«Ἡ Βασιλεία Σου, Χριστέ ὁ Θεός, Βασιλεία πάντων τῶν αἰώνων»!

«Ἡ Βασιλεία Σου, Χριστέ ὁ Θεός,
Βασιλεία πάντων τῶν αἰώνων»!

Χριστόν δοξάσατε! Χριστόν ἀνυμνήσατε! Χριστόν ἀπαντήσατε!  Σκιρτήσατε ἄνθρωποι καί μή σκυθρωπάζετε ἀπό τά ζοφερά  τῆς ζωῆς, μᾶς κραυγάζει ἀφυπνιστικά ἡ Ἐκκλησία μας, καθ’ ὅλη αὐτήν τήν «Πρό τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως» περίοδο, ἐμψυχώνοντάς μας καί θυμίζοντάς μας πώς δέν εἴμαστε μόνοι καί ἔρημοι ἀλλά συμπορευόμεθα μέ τήν Στρατευομένη Ἐκκλησία μας, πού ἔχει ἀνοικτή σύνδεση μέ τήν Θριαμβεύουσα!

Δέν πρέπει νά λησμονοῦμε αὐτό τό σάλπισμα, ὅποιες καί ἄν εἶναι οἱ δυσκολίες καί ὅσο κι ἄν αὐτές πολλαπλασιάζονται. Πρέπει νά γίνῃ ἡ ἐνθύμιση αὐτή τό μόνιμο μελέτημά μας, ἡ χαρά, ἡ δύναμη καί ἡ ἀναπνοή μας. Ἀκόμη καί ὅταν παρουσιάζεται ἡ Στρατευομένη Ἐκκλησία μας κατά τό ἀνθρώπινον κλονιζομένη ἤ καί δειλιῶσα, δέν πρέπει οὐδ’ ἐπί στιγμήν νά χάσουμε τήν βεβαιότητά μας ὅτι συμπορευόμεθα μέ τόν «παρατεινόμενον εἰς τούς αἰῶνας» Χριστόν μας, πού δέν ἐγκατέλειψε τόν κόσμο μας ἀλλά εἶναι καί θά εἶναι πάντοτε «μεθ’ ἡμῶν πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς» μας!

«ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ»

«ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ»

 

τραγωδία αὐτή τοῦ Σοφοκλῆ (496-406 π.Χ.) διδάχθηκε στήν Ἀθήνα τό 409 π.Χ. καί ἐχάρισε στόν δημιουργό της τό πρῶτο βραβεῖο. «Φιλοκτήτη» ἔχουν γράψει καί ὁ Αἰσχύλος καί ὁ Εὐριπίδης ἀλλά δέν ἔχουν διασωθεῖ.

Ὁ Φιλοκτήτης, γιός τοῦ βασιλιᾶ τῶν Μηλιέων (κοντά στό ὄρος Οἴτη) Ποίαντος, συμμετεῖχε μέ ἑπτά πλοῖα στήν ἐκστρατεία πού ὀργάνωσαν οἱ Ἀτρεῖδες ἐναντίον τῆς Τροίας μετά τήν φυγή τῆς Ὡραίας Ἑλένης, γυναίκας τοῦ Μενέλαου, μέ τόν Πάρη, γιό τοῦ βασιλιᾶ τῆς Τροίας Πριάμου. Στή νῆσο Τένεδο ὅπου ἐστάθευσε ὁ στόλος τῶν Ἑλλήνων πρίν καταπλεύσει στήν Τροία, ὀχιά δάγκασε τόν Φιλοκτήτη. Μέ δικαιολογία τίς κραυγές του ἀπό τούς πόνους και΄τήν δυσοσμία τῆς πληγῆς του οἱ Ἀτρεῖδες, μέ ὑπόδειξη τοῦ Ὀδυσσέα, ἐγκατέλειψαν τόν Φιλοκτήτη στήν ἀκατοίκητη τότε Λῆμνο.

Ἐτήσιες ἐπιμνημόσυνες σκέψεις γιά τόν π. Νικόλαον Φίλιαν

Ἐτήσιες  ἐπιμνημόσυνες  σκέψεις
γιά  τόν π.  Νικόλαον  Φίλιαν

 

σεβαστός Προϊστάμενος τῆς Ἱερᾶς Ἐνορίας ταύτης πατήρ Βασίλειος, ἐρωτηθείς, ἔδωσε τήν συγκατάθεσή του, νά δημοσιευθοῦν λίγες σκέψεις, πού ὁ ὑποφαινόμενος θέλησε νά ἐκφράσει, μέ τήν εὐκαιρία τῆς τελέσεως τοῦ ἐτησίου μνημοσύνου τοῦ μακαριστοῦ πατρός Νικολάου Φίλια, τόσο εἰς τήν  Ἐνορία του, ὅσον καί ἐδῶ στό Ἅγιον Ὄρος, εἰς τάς 31 Ὀκτωβρίου τοῦ ἐνεστῶτος ἔτους 2021.

