ΘΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΑ

ΘΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΑ

 

ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας, εἶναι πλεγμένη μέ θυσίες δικαίων καί ἀδίκων. Ἡ διαφορά μεταξύ τους, βρίσκεται στό γεγονός πώς, οἱ μέν πρῶτοι θυσιάζονται ἑκούσια γιά τό κοινό καλό, οἱ δέ δεύτεροι, ἀφοῦ θυσίασαν πρῶτα τήν ψυχή τους, εἶναι σέ θέση νά θυσιάσουν τόν ὅποιον ἄλλον, γιά τό ἀνώφελο ὄφελός τους.

Μιά ἄλλη ἰδιαίτερη ἱστορικά κατηγορία1, εἶναι αὐτή τῶν ἀνθρώπων μέ δίκαια ἐλατήρια, πού ὅμως παρασύρθηκαν ἀπό τίς Σειρῆνες τῆς πλάνης. Μιά πολύ πιό σπάνια κατηγορία ἀνθρώπων, εἶναι αὐτοί πού ἀπό ἄδικοι, μετανόησαν τόσο βαθειά καί ἀληθινά, ὥστε ἔγιναν φάροι τῶν δικαίων.

Ἀνάμεσα στίς δύο μεσαῖες κατηγορίες κινούμαστε οἱ περισσότεροι μικρομεσαῖοι ἄνθρωποι, μέ τούς μικροϋπολογισμούς, τά μικροσυμφέροντα καί τίς μικροπλάνες μας. Αὐτά λίγο - πολύ εἶναι διαχρονικά καί πανανθρώπινα φαινόμενα. Ἡ διαφορά ἴσως, παλαιότερων ἐποχῶν μέ τό σήμερα, βρίσκεται στή γενική λησμόνηση κομβικῶν σημείων ἀναφορᾶς τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, ἕνα ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι καί αὐτό τῆς θυσίας. Ὅσο περισσότερο ὅμως ἐθελοτυφλοῦμε ὑπαρξιακά, τόσο περισσότερο πέφτουμε στούς λάκκους τοῦ ἀσυνείδητου. Νομίζουμε πώς μποροῦμε νά παίρνουμε τά μέγιστα, δίνοντας τά ἐλάχιστα, πώς μποροῦμε νά μιλᾶμε χωρίς νά ἀκοῦμε, νά δικαιούμαστε χωρίς νά ὑποχρεωνόμαστε, νά ἀπολαμβάνουμε χωρίς νά κοπιάζουμε. Μέ αὐτό τόν τρόπο ὅμως, δέν ὡριμάζουμε ποτέ, ὥστε νά ἐπιλέγουμε τήν ἑκούσια θυσία, ἀλλά ἀντίθετα θυσιαζόμαστε ἀκούσια καί ἀνώφελα.

Περί Ἐσχάτων ὁ Λόγος

Περί Ἐσχάτων ὁ Λόγος

 

πό ὅσο μπορῶ νά θυμηθῶ, ὁ παπά-Γιώργης ὁ Μεταλληνός, στίς περίφημες βραδυνές ὁμιλίες του στό ναΐδριο τοῦ Ἁγίου Ἀντίπα, δέν συνήθιζε νά κάνει ἐσχατολογικές ἀναφορές, καί μάλιστα, ὅσες φορές ὁ λόγος ἔφτανε στό πότε θά συμβεῖ ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἔλεγε πώς δέν θά ἔπρεπε νά μᾶς ἀπασχολεῖ ἐκεῖνος ὁ καιρός τόσο, ὅσο ἡ ὥρα τοῦ θανάτου μας, γιατί, γιά ὅποιον ἔλθει ἡ ὥρα αὐτή ἡ φοβερή, ἐκεῖνος ζεῖ ἤδη καί τήν Δευτέρα Παρουσία.

Ὡστόσο αὐτήκοος θυμᾶμαι νά ἀναφέρεται κάποτε στόν Μέγα Βασίλειο, ὁ ὁποῖος ἀναλογιζόμενος τήν ἐποχή τῶν ἐσχάτων, παρακαλοῦσε τόν Κύριο «νά μήν τόν ἀξιώσει νά ζήσει ἐκεῖνον τόν καιρό γιατί δέν ἤξερε ἄν θά τόν προδώσει!». Καί τό ἔλεγε αὐτό γιά τόν οὐρανοφάντορα Μέγα Βασίλειο. Φανταστεῖτε, πόσο δύσκολες θά πρέπει νά εἶναι ἐκεῖνες οἱ μέρες.

Καί ποιός θά ἤθελε νά τίς ζήσει τίς μέρες αὐτές, ποιός θά ἤθελε νά τελειώσει αὐτός ὁ τόσο ὄμορφος κόσμος πού ὁ Θεός τόν ἔπλασε «καλό λίαν».

