ΘΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΑ
Ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας, εἶναι πλεγμένη μέ θυσίες δικαίων καί ἀδίκων. Ἡ διαφορά μεταξύ τους, βρίσκεται στό γεγονός πώς, οἱ μέν πρῶτοι θυσιάζονται ἑκούσια γιά τό κοινό καλό, οἱ δέ δεύτεροι, ἀφοῦ θυσίασαν πρῶτα τήν ψυχή τους, εἶναι σέ θέση νά θυσιάσουν τόν ὅποιον ἄλλον, γιά τό ἀνώφελο ὄφελός τους.
Μιά ἄλλη ἰδιαίτερη ἱστορικά κατηγορία1, εἶναι αὐτή τῶν ἀνθρώπων μέ δίκαια ἐλατήρια, πού ὅμως παρασύρθηκαν ἀπό τίς Σειρῆνες τῆς πλάνης. Μιά πολύ πιό σπάνια κατηγορία ἀνθρώπων, εἶναι αὐτοί πού ἀπό ἄδικοι, μετανόησαν τόσο βαθειά καί ἀληθινά, ὥστε ἔγιναν φάροι τῶν δικαίων.
Ἀνάμεσα στίς δύο μεσαῖες κατηγορίες κινούμαστε οἱ περισσότεροι μικρομεσαῖοι ἄνθρωποι, μέ τούς μικροϋπολογισμούς, τά μικροσυμφέροντα καί τίς μικροπλάνες μας. Αὐτά λίγο - πολύ εἶναι διαχρονικά καί πανανθρώπινα φαινόμενα. Ἡ διαφορά ἴσως, παλαιότερων ἐποχῶν μέ τό σήμερα, βρίσκεται στή γενική λησμόνηση κομβικῶν σημείων ἀναφορᾶς τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, ἕνα ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι καί αὐτό τῆς θυσίας. Ὅσο περισσότερο ὅμως ἐθελοτυφλοῦμε ὑπαρξιακά, τόσο περισσότερο πέφτουμε στούς λάκκους τοῦ ἀσυνείδητου. Νομίζουμε πώς μποροῦμε νά παίρνουμε τά μέγιστα, δίνοντας τά ἐλάχιστα, πώς μποροῦμε νά μιλᾶμε χωρίς νά ἀκοῦμε, νά δικαιούμαστε χωρίς νά ὑποχρεωνόμαστε, νά ἀπολαμβάνουμε χωρίς νά κοπιάζουμε. Μέ αὐτό τόν τρόπο ὅμως, δέν ὡριμάζουμε ποτέ, ὥστε νά ἐπιλέγουμε τήν ἑκούσια θυσία, ἀλλά ἀντίθετα θυσιαζόμαστε ἀκούσια καί ἀνώφελα.