Βεβαίως, «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τό στόμα», ὅπερ ἐστί μεθερμηνευόμενον εἰς τήν παροῦσαν προσλαλιάν, ὅτι ἐκ τοῦ ἐκχειλίσματος μᾶλλον τῆς καρδίας καί τῆς σκέψεως, γράφει τό χέρι.

Ψυχία Ἱεροχρυσοστομικῆς Τραπέζης

Ψυχία Ἱεροχρυσοστομικῆς Τραπέζης

 

μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τήν ὁποία καί φέτος ἀξιωνόμαστε νά ἐπιτελέσουμε, εἶναι μία πλουσιοτάτη πνευματική πανδαισία, μέ ἑστιάτορα τόν τιμώμενο Ἅγιο. Καί σ’ αὐτήν τήν ἀδαπάνητη ἑστίαση, καλούμαστε ὅλοι ὡς συνδαιτημόνες, γιά νά κορέσουμε τήν πεῖνα τῆς ψυχῆς μας, ἀφοῦ οἱ σύγχρονες συγκυρίες τῆς ἐνδοκοσμικῆς καί πρόσκαιρης  –ἀκόμη– ζωῆς μας, δέν κάνουν τίποτε ἄλλο παρά νά αὐξάνουν αὐτήν τήν πεῖνα, προσφέροντάς μας μόνο ξυλοκέρατα προστασίας – δῆθεν - ἀπό τήν μαστίζουσα ὅλη τήν οἰκουμένη ἀπειλή τῆς σωματικῆς μας ὑγείας. Κι ἔτσι, τό μέν σῶμα – δῆθεν – διατηρεῖται ἀπρόσβλητο ἀπό ἀσθένεια, ἐνῶ ἡ ψυχή μας «λιμῷ ἀπόλυται», σάν τοῦ ἀσώτου υἱοῦ.

Καί ὅπως ἀκριβῶς, σύμφωνα μέ τήν Κυριακή σχετική παραβολή, ἡ συνειδητοποίηση ἐκ μέρους τοῦ ἀσώτου υἱοῦ ὅτι «λιμῷ ἀπόλυται», τόν ὁδήγησε στήν σωτηριώδη ἀπόφαση τῆς μετανοίας, («ἀναστάς πορεύσομαι πρός τόν πατέρα μου»), ἔτσι καί ἡ ἐκ μέρους μας συνειδητοποίηση τῆς τωρινῆς πείνας καί πτωχείας μας, ὑψωμένων «εἰς τήν νιοστήν δύναμιν», θά πρέπει, εἴπερ ποτέ καί ἄλλοτε, νά μᾶς ὁδηγήσει κι ἐμᾶς στήν ὁδό τῆς μετανοίας.

Χάσαμε τὴν ἀνθρωπιά μας!

Χάσαμε τὴν ἀνθρωπιά μας!

 

Τὸ βράδυ τῆς 13ης Μαρτίου τοῦ 2020 ἔμελλε νὰ ἀποτελέσει ὁρόσημο στὴ ζωὴ τῶν Ἑλλήνων. Ἦταν τότε ποὺ ὁ Πρωθυπουργός μᾶς γνωστοποίησε τὴν ἀπόφασή του νὰ ἐπιβάλλει στὴ Χώρα κάτι πρωτόγνωρο, ἀπίστευτο μέχρι ἐκείνη τὴν ὥρα, κάτι ποὺ θὰ ἄλλαζε τὴ ζωὴ ὅλων, ἴσως γιὰ πάντα. Τίποτε μετὰ ἀπὸ ἐκείνη τὴ νύκτα δὲν θὰ ἦταν ὅπως πρίν.

Ἦταν Παρασκευὴ ἐκείνη τὴν ἡμέρα καί, σύμφωνα μὲ τὴν Ὀρθόδοξη παράδοσή μας, στὶς ἐκκλησιὲς ψάλλονταν οἱ δεύτεροι Χαιρετισμοὶ πρὸς τὴν Κυρία Θεοτόκο. Ὁ κόσμος ποὺ προσῆλθε νὰ δοξολογήσει τὴν Μάνα Παναγιὰ ἦταν λιγοστός, γιατί ἤδη εἶχε ἀρχίσει ὅλα νὰ «τὰ σκιάζει ἡ φοβέρα». Ἄλλωστε σὲ λίγες ὧρες θὰ ξεκινοῦσε μιὰ νέα περίοδος «σκλαβιᾶς», μοντέρνας αὐτὴ τὴ φορά.

Πρὶν τὴν ἀπόλυση τῆς Ἀκολουθίας, ἐκεῖ ψηλὰ σὲ μιὰ Ἀθηναϊκὴ ἀνηφοριά, στὴν ἐκκλησιὰ τῆς ἐνορίας μου, στὴν ἐκκλησιὰ τῆς Παναγιᾶς, ὁ παπά-Δημήτρης βγῆκε στὴν Ὡραία Πύλη γιὰ νὰ κηρύξει στὸ ἐκκλησίασμα, ὅπως συνηθίζουν οἱ δύο συνεφημέριοι σὲ κάθε εὐκαιρία.