Ἰωάννης Φραγκάκης

Ἰωάννης Φραγκάκης

 

Τήν ἐνορίτισσά μας Βασιλική Βασάλου ἀκολούθησε στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στό τέλος Ἰουλίου, ὁ εὐλαβέστατος ἐνορίτης μας Ἰωάννης Φραγκάκης, πλήρης ἡμερῶν. Ἡ νεκρώσιμος Ἀκολουθία του ἐψάλη στόν Ναόν μας τήν Δευτέρα 2 Αὐγούστου 2021 καί τόν ἐπικήδειο λόγο ἐξεφώνησε ἀπό στήθους ὁ π. Βασίλειος Βολουδάκης. Τόν παραθέτουμε ἀπομαγνητοφωνημένον ἀπό τόν κ. Νεκτάριον Δεληγιαννάκην:

«Κηδεύουμε σήμερα ἕναν πραγματικό χριστιανό.

Ἀπό νέος, ἀλλά καί μετέπειτα πού νυμφεύθηκε, καί μετέπειτα πού ἐργάστηκε γιά πολλά χρόνια στήν Ἀθήνα, ὁ νοῦς  του ἦταν συνεχῶς στό Χριστό μας, στήν Ἐκκλησία.

Ἐκοιμήθη ἡ κυρά Βάσω!

Ἐκοιμήθη ἡ κυρά Βάσω!

(Βασιλική Βασάλου)

 

Στά μέσα Ἰουλίου ἔφυγε ἀπό τόν κόσμο τῆς ματαιότητος γιά τήν Οὐράνια Βασιλεία ἡ εὐλαβεστάτη ἐνορίτισσά μας κυρά Βάσω Βασάλου, πλήρης ἡμερῶν.

Ἡ μεταστᾶσα ἦταν ἕνας ἄνθρωπος πολύ ταλαιπωρημένος στή ζωή, ἀπό τήν μικρή της ἡλικία, ἀλλά οἱ δυσκολίες αὐτές μέσῳ τῆς μεγάλης Πίστεως καί εὐλαβείας της, τήν χαλύβδωσαν τόσο πολύ, ὥστε, ὄχι μόνο ἄντεξε στίς τεράστιες καί κατ’  ἄνθρωπον, ἀνυπέρβλητες δυσκολίες, πού ἀντιμετώπισε, ἀλλά καί ἔγινε στήριγμα καί ὁδηγός στά παιδιά καί στά ἐγγόνια της, καθώς, ἐπίσης καί σέ πολλούς ἀνθρώπους, στά περιβάλλοντα τῶν ὁποίων ἐργάσθηκε.

Τήν κυρά-Βάσω τήν γνώρισα ἀπό τότε πού ἤμουν ἑπτά ἐτῶν καί ἐκείνη γύρω στά εἴκοσι πέντε, γιατί κατά τό διάστημα ἐκεῖνο ζοῦσε στό πατρικό μου περιβάλλον. Ἀπό μικρός τήν θυμᾶμαι νά εἶναι ἀκούραστη, ἐργατική καί προσηλωμένη νά μάθῃ καί νά ἀφομοιώσῃ τό κάθε τι, τή σειρά τῶν ἐργασιῶν τοῦ σπιτιοῦ, τήν μαγειρική, τήν οἰκονομία καί τόν τρόπο νά κρατήσῃ μέ ἄνεση οἰκογένεια πολλῶν ἀτόμων, παράλληλα δέ, ἀφομοίωσε καί τήν Πίστη καί τήν ἀγάπη στήν Ἐκκλησία.

Στέφανος Σβορῶνος

Στέφανος Σβορῶνος (+Ἰούνιος 2021)

 

Τόν παρελθόντα Ἰούνιον, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ ἐκλεκτός καί ἀξιαγάπητος ἐνορίτης τοῦ Ἁγίου Νικολάου Πευκακίων, Στέφανος Σβορῶνος.

Θά ἤθελα ἐξ ἀρχῆς νά ζητήσω συγγνώμην ἀπό τούς ἀγαπητούς καί σεβαστούς ἀναγνώστας τοῦ Περιοδικοῦ, γιά τήν διατύπωση ἀρκετῶν χωρίων τῆς παρούσης νεκρολογίας σέ πρῶτο πρόσωπο.

Βλέπετε, προσωπικά εἶχα μιά τέτοια σχέση μέ τόν ἀείμνηστο καί τήν οἰκογένειά του – σχέση ἐνισχυμένη ἐπί πλέον καί μέ κάποιου εἴδους πνευματική «κουμπαριά» - πού αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά γράψω δυό λόγια, μέ τρόπο αὐθόρμητο. Πολλά θά μποροῦσα νά γράψω εἰς μνημόσυνον αἰώνιον τοῦ σεβαστοῦ μας Στεφάνου· τόσα πού θά ξεπερνοῦσαν τά ὅρια ἑνός ἐπιτρεπομένου καί περιορισμένου ἄρθρου. Ἄλλωστε στήν κηδεία του, ὁ ἀγαπητός μας κατά σάρκα ἀδελφός Γεώργιος, Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, «ἔκλεψε τήν παράσταση» –ἀνθρωπίνως ὁμιλῶντας– μέ τά ὅσα εἶπε γιά τόν «σύντεκνό του» (εἶναι νονός-ἀνάδοχος μιᾶς ἐκ τῶν τεσσάρων θυγατέρων τοῦ ἀειμνήστου).