκτικό λόγο του: «Δέν εἶναι γνησία, ἀλλά ἐπιφανειακή καί ἐπίπλαστος, δέν εἶναι ἄνωθεν κατερχομένη, ἀλλ’ ἐπίγειος, ψυχική, δαιμονιώδης». Σκληρά τά λόγια τοῦ π. Ἐπιφανίου, ἀλλά σωτήρια! Τέτοια λόγια βιώνονται ἀπό τούς ἀνθρώπους, πού ἐπιθυμοῦν νά γνωρίσουν τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ὡς λυτρωτικά. Εἶναι λόγια πού προκύπτουν ἀπό τά ἴδια τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν» (Ματθ. 10, 34). Μάλιστα, ὄχι ἁπλῶς μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά ἀκόμα καί μέσα στήν ἴδια τήν κατά σάρκα οἰκογένεια τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως φανερώνει ὁ ἑπόμενος στῖχος: «ἦλθον γὰρ διχάσαι ἄνθρωπον κατὰ τοῦ πατρός αὐτοῦ καὶ θυγατέρα κατὰ τῆς μητρὸς αὐτῆς καὶ νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς·» Φυσικά καί δέν πρόκειται ἐδῶ γιά φανατισμό. Ὁ Χριστός τονίζει τήν ἀνάγκη τοῦ σαφοῦς διαχωρισμοῦ τῆς Ἀλήθειας ἀπό τό ψεῦδος. Ἀλλιῶς πῶς μπορεῖ νά κατανοηθεῖ τό γεγονός, ὅτι ἕνας ἄνθρωπος ,πού γνωρίζει τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας, διαχωρίζει τή θέση του ἀπό τούς οἰκείους του καί ἀπό τό ‘‘χριστιανικό’’ περιβάλλον, στό ὁποῖο μεγάλωσε καί ἐπιλέγει ἕναν ἐντελῶς διαφορετικό τρόπο ζωῆς, ὅτι ἐντάσσεται σέ μιά νέα, μιά πνευματική οἰκογένεια, προκειμένου νά ἀποτινάξει τόν παλαιό ἄνθρωπο καί νά ἐνδυθεῖ τόν νέο, τόν Χριστό;

Αὐτό δέν γίνεται παρά μόνο μέ τόν διαχωρισμό τῆς Ἀλήθειας ἀπό τό ψέμα, μέ τήν ἀντιδιαστολή τῆς ψυχικῆς ὑγείας ἀπό τήν ψυχική ἀσθένεια. Καί ἡ ἀγάπη ἐπιβάλλει ἀκριβῶς αὐτή τή στάση στούς χριστιανούς, ἰδίως φυσικά στούς ποιμένες. Τό ὑπογραμμίζει ὁ π. Ἐπιφάνιος στή συνέχεια τῆς ἀνοιχτῆς ἐπιστολῆς του λέγοντας: «Ποῖος ἀγαπᾶ εἰλικρινῶς τόν νοσοῦντα; Ὁ λέγων πρός αὐτόν “εἶσαι ὑγιέστατος, τρῶγε ὅ,τι θέλεις” καί ἀπεργαζόμενος οὕτω χαλεπωτέραν τήν νόσον καί ταχύτερον τόν θάνατον, ἡ ὁ ἐπισημαίνων αὐτῷ τήν ἀσθένειαν καί ἀπαγορεύων τάς βλαπτούσας τροφάς;» Γιά τόν π. Ἐπιφάνιο καί ὅλους τούς ἀληθινούς Ποιμένες πού ἀγαποῦν τόν Χριστό εἶναι ἡλίου φαεινότερο αὐτό. Μόνο ἡ ἀληθινή ἀγάπη πρός τόν Κύριό μας μπορεῖ νά παράγει πραγματικούς ποιμένες, οἱ ὁποῖοι, ἀσκῶντας αὐτή τήν ἀγάπη καί πρός τόν συνάνθρωπο, μποροῦν σέ περίπτωση σοβαρῶν ἐκτροπῶν στήν πίστη μέ τόν ξεκάθαρο λόγο τους, τήν μάχαιρα τοῦ Πνεύματος κατά τόν Ἅγιο Ἀπόστολο Παῦλο (Ἐφ. 6,17), νά ἀπεγκλωβίσουν μέλη αἱρέσεων ἀπό τήν πλανεμένη διδασκαλία τους καί νά τά στρέψουν πρός τήν πραγματική ἀναζήτηση τοῦ Χριστοῦ.

Ἄλλωστε, ὅπως ἀναρωτιέται στή συνέχεια ὁ π. Ἐπιφάνιος στόν καυστικό λόγο του πρός τόν Πατριάρχη, «ποῖον ἑτερόδοξον» ὁδήγησαν ἐκεῖνος καί οἱ ὁμοφρονοῦντες του «μελιστάλακτοι καί ἀσπόνδυλοι Ἐπίσκοποι εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν; Οὔτε ἕνα, ... Οὔτε ἕνα, παρά πάντα τά ταξίδια, τά συνέδρια, τά γεύματα, τά δῶρα, τά μειδιάματα». Καί ὄντως! Ποιός σοβαρός ἄνθρωπος θά μποροῦσε νά παρακινηθεῖ νά ἀναζητήσει τήν ἀληθινή πίστη τοῦ Χριστοῦ ἀπό «ποιμένες», οἱ ὁποῖοι σέ κάθε Ἱ. Ἀκολουθία ζητοῦν ἀπό τόν Θεό νά στερεώσει τήν «ἁγίαν ἀμώμητον πίστιν τῶν εὐσεβῶν καί ὀρθοδόξων Χριστιανῶν» καί στή συνέχεια κηρύττουν στούς ἑτερόδοξους, ὅτι σέ τίποτα οὐσιαστικό δέν διαφέρει ἡ πίστη τους ἀπό τήν Ὀρθοδοξία; Ἕνας ἑτερόδοξος, πού ἔχει συνειδητοποιήσει οὐσιαστικές ἐλλείψεις στή δική του χριστιανική παράδοση, γιατί νά στραφεῖ πρός μιά «Ὀρθοδοξία» πού προδίδει ἡ ἴδια τόν ἑαυτό της, καί μάλιστα καμουφλάροντας αὐτή τήν προδοσία μέ τήν κορύφωση ὅλων τῶν ἀρετῶν, τήν ἀγάπη;

Καθοριστικό γιά τόν ἄνθρωπο πού στρέφεται πρός τήν Ὀρθοδοξία εἶναι ἕνας ἀληθινός ποιμένας, ὅπως τόν περιγράφει στήν ἰδανική του μορφή ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος σέ σχετικό λόγο του μέ τίτλο «Εἰς τόν Ποιμένα». Ταὐτίζεται μέ τό πρόσωπο ἐκεῖνο πού μέ τήν «ἀκακία» τό «ζῆλο» καί τήν «προσευχή» του «μπορεῖ νά ἀναζητήση καί νά θεραπεύση τά ἀπολωλότα λογικά πρόβατα». Στόν ποιμένα αὐτό ὁ πιστός βρίσκει τόν «κυβερνήτη», στόν ὁποῖο δόθηκε ἀπό τόν Θεό μέσῳ τῶν κόπων του ἡ πνευματική δύναμη, «ὄχι μόνο ἀπό τήν τρικυμία, ἀλλά καί μέσα ἀπό τήν ἄβυσσο νά ἀνασύρη καί νά σώση τό πλοῖο». Βρίσκει τόν «ἰατρό» πού ὁ ἴδιος «ἔχει ἀποκτήσει σωματική καί ψυχική ἀνοσία» καί διαθέτει καί ξέρει νά χειρίζεται τά ἰατρικά μέσα καί ἐργαλεῖα γιά τήν ἀπαλλαγή τοῦ ἀσθενοῦς ἀπό τά ἐξωτερικά καί ἐσωτερικά πάθη, τήν σαπίλα τῆς οἴησης. Στόν ποιμένα αὐτό θά ἀναγνωρίσει τόν «διδάσκαλο» πού ἔχει πάρει ἀπό τόν Θεό «πνευματικό βιβλίο, γραμμένο ἀπό δακτύλου Θεοῦ, δηλαδή διά τῆς ἐνεργείας τῆς Θεϊκῆς ἐλλάμψεως» καί γιά τόν λόγο αὐτό δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἄλλα βιβλία καί μεταδίδει ἔτσι «διδασκαλίες ἀπό τήν ἄνωθεν ἐξ ὕψους σοφία». Προφανῶς οἱ πεσμένοι στή γῆ, εἶναι ἀδύνατο νά ἀνορθωθοῦν καί νά θεραπευτοῦν μέ γήϊνες διδασκαλίες!

 

Λέων Μπράνγκ

Δρ. Θεολογίας-Ἀντιπρόεδρος ΠΕΘ

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 258

Φεβρουάριος 2024